Ο Ελληνοαμερικανός ηθοποιός που πρωταγωνίστησε στη σειρά «Star Trek: Discovery» και τον είδαμε πρόσφατα στη νέα παραγωγή του Apple TV+ «The Crowded Room» στο πλευρό του Tom Holland, απέχει από κάθε κλισέ και είναι ένας ταλαντούχος νέος ηθοποιός του Hollywood.
Αν και φανατικός των fantasy και sci-fi franchise σειρών, δεν έμαθα τον Sam Vartholomeos μέσα από το ρόλο του στην iconic σειρά «Star Trek: Discovery» όπου πρωταγωνιστούσε μερικά χρόνια πριν. Έπεσα πάνω στο όνομά του σε στήλη γνωστής ιστοσελίδας που φιλοξενεί τους πιο όμορφους ηθοποιούς και το όνομά του με ιντρίγκαρε να ψάξω παραπάνω γι’ αυτόν. Ελληνοαμερικανός πρώτης γενιάς που στα 27 του μετράει ήδη αρκετές δουλειές σε σειρές και παραστάσεις.
Μάλιστα, θα τον είδαμε πρόσφατα στη νέα μεγάλη παραγωγή του Apple TV+ «The Crowded Room» όπου συμπρωταγωνιστεί με τον Tom Holland. Ο Sam μιλάει φανταστικά ελληνικά αν και έχει γεννηθεί και μεγαλώσει στη Νέα Υόρκη, είναι φοβερά αστείος, ευγενικός και προοδευτικός και η κουβέντα μαζί του είναι σαν να κάθεσαι με ένα φίλο σου σε μια βεράντα του Αιγαίου και συζητάς. Γνωρίστε τον ηθοποιό που θα μας απασχολήσει πολύ στο μέλλον.
Sam, πώς μιλάς τόσο καλά ελληνικά;
Οι γονείς μου με έστελναν δύο μήνες κάθε καλοκαίρι στο Καρπενήσι, στους παππούδες μου. Είχαμε κότες και κατσίκια, ήταν μια κανονική ορεινή φάρμα. Έτσι έμαθα ελληνικά. Χάρη στους γονείς και τους παππούδες μου.
Νιώθεις πιο πολύ Έλληνας; Νιώθεις περισσότερο Αμερικανός;
Νιώθω Έλληνας. Κάθε φορά που το λέω αυτό δεν ξέρω πώς θα το εκλάβουν οι Έλληνες. Πήγαινα στην Ελλάδα από τόσο μικρή ηλικία και για μεγάλα διαστήματα. Έμενα δύο μήνες. Είχα φίλους, έπαιζα στην πλατεία του χωριού με τα παιδιά, χόρευα, πήγαινα σε γλέντια. Είναι πολύ δύσκολο να μην έχεις την ελληνική κουλτούρα μέσα σου όταν κάνεις όλα αυτά τα πράγματα σε τόσο μικρή ηλικία. Κάθε φορά που επιστρέφω στη Νέα Υόρκη από τις διακοπές μου σκέφτομαι γιατί έφυγα από την Ελλάδα. Θεωρώ ότι έχω πολύ Έλληνα στον τίτλο του Greek American.
Θέλω να μου πεις αν η πολιτισμική κληρονομιά σου είχε επίδραση στην καριέρα σου.
Πάρα πολύ. Όλοι λένε ότι η μαμά μου ήταν η πρώτη ηθοποιός στην οικογένεια. Όταν μεγάλωνε στο Καρπενήσι είχε απομνημονεύσει όλο το ποίημα του Διονύσιου Σολωμού, που ένα κομμάτι του είναι και ο Εθνικός μας Ύμνος, και το έλεγε στην πλατεία του χωριού. Μεγάλωσα ακούγοντας Δημήτρη Μητροπάνο και ακόμα και σήμερα είναι ο αγαπημένος μου μουσικός.
Στο σπίτι ακούγαμε Μίκη Θεοδωράκη, Λευτέρη Πανταζή, πιο παλιά τραγούδια, φαντάζομαι όπως σε κάθε τυπικό ελληνικό σπίτι. Η μαμά μου καθώς μαγείρευε τραγουδούσε κομμάτια από Έλληνες τραγουδιστές που δεν θυμάμαι καν. Ήταν πάντα δίπλα μου, οπότε αυτή η κουλτούρα από την οποία κατάγεται και το θέατρο πραγματικά με επηρέασε. Οι Έλληνες έδωσαν δομή στη μυθοπλασία και φιλοσοφούσαν, και αυτό είναι κάτι που με επηρέασε πολύ.
Πώς αντέδρασαν οι γονείς σου όταν τους είπες ότι θα γίνεις ηθοποιός;
Το ήθελα από μικρό παιδί και πάντα το έλεγα. Στην αρχή ήταν απλώς χαριτωμένο γιατί απαντούσα «ηθοποιός» στην ερώτηση για το τι θέλω να γίνω όταν μεγαλώσω. Ήθελα να παίζω στη σκηνή. Δεν ξέρω σε ποια ηλικία ήμουν όταν άρχισε να γίνεται λιγότερο χαριτωμένο, αλλά οι γονείς μου ήταν πάντα πολύ υποστηρικτικοί.
Ειδικά τώρα που βλέπουν την επιτυχία στην οποία έχουν οδηγήσει τα μικρά βήματα που έχω κάνει –γιατί η επιτυχία δεν έρχεται με ταχύτητα–, ξέρουν ότι δεν ήμουν τρελός όλα αυτά τα χρόνια που προσπαθούσα. Υπήρχε σίγουρα πίεση να έχω και ένα εναλλακτικό πλάνο αν αποτύχει η υποκριτική και γι’ αυτό πήγα στο πανεπιστήμιο και σπούδασα και ψυχολογία και φιλοσοφία, αλλά το πτυχίο μου δεν φάνταζε η καλύτερη επιλογή για μένα όσον αφορά στην καριέρα μου. Βέβαια, όσα έμαθα στην ψυχολογία προσπάθησα να τα χρησιμοποιήσω και στην υποκριτική.
Πες μου πώς ξεκίνησες.
Όταν ήμουν μικρός στην Αστόρια ανεβάζαμε ως κοινότητα παραστάσεις στα ελληνικά και κάναμε και στο σχολείο θέατρο, αλλά στο λύκειο άρχισα να βλέπω την υποκριτική πιο πολύ ως δομημένη βιομηχανία όπου βρίσκεις έναν ατζέντη κι εκείνος σου κλείνει ακροάσεις. Πριν από αυτό δεν είχα εικόνα πώς λειτουργεί. Από την οικογένειά μου κανείς δεν είχε δουλέψει στη βιομηχανία του κινηματογράφου ή του θεάτρου πριν από μένα και γι’ αυτό ήταν πολύ επιφυλακτικοί.
Δεν ήξεραν πώς να με καθοδηγήσουν και τους φόβιζε το ότι έπρεπε να αφήσουν το γιο τους σε αυτή τη βιομηχανία για την οποία είχαν ακούσει τόσα πράγματα, ειδικά για τους νέους ηθοποιούς. Μελέτησα την τέχνη μου όλο και περισσότερο, βρήκα manager και η καριέρα μου ξεκίνησε όταν έγινα ο αντικαταστάτης του Timothée Chalamet στην παράσταση «Prodigal Son» του John Patrick Shanley. Στη συνέχεια βρήκα ατζέντη και ελάχιστους μήνες μετά έκλεισα το ρόλο για το «Star Trek: Discovery». Από εκεί πήγε όλο και καλύτερα. Φαντάσου ότι στην πανδημία έκλεισα το «Bridge and Tunnel», που έκανε δύο φανταστικές σεζόν στην τηλεόραση.
Μιλώντας για «Star Trek», το αγαπούσες πάντα ή ήσουν fan του «Star Wars»;
Ο μπαμπάς μου ήταν fan του «Star Trek» και ο αδερφός μου του «Star Wars», οπότε τα αγαπούσα και τα δύο. Βέβαια, δεν ξέρω αν μπορώ να με χαρακτηρίσω fan. Έχω πάει και σε μερικά συνέδρια fans στο Λας Βέγκας για το «Star Trek», οπότε διστάζω να αποκαλέσω τον εαυτό μου fan γιατί αν δεις τι γίνεται εκεί θα σοκαριστείς. Είναι τέλειο. Απίστευτη εμπειρία. Αγαπώ την πίστη που έχουν οι fans.
Πώς νιώθεις που σχεδόν όλη η μυθοπλασία είναι fantasy franchises πλέον;
Αυτό που κάνει πολύ καλά το fantasy είναι να δείχνει μέσα από τους χαρακτήρες βασικά χαρακτηριστικά της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Αν σκεφτείς τις ιστορίες της ελληνικής μυθολογίας, αναλογίζεσαι πόσα έχει να δώσει στη μυθοπλασία. Αγάπη, μίσος, ωμά ένστικτα και συναισθήματα που μπορούν να αποτυπωθούν σε μεγάλες και μικρές οθόνες. Μου αρέσουν οι ιστορίες αυτές και τις βλέπουν. Σε μια σειρά σαν το «House of the Dragon» δεν είναι οι δράκοι το θέμα, αλλά η ανθρώπινη φύση. Τις σχέσεις των ανθρώπων και τη δυναμική μεταξύ τους εξερευνά η σειρά.
Ονειρεύεσαι κάποιο συγκεκριμένο ρόλο σε fantasy franchise;
Θα έλεγα τον Ηρακλή στο MCU, αλλά θα χρειαζόμουν περισσότερη μάζα μάλλον για τον παίξω. Ίσως τον Αχιλλέα, αλλά ο Brad Pitt τον έχει υποδυθεί στο παρελθόν με τεράστια επιτυχία. Αυτές θα ήταν οι επιλογές μου, αλλά μάλλον έχασα την ευκαιρία και για τις δύο.
Ποια είναι η μεγαλύτερη παρεξήγηση που υπάρχει για τη βιομηχανία του κινηματογράφου;
Η μητέρα μου έχει ακούσει όλες αυτές τις τρομακτικές ιστορίες για τη βιομηχανία και σαν Ελληνίδα μαμά πάντα φοβόταν και μου έλεγε να προσέχω. Από μικρό παιδί. Έχω δουλέψει με φανταστικούς σκηνοθέτες, παραγωγούς και ηθοποιούς και το μόνο που έχω να πω είναι ότι όλοι θέλουν να πουν την ιστορία με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Δεν έχω ιστορίες τρόμου μέχρι τώρα να μοιραστώ, όμως είμαι σίγουρος ότι με περιμένουν στο μέλλον. Πάντως, νιώθω ευγνώμων που είμαι σε αυτή τη βιομηχανία.
Δεν έχεις δουλέψει σε κάποιο τοξικό περιβάλλον που σε έκανε να θέλεις να τα παρατήσεις;
Έχω δουλέψει με ηθοποιούς που θαύμαζα και εγώ ο ίδιος στη βιομηχανία, ηθοποιούς που τους αρέσει να ορίζουν το πλατό ή τις πρόβες. Είναι σαν άρχοντες. Μπαίνουν μέσα και όλοι τούς κοιτάνε. Αυτό που θα πω είναι ότι εμένα προσωπικά μου αρέσει ένα εργασιακό περιβάλλον όταν είναι συνεργατικό. Νομίζω ότι έτσι όλοι βγάζουν τον καλύτερο εαυτό τους, οπότε προτιμώ να δουλεύω σε τέτοια περιβάλλοντα.
Έχεις γνωρίσει κάποιο icon σου;
Με έναν έχω δουλέψει δύο φορές, τον Jason Isaacs. Έκανα μια θεατρική παράσταση με τον Ethan Cohen των αδερφών Cohen και στο πάρτι μετά την πρεμιέρα ήρθε μου μίλησε η Nia Vardalos. Μου έκανε κομπλιμέντα. Ό,τι και να λένε κάποιοι για το «Γάμος αλά ελληνικά», εγώ νιώθω ότι είναι μια πολύ ακριβής περιγραφή των Ελληνοαμερικανών και είναι πολύ σημαντικό ότι μας έβαλε στη μεγάλη οθόνη. Υπάρχει αλήθεια σε αυτή τη μυθοπλασία για τους Έλληνες της Αμερικής. Νιώθω σεβασμό για εκείνους που παρουσιάζουν την ελληνική κουλτούρα στη μεγάλη οθόνη. Έχουμε πολύ πλούσιο πολιτισμό και πολλές ιστορίες να πούμε. Πρόσφατα ξαναείδα τη «Μικρά Αγγλία» του Παντελή Βούλγαρη και το «Chevalier» της Αθηνάς Τσαγγάρη και φυσικά λατρεύω τη δουλειά του Γιώργου Λάνθιμου. Και οι τρεις είναι πολύ καλοί σκηνοθέτες. Οι Έλληνες είμαστε παρόντες. Θεωρώ σημαντικό να δημιουργούμε δεσμούς μεταξύ μας γιατί έχουμε πολλές ιστορίες να πούμε.
Οι τελευταίες σειρές που έχεις κάνει διαδραματίζονται σε περασμένες δεκαετίες. Υπάρχει κάτι που σου φέρνει νοσταλγία αν και μικρός;
Ο μπαμπάς μου ήταν μηχανικός. Ήταν σαν να είχε μείνει στα ’70s. Μεγάλωσα δίπλα σε παλιά αυτοκίνητα. Οπότε άκουγα πολλή μουσική από τη δεκαετία αυτή στο αμάξι με τον μπαμπά μου.
Είσαι ένας όμορφος άντρας. Φοβάσαι ότι μπορεί να περιοριστείς στο ρόλο του ωραίου;
O χαρακτήρας που έπαιζα στο «Bridge and Tunnel» και εκείνος που υποδύομαι στο «Crowded Room» είναι παρόμοιοι – ένα όμορφο παιδί από τη Νέα Υόρκη. Είναι πάντα καλό να έχεις δουλειά, αλλά θα ήθελα να με γνωρίζουν και για παραπάνω πράγματα από το ρόλο του ωραίου και να υποδυθώ κι άλλους χαρακτήρες. Θα ήθελα να έχω την ευκαιρία να επεκτείνω το ρεπερτόριό μου και να δείξω κι άλλα πράγματα που μπορώ να κάνω υποκριτικά. Μου λένε ότι είμαι αστείος, αλλά είναι δύσκολο στη βιομηχανία να βάλεις έναν άνθρωπο που έχει ωραία εμφάνιση σε αστείους ρόλους. Θα ήθελα να με δω σε κάτι για το οποίο θεωρούν ότι δεν είμαι κατάλληλος.
Τελευταία γίνεται μεγάλη κουβέντα για το method acting. Πώς νιώθεις εσύ γι’ αυτό;
Δεν θα έλεγα ότι είμαι method actor στο έπακρο όπως ο Robert De Niro ή ο Christian Bale. Αν είμαι τυχερός και έχω χρόνο μεταξύ της audition και του γυρίσματος, προσπαθώ να εξερευνώ όσο πιο πολύ μπορώ το ρόλο και τον κόσμο του. Ειδικά για τους ρόλους που έχω πάρει μέχρι τώρα –με εξαίρεση το «Star Trek: Discovery» που διαδραματιζόταν στο διάστημα–, προσπαθώ να τους βάζω στη ζωή μου, να τους βιώνω και να τους δίνω βάθος και ζωή.
Είσαι μέρος μιας γενιάς που ασχολείται έντονα με την κοινωνική δικαιοσύνη. Ζώντας στην Αμερική νιώθεις ότι όλα αυτά τα κινήματα άλλαξαν την κοινωνία και τη βιομηχανία;
Προσωπικά με απασχολεί πολύ η σημασία της ψυχικής υγείας. Όλα αυτά τα κινήματα για το κλίμα, τα ΛΟΑΤΚΙ δικαιώματα και τα δικαιώματα των γυναικών αποδεικνύουν για μένα ότι είμαστε πολύ πιο κοντά απ’ όσο νομίζουμε και αυτά που μας ενώνουν είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν. Όσον αφορά στην ψυχική υγεία, νιώθω ότι το να ανοίγουμε συζητήσεις είναι καλό. Η σχέση μου με τους φίλους μου είναι πολύ πιο ουσιαστική από παλιά επειδή πλέον ο κόσμος συζητά. Ο ζωή είναι σκοτεινή και μοναχική όταν τα κρατάς όλα μέσα σου. Είναι σημαντικό να ανοιγόμαστε. Μέσα από τη συζήτηση καταλαβαίνει κανείς ότι υπάρχει τρόπος να βρει κοινό τόπο με τον άλλο. Πρέπει να μάθουμε να ακούμε περισσότερο.
Μιλώντας για την ψυχική υγεία, νιώθεις ότι οι νεότερες γενιές εκπαιδεύουν τους μεγαλύτερους να μιλάνε για πράγματα που δεν συνήθιζαν παλιά;
Δεν ξέρω τι συμβαίνει με τους Έλληνες στην Αμερική. Οι παππούδες μας ήρθαν εδώ ψάχνοντας για καλύτερη ζωή και τη βρήκαν, αλλά δεν υπήρχε χρόνος για να συζητούν. Μόνο δούλευαν ή φρόντιζαν την οικογένειά τους. Ήταν μόνο υποχρεώσεις και επιβίωση. Τώρα που ζούμε πιο άνετα, αυτό που μας απασχολεί είναι το να είμαστε χαρούμενοι. Τώρα έχουμε ανέσεις που μας κάνουν να νιώθουμε λιγότερο άνετα σε άλλους τομείς. Αυτό που θέλω να κάνω εγώ για τους γονείς μου είναι να φύγουν από το σκεπτικό της επιβίωσης και να επιτρέψουν στον εαυτό τους να είναι χαρούμενοι. Η επιβίωση είναι σημαντική, αλλά καμιά φορά σε κάνει να ξεχνάς άλλα σημαντικά πράγματα στη ζωή. Προσπαθώ να μιλάω στους γονείς μου με στόχο να τους δείξω ότι κάποιες επιλογές τους μπορεί να μην κάνουν καλό στους ίδιους. Είναι πολύ δύσκολο και δεν καταφέρνω πολλά, αλλά προσπαθώ. Νομίζω ότι οι σπουδές μου στην ψυχολογία με βοήθησαν πολύ να δω τη σημασία της ψυχικής υγείας. Διάβαζα τους στωικούς και τον Μάρκο Αυρήλιο και κατάλαβα ότι δεν μπορώ να ελέγξω το πάντα.
Έχεις νιώσει ποτέ ρατσισμό λόγω της καταγωγής σου;
Aυτές τις μέρες είναι πολύ καλό να είσαι διαφορετικός.Το όνομά μου είναι Sam Vartholomeos. Στο λύκειο ένιωθα πολύ Έλληνας για τους φίλους μου στο σχολείο και στην Αστόρια όχι αρκετά Έλληνας. Ήταν πολύ παράξενο. Ένιωθα ότι δεν ανήκω πουθενά. Ο manager στην αρχή μού είχε προτείνει να κάνω το επώνυμό μου Varthos, σαν καλλιτεχνικό, αλλά ένιωθα ότι έτσι χάνω ένα κομμάτι του εαυτού μου. Δεν μου άρεσε καν να με λένε Sam. Το όνομά μου είναι Σεραφείμ. Κάποτε είχα μια audition με τη Mariska Hargitay από το «Law and Order» και μου είπε ότι έχω πολύ ωραίο επώνυμο. Μετά με ρώτησε για το μικρό μου όνομα και όταν της το είπα μου έκανε κομπλιμέντο για το πόσο όμορφο είναι. Της ανέφερα ότι μου ζητάνε να το αλλάξω και μου είπε ότι το ίδιο ζήταγαν και από κείνη, αλλά προφανώς δεν το έκανε. Έτσι ένιωσα πιο άνετα. Το όνομά σου σημαίνει πολλά. Γενικά, πάντως, δεν έχω νιώσει ρατσισμό. Δεν θέλω να με βλέπουν μόνο ως Έλληνα όσον αφορά στην καριέρα μου.
Από τον Γιάννη Τσιούλη. Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Downtown, στο τεύχος του Νοεμβρίου.
Πηγή: αναδημοσίευση από το https://downtown.gr/