Την 25η Μαρτίου 2024 κλείνουν ακριβώς 168 χρόνια από τα επιβλητικά εγκαίνια του ναού του Καθεδρικού Ιερού Ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας.
Πραγματοποιήθηκαν την 25η Μαρτίου 1856 εν μέσω μεγάλης συγκίνησης και εσώτερης λύτρωσης των πιστών της Παροικίας, οι οποίοι αισθάνθηκαν πως βρήκαν επιτέλους το χριστιανικό τους καταφύγιο. Πλέον μπορούσαν να προσεύχονται, να τελούν τα ιερά τους μυστήρια, να επικοινωνούν να στηρίζονται και κυρίως να μη νιώθουν «άστεγοι» ως ορθόδοξοι χριστιανοί.
Η θεμελίωση ενός τόσο λαμπρού Ναού, απέδιδε τόσο συμβολικά όσο και σημειολογικά, την απαιτούμενη αίγλη που επιθυμούσαν οι ίδιοι να προβάλουν προς τις άλλες ομογένειες της Αλεξάνδρειας, ως η κυρίαρχη Παροικία του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού.
Γι αυτό και θεωρήθηκε το κόσμημα της χριστιανοσύνης όχι μόνο στην Αίγυπτο αλλά και στον κόσμο ολόκληρο.
Την οικοδόμηση του Ναού αποφάσισε και υλοποίησε η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας με πρωτοβουλία κυρίως του πρώτου Προέδρου της και τότε Γενικού Προξένου της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια, Μιχαήλ Τοσίτσα και των Ιωάννη Δ’ Αναστάση και Στέφανου Ζιζίνια.
Όπως αναφέρεται, υπήρξε ανάγκη προκειμένου να εκκλησιάζεται το ποίμνιο σε κεντρικό ναό, δεδομένου ότι ο Καθεδρικός Ναός του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας του Αγίου Σάββα βρισκόταν τότε σε ακατοίκητη περιοχή.
Έτσι, με σχετικό έγγραφο της 23ης Ιανουαρίου 1844 ο τότε Πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιερόθεος Α’ έδωσε την άδεια οικοδόμησης Ναού. Συγχρόνως ο Πατριάρχης στο έγγραφο αυτό προέτρεπε τους παροίκους να συμβάλουν όσο περισσότερο μπορούσε ο καθένας.
Την 16η Νοεμβρίου 1847, προεξάρχοντος του Πατριάρχη Ιεροθέου Β’ τέθηκε ο θεμέλιος λίθος σε οικόπεδο που δώρησε στην Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας ο Μιχαήλ Τοσίτσας.
Η οικοδόμηση του ναού διήρκεσε εννέα χρόνια και τα έξοδα καλύφτηκαν από εράνους.
Ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας κατέβαλε το ποσό που χρειάστηκαν οι εικόνες του Εορτολογίου (παραγγέλθηκαν στη Ρωσία) και δώρησε ή συνέβαλε να δωρηθούν οι δέκα Δεσποτικές εικόνες του τέμπλου του Ναού.
Τα επιβλητικά εγκαίνια του ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας πραγματοποιήθηκαν την 25η Μαρτίου 1856.
Ο αρχιτέκτονας του ναού ήταν ο Ερμέτες Πιερρότης, ενώ σύμφωνα με τα αρχεία για την ολοκλήρωση του ναού εργάστηκε και ο αρχιτέκτονας Λούκοβιτς. Το 1885 ο αρχιτέκτονας Σόφιος επέβλεψε το έργο της προσθήκης της αριστερής πτέρυγας του ναού.
Για την κατασκευή του Εικονοστασίου, του Πατριαρχικού θρόνου, του Σύνθρονου και του Άμβωνα εργάστηκε ο Ιάκωβος Βαρούτης. Για την κατασκευή των θυρών, των παραθύρων, των στασιδίων, των κουβουκλίων, καθώς και για την υπόλοιπη ξυλουργική επένδυση εργάστηκε ο Γεώργιος Φιλιππίδης. Το 1892 έγινε η πρώτη επισκευή του ναού και κάποια περαιτέρω διακόσμηση με έξοδα του Ιωάννη Δημητρίου. Το 1934 άρχισε να αναπτύσσεται η ιδέα για την περαιτέρω αγιογράφηση του ναού, κατόπιν προτάσεως της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, με μεσολάβηση του τότε Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χρυσοστόμου Παπαδόπουλου, ο οποίος εν έτει 1913 υπήρξε Προϊστάμενος του ναού. Το αγιογραφικό μέρος ανέλαβε ο καλλιτέχνης Ματσάκης, ενώ ο Ξενόπουλος ανέλαβε τα υαλώματα.
Ο ναός παραδόθηκε ευπρεπισμένος στις 20 Δεκεμβρίου 1953. Ασφαλώς στην καθυστέρηση συνέβαλε καθοριστικά ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Ο Ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας είναι ο μεγαλύτερος Ελληνορθόδοξος ναός που υπάρχει στην Αλεξάνδρεια και λειτουργεί μέχρι και σήμερα.
Η παρούσα του μορφή είναι αποτέλεσμα των επισκευών και των ανακαινίσεων που έχει δεχτεί σε τέσσερεις διαφορετικές χρονικές στιγμές από την ίδρυση του μέχρι και σήμερα (1892, 1926, 1930, 2002-2004).
Η τελευταία ανακαίνιση έγινε με τη στήριξη του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης» από το 2002 μέχρι και το 2004 και τα θυρανοίξια του ναού τελέσθηκαν την 25η Μαρτίου 2006, υπό του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου και του Πατριάρχου Αλεξανδρείας κ.κ. Θεοδώρου Β’, παρόντος του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια.
Από τότε ο ναός διατηρεί την παλαιά του αίγλη και συγκεντρώνει τους εναπομείναντες Έλληνες, αλλά και τους περιηγητές από την Ελλάδα και άλλα μέρη της γης, κυρίως τους παλιούς Αλεξανδρινούς και εν γένει Αιγυπτιώτες που επισκέπτονται την Αλεξάνδρεια.
Όμως ο χρόνος δεν αστειεύεται και οι φθορές του Ιερού Ναού είναι πλέον ορατές εκ του μακρόθεν. Τα δύο ιστορικά καμπαναριά του, που ηχούσαν άλλοτε χαρμόσυνα και άλλοτε λυπητερά, αναλόγως της περίστασης, σήμερα με την όψη τους υποδαυλίζουν την απαίτηση της ανακαινίσεώς τους.
Η Κοινοτική Επιτροπή, αισθανόμενη το χρέος της αποκατάστασης των φθορών του Ευαγγελισμού, προσπαθεί να εξεύρει τους ανάλογους πόρους έτσι ώστε ο Ιερός Ναός της Ορθοδοξίας να επαναποκτήσει την υλική λάμψη του, καθώς την θεία και πνευματική ουδέποτε απώλεσε.
Δια τούτο, η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας έχει θέσει ως κυρίαρχο στόχο της την αποκατάσταση του Ευαγγελισμού, σεβόμενη το παρελθόν των προγόνων της και την ιστορία του Ναού.
Μα πάνω απ΄ όλα, επιθυμεί να υλοποιήσει την επιθυμία της, έτσι ώστε να παραδώσει στις επόμενες γενιές, το ιερό κληροδότημα που παρέλαβε από τις προηγούμενες.
Και αυτό διαφαίνεται ήδη απ΄ τις ενέργειες και τις επαφές που πραγματοποιεί προς αυτό τον ιερό σκοπό!
Πηγές: «Νίκος Κάτσικας – Αλεξανδρινός Ταχυδρόμος». «Ι.Ν. Ευαγγελισμού Αλεξάνδρειας: συντήρηση και αποκατάσταση 2002-2004, Αθήνα, 2005». «Σουλογιάννης, Ε.Θ., Η Ελληνική Κοινότητα Αλεξανδρείας 1843-1993, Αθήνα, 1994». «Χατζηφώτης, Ι.Μ., Αλεξάνδρεια: Οι δύο αιώνες του νεώτερου Ελληνισμού, 19ος – 20ος αιών, Αθήνα, 1999».