Γράφει η Έλενα Ντάκουλα *
Μία διαφορετική εκδήλωση, από τις συνήθεις, αναμένεται να φιλοξενηθεί στην εντυπωσιακή αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής, στις 5 Δεκεμβρίου. Πρόκειται για την θεία Λειτουργία που θα τελέσει ο Προκαθήμενος της Καθολικής Εκκλησίας, Πάπας Φραγκίσκος, κατά τη διάρκεια της ολιγοήμερής του επίσκεψης στην Ελλάδα.
Το μέγεθος, η εξαιρετική ακουστική της αίθουσας, καθώς και το εκκλησιαστικό όργανο που δεσπόζει στη σκηνή – το μεγαλύτερο στην Ελλάδα, με 6.080 αυλούς, κατασκευής της γερμανικής εταιρείας Klais Orgelbau, ειδικά για το Μέγαρο – συνηγόρησαν στην επιλογή του συγκεκριμένου χώρου.
Με αφορμή αυτό το σημαντικό γεγονός, το οποίο θα πάρει μεγάλη δημοσιότητα εντός και εκτός συνόρων, το μυαλό μου πάει πίσω στο 1986 ή 1987, τότε που το πολυαναμενόμενο Μέγαρο παρέμενε ένα «κολλημένο γιαπί» στην οδό Βασ. Σοφίας, και όσοι περνούσαμε από μπροστά αναρωτιόμασταν αν και πότε θα τελειώσει.
Τα χρόνια πέρασαν, τα εμπόδια υπερνικήθηκαν και το πελώριο Μουσικό Κουτί, όπως είχε χαρακτηριστεί από τον τύπο της εποχής, άνοιξε στις 21/03/1991, διάπλατα τις πόρτες του για να υποδεχθεί το κοινό. Αμέσως έγινε τοπόσημο της πόλης. Η Αθήνα απέκτησε το πρώτο σύγχρονο συγκρότημα κλασικού ρεπερτορίου, δημοφιλή προορισμό για τους λάτρεις της κλασικής μουσικής και η Ελλάδα μία θέση στο διεθνές μουσικό γίγνεσθαι.
Σαν αρχιτεκτόνημα ίσως επικρίθηκε, θεωρήθηκε πολυδάπανο και χωρίς έμπνευση, σαν χώρος όμως πολιτισμού αγαπήθηκε πολύ από το κοινό, στο οποίο δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει την κλασική μουσική μέσα από καλλιτεχνικά ποιοτικά θεάματα και να παρακολουθήσει στην πατρίδα του, διεθνούς φήμης καλλιτέχνες, ορχήστρες και υψηλού επιπέδου παραστάσεις, που προηγουμένως έβλεπε μόνο σε συναυλιακούς χώρους του εξωτερικού.
Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τις συναυλίες της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης, της Βιέννης ή του Βερολίνου, το ρεσιτάλ χορού της Συλβί Γκιγιέμ, τον Μπόμπ Γουϊλσον, στον «Προμηθέα Δεσμώτη», την θρυλική όπερα «Λούλου», τις χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις για μικρούς και μεγάλους. Το Μέγαρο μεσουρανούσε στο πολιτιστικό τοπίο της Αθήνας με κάθε παράσταση να είναι, από τις πρώτες ώρες sold out και να δημιουργεί αξέχαστες κοσμοσυρροές.
Όμως, από το 2009 σοβαρά οικονομικά προβλήματα, λόγω των υπέρογκων χρεών που αδυνατούσε να διαχειριστεί, άρχισαν ν’ απειλούν την βιωσιμότητά του με αποτέλεσμα να το οδηγήσουν το 2016 στην κρατικοποίησή του, πλήττοντας την εικόνα και την δημοτικότητά του, θέτοντας ταυτόχρονα ερωτήματα για τον λόγο ύπαρξής του και αμφιβολίες για την απρόσκοπτη συνέχιση της λειτουργίας του.
Η ιστορία του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών
Αλλά ας αφήσουμε όλα αυτά και ας πάμε πίσω, τότε που άρχισε να γράφεται η ιστορία του Μεγάρου. Ξεκίνησε σαν μία ιδέα, στα μέσα της δεκαετίας του ’30 η οποία τελεσφορώντας το 1991 δημιούργησε τον σημαντικότερο πολιτιστικό φορέα της χώρας. «Νονά» ήταν η σπουδαία μεσόφωνος Αλεξάνδρα Τριάντη-Κυριακίδη (1901 – 1977), αδελφή του δημάρχου και υπουργού Κώστα Κοτζιά, η οποία έζησε στη Βιέννη και έχοντας δώσει συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό διαπίστωνε με λύπη το πόσο πολύ υστερούσε η γενέτειρά της στις υποδομές για σοβαρές μουσικές εκδηλώσεις.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Εμφύλιος που ακολούθησε δεν την βοήθησαν να την υλοποιήσει, αλλά ποτέ δεν την εγκατέλειψε. Έτσι, τη δεκαετία του ’50 μαζί με εύπορους φιλόμουσους Αθηναίους, δημιούργησε την «Επιτροπή Πιάνου Συναυλιών», με αποστολή την αγορά από το Λονδίνου ενός πιάνου του φημισμένου μουσικού οίκου Steinway & Sons, προκειμένου να γίνονται στην Αθήνα συναυλίες κλασικής μουσικής υψηλού επιπέδου, εφάμιλλων των ευρωπαϊκών.
Την ίδια χρονιά, η Επιτροπή με πρωτοστατούντα στελέχη την Αλεξάνδρα Τριάντη και τον ευεργέτη και πολιτικό Λάμπρο Ευταξία, μετεξελίσσεται στον κοινωφελή Σύλλογο «Οι Φίλοι της Μουσικής», με ένα μεγαλεπήβολο όραμα: τη δημιουργία ενός Μεγάρου Μουσικής για την Αθήνα, ανάλογο του Musikverein της Βιέννης. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι το Musikverein οικοδομήθηκε με δωρεές ιδιωτών και κυρίως χάρη σ’ αυτήν του ευεργέτη και επιχειρηματία Νικολάου Δούμπα (1830-1890) από την Κοζάνη και προς τιμήν του, ένας κεντρικός δρόμος της πόλης, η Dumbastrasse, δίπλα στο Musikverein, φέρει το όνομά του.
Πρώτος Πρόεδρος του Συλλόγου διετέλεσε ο Λάμπρος Ευταξίας, Διοικητής – Διαχειριστής του Ιδρύματος Σταματίου Δεκόζη – Βούρου. Το 1968, τον διαδέχθηκε η Αλεξάνδρα Τριάντη, η οποία κληροδότησε στο Μέγαρο Μουσικής όλη την ακίνητη περιουσία της και μετά τον θάνατό της, το 1977, την θέση της κατέλαβε ο εκδότης Χρήστος Λαμπράκης (1977 – 2007), το όνομα του οποίου συνδέθηκε άρρηκτα με την ίδρυση και την καλλιτεχνική άνθηση του Μεγάρου, αλλά και με σχόλια τα οποία δεν είχαν πάντα θετικό πρόσημο.
Aπό τις πρώτες μεγάλες προσωπικότητες που στήριξαν την προσπάθεια, ήταν ο διάσημος μουσικός Δημήτρης Μητρόπουλος, ο οποίος πρόσφερε τα έσοδα από τις συναυλίες που έδωσε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1955, με την Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, για την ενίσχυση του έργου. Το 1956 παραχωρήθηκε από το ελληνικό δημόσιο οικόπεδο στη θέση «Παραπήγματα», επί της Λεωφ. Βασιλίσσης Σοφίας, επιλογή που υποστήριξε σθεναρά ο πολεοδόμος Κωνσταντίνος Δοξιάδης. Χρειάστηκαν πάνω από επτά χρόνια για να απομακρυνθούν από εκεί οι Στρατώνες Πεζικού και να γίνει η μεταγραφή του οικοπέδου.
Το κτήριο, η κατασκευή και η χρηματοδότηση του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών
Τα προσχέδια εκπονήθηκαν από την τριμελή ομάδα Κωνσταντίνου Δοξιάδη, Προκόπη Βασιλειάδη και Σκέπερς. Στη πορεία πολλοί γνωστοί αρχιτέκτονες συμμετείχαν στις μελέτες και στον σχεδιασμό του κτιρίου στις διάφορες οικοδομικές φάσεις του, όπως ο Εμμ. Βουρέκας, ο Ηλίας Σκρουμπέλος, οι ειδικοί σε θέματα ακουστικής Κάιλχολτς και Μπούρκχαρτ κά.
Θεμελιώθηκε στις 21 Μαϊου του 1976, από τον τότε Πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή, ανήμερα της ονοματικής του εορτής. Η κατασκευή άρχισε το 1977 με χρηματοδότηση του Λάμπρου Ευταξία, αλλά οι εργασίες διακόπηκαν πολλές φορές, λόγω εξαντλήσεως και έλλειψης πόρων καθώς επίσης και αντιδράσεων των περιοίκων, οι οποίοι αγωνιούσαν για την διάσωση του παρακείμενου Πάρκου Ελευθερίας.
Τότε, αναγκαστικά κρίθηκε απαραίτητη η αρωγή του κράτους. Η πρόταση του Χρ. Λαμπράκη για ισότιμη συνεργασία του Συλλόγου «Οι Φίλοι της Μουσικής», του «Ιδρύματος Ευταξία-Βούρου» και του κράτους έγινε δεκτή από την κυβέρνηση του Γ. Ράλλη και το 1981 συγκροτήθηκε ένα νομικό σχήμα, μοναδικό στο είδος του, ο Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (ΟΜΜΑ), ο οποίος θα διοικείτο από δεκαμελές συμβούλιο, με πέντε εκπροσώπους του Συλλόγου και πέντε του ελληνικού δημοσίου.
Ο Σύλλογος παραχώρησε στον ΟΜΜΑ όλα τα περιουσιακά του στοιχεία, ενώ το Ίδρυμα Δεκόζη-Βούρου ανέλαβε να διαθέτει στο Μέγαρο το 40% των καθαρών ετησίων εσόδων του. Το 1985, μετά τον διορισμό του πρώτου ΔΣ, με πρόεδρο τον Χρ. Λαμπράκη, το ελληνικό δημόσιο άρχισε την χρηματοδότηση του έργου, το οποίο ολοκληρώθηκε τελικά το 1991 χάρις στη επιμονή και συμβολή του Χρ. Λαμπράκη, την παρέμβαση της Υπουργού Μελίνας Μερκούρη και πολλών άλλων υποστηρικτών. Σήμερα, μετά την κρατικοποίησή του, η ελληνική κυβέρνηση ελέγχει την πλειοψηφία του 11μελούς ΔΣ, με Πρόεδρο τον νομικό Νικόλαο Πιμπλή.
Το εγκαίνια του Μεγάρου και η Καμεράτα
Τα εγκαίνια έγιναν με μεγαλοπρέπεια στις 21/03/91 με την συναυλία του διάσημου σολίστ βιολιστή Γιούρι Μπασμέτ και τους σολίστ της Μόσχας, στην κατάμεστη αίθουσα «Οι Φίλοι της Μουσικής». Η δεύτερη αίθουσα, «Δημήτρης Μητρόπουλος» (χωρητικότητας 450 ατόμων), άνοιξε στις 16/10/1991 με συναυλία που συμμετείχαν οι νέοι τότε καλλιτέχνες Γιάννης Βακαρέλης και Λεωνίδας Καβάκος.
Το 1991 έμελλε να είναι μία χρονιά ορόσημο για το Μέγαρο, γιατί έξι μήνες μετά την έναρξη λειτουργίας του, συγκροτήθηκε η Ορχήστρα του Συλλόγου με την ονομασία «Καμεράτα – Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής», η οποία εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο αθηναϊκό κοινό στις 22 Οκτωβρίου 1991 και έκτοτε έχει διαγράψει μία λαμπρή πορεία εντός και εκτός Ελλάδος, συνεργαζόμενη με διάσημους μαέστρους και σολίστ. Στα 20 γενέθλια της Καμεράτα, σε μία εκδήλωση γεμάτη συγκίνηση και ενθουσιασμό, ανακοινώθηκε η δημιουργία της «Camerata Junior – Ορχήστρας Δωματίου Νέων και Φίλων της Μουσικής».
Η Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη»
Το 1997, δημιουργήθηκε από τον Σύλλογο και με χορηγία του Ιδρύματος Λίλιαν Βουδούρη, η Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη». Στεγάζεται σε υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις, στη νέα πτέρυγα του Μεγάρου και διαθέτει πλούσια βιβλιογραφία και δισκογραφία καθώς και σπάνιο οπτικοακουστικό υλικό για την μουσική καθώς και άλλες παρεμφερείς τέχνες, πολύτιμα εργαλεία για το ευρύ φάσμα των χρηστών της. Ο τεράστιος εκπαιδευτικός της ρόλος, αναδεικνύεται μέσα από την οργάνωση σεμιναρίων, συνεδρίων, διαλέξεων, ξεναγήσεων.
Στο «Αρχείο Ελληνικής Μουσικής», το οποίο αποτελεί σπουδαίο τμήμα της Βιβλιοθήκης, είναι συγκεντρωμένο υλικό σχετικό με την ελληνική μουσική (αρχαία, βυζαντινή, παραδοσιακή και έντεχνη) με σκοπό την επεξεργασία, τεκμηρίωση, μελέτη, αξιοποίηση και διαφύλαξή του. Εκεί φυλάσσονται αρχεία Ελλήνων συνθετών και καλλιτεχνών όπως των Σκαλκώτα, Καλομοίρη, Θεοδωράκη κά.
Το Διεθνές Συνεδριακό Κέντρο του Μεγάρου
Το 2003, παρουσία του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ρομάνο Πρόντι, εγκαινιάστηκε ένα νέο κτίριο, το Διεθνές Συνεδριακό Κέντρο, το οποίο διαθέτει τις υπερσύγχρονες αίθουσες «Αλεξάνδρα Τριάντη», με τις τέσσερεις εναλλακτικές σκηνές και χωρητικότητας 1.750 θέσεων και η πολλαπλών χρήσεων «Νίκος Σκαλκώτας» χωρητικότητας 400 θέσεων. Η πρώτη, άνοιξε το 2004 με την Φιλαρμονική του Βερολίνου υπό τον Σερ Σάιμον Ράτλ, με σολίστ τον Λεωνίδα Καβάκo, ενώ η δεύτερη με το ρεσιτάλ του διάσημου πιανίστα Πάουλ Μπαντούρα-Σκόντα.
Τον Μάϊο του 2004 άρχισε η συνεδριακή λειτουργία του Μεγάρου με πρώτο το Ιατρικό Συνέδριο Πνευμονολογίας. Έκτοτε, ακολούθησαν πάνω από 200 Πανελλήνια, Πανευρωπαϊκά και Παγκόσμια Συνέδρια με συμμετοχή 227.000 συνέδρων.
Το Megaron Plus
Έναν χρόνο αργότερα, ξεκίνησε ένα πρωτοποριακό διεθνές forum ιδεών, το Megaron Plus, ως μία σειρά δωρεάν διαλέξεων ποικίλων θεμάτων, με διακεκριμένους Έλληνες και ξένους ομιλητές (Judith Butler, Richard Caplan, Μαρία Ευθυμίου, Maurice Godelier, Πέτρος Θέμελης, Jo Nesbo, κά). Από την πρώτη στιγμή το πρόγραμμα αγκαλιάστηκε θερμά από το κοινό, ιδιαίτερα από τους νέους.
Το πολιτιστικό συγκρότημα του Μεγάρου διαθέτει έναν υπέροχο καταπράσινο κήπο, 22 στρεμμάτων, πραγματική όαση μέσα στο κέντρο της πόλης που από τον Ιούνιο του 2010 και κάθε καλοκαίρι, δημιουργείται το αδιαχώρητο για τις μουσικές βραδιές που διοργανώνονται, κάτω από τον αττικό ουρανό. Όποιος έχει πάει έστω και μία φορά, έχει απολαύσει μία μοναδική εμπειρία.
Η προσφορά του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών
Στα τριάντα χρόνια της λειτουργίας του η προσφορά του Μεγάρου στον χώρο του πολιτισμού, της εκπαίδευσης, των τεχνών, των εκδόσεων είναι τεράστια. Σήμερα, παρομοιάζεται, από πολλούς, ως ένας «τεράστιος γίγαντας», που είναι ξαπλωμένος ή καθισμένος και δεν τον έχουμε δει ακόμη όρθιο να τρέχει. Μιλώντας όμως με τους ανθρώπους του και διαβάζοντας το ποικιλόμορφο καλλιτεχνικό πρόγραμμά του γίνεται αμέσως αντιληπτή η προσπάθεια επίτευξης φιλόδοξων στόχων και η έντονη επιθυμία να ξαναβρεί τον βηματισμό του, απευθυνόμενο σε θεατές όλων των ηλικιών. Να είναι ένα Μέγαρο για όλους.
Περπατώντας μέσα στους χώρους υποδοχής με την λιτή πολυτέλεια, την κομψή ξύλινη επένδυση των τοίχων, τα λευκά μάρμαρα Διονύσου, τα διακοσμημένα, από τον Ηλία Λαλαούνη, δάπεδα με μουσικές παραστάσεις από την αρχαιότητα, τα εντυπωσιακά φωτιστικά και πολυελαίους, τις αίθουσες με την τέλεια ακουστική που έχει σχολιαστεί διεθνώς, ή τους λαβυρινθώδεις διαδρόμους των άλλων ορόφων, δεν μπορώ να μην σκέπτομαι το πόσο πρωτοποριακό και καινοτόμο ήταν για την εποχή του αυτό το πολιτιστικό κέντρο. Για πόσο πολύ κόσμο υπήρξε χώρος ψυχαγωγίας, ή εκπαίδευσης. Για πόσους άνοιξε καινούργιους ορίζοντες και άλλαξε τη ζωή τους με την ευκαιρία που τους έδωσε να βρουν νέα ενδιαφέροντα ή ν’ ανακαλύψουν άγνωστα ταλέντα τους.
Στους χώρους του, εκτός από ακροάσεις ή πρόβες των in residence ορχηστρών, γίνονται πρόβες πολλών πολιτιστικών οργανισμών και καλλιτεχνών, όπως της Στέγης, του Φεστιβάλ, της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών, του Παπαϊώαννου, της Δόμνας Σαμίου κα. και φιλοξενούνται εικαστικά γεγονότα εθνικής ή διεθνούς εμβέλειας (Documenta 14, το 2017).
Το Μέγαρο, ο «ατομικός αντιδραστήρας πολιτισμού», όπως το αποκαλούσε συχνά ο Χρ. Λαμπράκης, υπήρξε μεγάλο σχολείο για την επόμενη γενιά που τώρα έχει στελεχώσει διάφορους οργανισμούς στον χώρο της μουσικής αλλά και εκκολαπτήριο για νέους καλλιτέχνες. Μέσα από τα σπλάχνα του αναδείχθηκαν ή έκαναν τα πρώτα τους βήματα ονόματα μετέπειτα διεθνούς φήμης. Με την δε θρυλική παράσταση-ορόσημο για τον 20ό αιώνα «Λούλου», σημειώθηκε μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της ιστορίας του Μεγάρου και απ’ αυτήν εκτινάχθηκε η καριέρα της σοπράνου Marlis Petersen.
Κάτι όχι ακόμη ευρέως γνωστό είναι ότι στα έγκατα του Μεγάρου, σε βάθος 30 – 40 μέτρων κάτω από την επιφάνεια της γης, άρχισε να δημιουργείται ένα άτυπο μουσείο που θα υποδέχεται τα σκηνικά μετά το τέλος των παραστάσεων. Όπως ακούμε σ’ ένα podcast, τον Τεχνικό Διευθυντή, Κ. Χαραλαμπίδη, να λέει: «Μέσα σ’ αυτά τα 30 χρόνια και τις σημαντικές παραγωγές έχει συσωρευθεί ένας τεράστιος πλούτος από φροντιστηριακά αντικείμενα που είχαν σχεδιαστεί γι’ αυτές τις παραστάσεις καθώς και τα αντίστοιχα κουστούμια. Το βεστιάριο είναι εκπληκτικό. Η διοίκηση του Μεγάρου κάνει προσπάθειες για να γίνει η ψηφιοποίηση όλων αυτών των υλικών, με επιθυμία να δοθεί η δυνατότητα στον κόσμο να μπορεί να τα επισκέπτεται, σε συνδυασμό με μία περιήγηση στους χώρους backstage για να δει τους μηχανισμούς που κινούν όλες αυτές τις πλατφόρμες, μία πολύ εντυπωσιακή τεχνολογία στα έγκατα της γης».
Το έμψυχο υλικό του, αποτελείται από 200 περίπου άτομα αρκετά εκ των οποίων εργάζονται εκεί από την πρώτη μέρα λειτουργίας του, όπως ο Κ. Χαραλαμπίδης. «Η δουλειά μας είναι πάντα backstage και αφορά την τεχνική υποστήριξη όλων των εκδηλώσεων που πραγματοποιούνται στο Μέγαρο. Στόχος μας είναι να υλοποιούμε όσο πιο πιστά γίνεται το όραμα του καλλιτέχνη. Μία από τις μεγαλύτερες εμπειρίες και προκλήσεις ήταν οι τελετές έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά το αποτέλεσμα μας δικαίωσε. Και μία από τις μεγαλύτερες δυσκολίες ήταν το ανέβασμα στην αίθουσα «Οι Φίλοι της Μουσική», σκηνών υπερπαραγωγής σε σκηνή που δεν ήταν εξ αρχής μελετημένη για όπερα. Όλα όμως επιτυγχάνονται μέσα από την αγάπη για το αντικείμενο, την ομαδική δουλειά και την καλή συνεργασία, γιατί όσο καλός κι αν είναι ο μαέστρος, έτσι και τα όργανα φαλτσάρουν το αποτέλεσμα δεν θα είναι το αναμενόμενο».
Πολλοί είναι οι αφανείς ήρωες, πίσω από τους προβολείς που επιτελούν μία σημαντική και ουσιαστική δουλειά και χωρίς αυτούς δεν ανεβαίνει καμία παράσταση, όπως και εξειδικευμένο προσωπικό για ηχογραφήσεις, για εσωτερικές παραγωγές κά. Υπάρχουν εργαστήρια, όπου άριστοι τεχνίτες, συντηρούν ή επισκευάζουν μηχανήματα και συσκευές, κάνοντας πολλές φορές πατέντες, που δεν υπάρχουν πια. Όλοι αυτοί αποτελούν ένα σπουδαίο κεφάλαιο για το Μέγαρο.
Όμως, για να διατηρηθεί το επιθυμητό επίπεδο, για ν’ ανανεωθεί τεχνολογικά ο εξοπλισμός, για να εκτελεστεί το πρόγραμμα, απαιτούνται χρήματα. Η επιχορήγηση και η στήριξη από το Υπουργείο Πολιτισμού, είναι πάρα πολύ σημαντική αλλά δεν αρκεί. Το Μέγαρο ήταν στο παρελθόν πολύ ψηλά στην λίστα προτίμησης των χορηγών και είχαν δοθεί γενναιόδωρες χορηγίες και δωρεές. Αυτές, τα τελευταία χρόνια, σημείωσαν μεγάλη κάμψη, αλλά σιγά – σιγά επανέρχονται. Γίνονται καμπάνιες και προσφέρονται ελκυστικά προνόμια για προσέλκυση των παλαιών και καινούργιων φίλων και συνδρομητών, απαραίτητοι και πολύτιμοι αρωγοί για την επιβίωση του Μεγάρου και τη στήριξη του έργου του.
To Μέγαρο αγαπήθηκε από το ελληνικό κοινό, από Έλληνες και ξένους καλλιτέχνες. Και την αγάπη αυτή την εξέφρασε με πολύ συγκινητικά λόγια η γνωστή σοπράνο Μarlis Petersen, αρχές Νοεμβρίου, στο γκαλά όπερας, αφιερωμένο στη μνήμη του Χρ. Λαμπράκη: «Το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή είναι η οικογένεια. Όχι η βιολογική οικογένεια, αλλά η οικογένεια του πνεύματος και της ψυχής. Γι’ αυτό σας λέω ότι η Ελλάδα είναι η οικογένειά μου, η Αθήνα είναι η οικογένειά μου, το Μέγαρο είναι η οικογένειά μου, εσείς είστε η οικογένειά μου».
Eυχή όλων το Μέγαρο Μουσικής να ξεπεράσει τα προβλήματά του και να συνεχίσει το πολιτιστικό του έργο, ανακτώντας την αίγλη, την λάμψη και ακτινοβολία που είχε εντός και εκτός Ελλάδος.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Kαϊρη Μαρία, “Μουσικήν ποίει καί εργάζου” 1953 – 2013, Εκδ. Σύλλογος Φίλων της Μουσικής, Αθήνα, 2013
ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
https://www.youtube.com/watch?v=9Z6IaDASYOM 30 χρόνια: Το Μέγαρο σε αριθμούς.
Η Αιθουσα Χρ. Λαμπράκη από την σκηνή / © Yiannis Bournias
«Πηγή: https://www.athensvoice.gr/culture/737866-ta-30-hronia-toy-megaroy-moysikis»