ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Ο ελληνορθόδοξος ναός της Αγίας Μαρκέλλας στο Γουάντα του Λονγκ Αϊλαντ το πρωί της Πέμπτης, 15 Οκτωβρίου 2020 είχε πλημμυρίσει από Χιώτες όλων των ηλικιών, οι οποίοι προσκύνησαν την σορό του Χρήστου Κοβόρου και στην συνέχεια παρακολούθησαν συντετριμμένοι την Νεκρώσιμη Ακολουθία την οποία έψαλε ο ιερατικός προϊστάμενος, π. Γεώργιος Κολιός.
Τόσο εντός του ναού όσο και στο προαύλιο επικρατούσε άκρα του τόπου σιωπή, η οποία διακόπτονταν από τους αναστεναγμούς της χαροκαμένης οικογένειας και των λοιπών συγγενών. Τα πολύχρωμα στεφάνια και οι ζωγραφιές των εγγονιών που πήρε μαζί του ο αείμνηστος καθιστούσαν ακόμη πιο συγκινητική την τελετή και συνάμα υπενθύμιζαν σε όλους ότι ο αείμνηστος ήταν πρώτα και πάνω από όλα ένας αξιολάτρευτος σύζυγος, πατέρας, παππούς, αδελφός και θείος.
Ο ιερατικός προϊστάμενος, π. Γεώργιος Κολιός, στον επικήδειο επεσήμανε ότι δεν είχε την τύχη να γνωρίσει τον εκλιπόντα στις ημέρες της δόξας του, αλλά τον συνάντησε τις τελευταίες ημέρες όταν τον κοινώνησε στο σπίτι του και, όπως επεσήμανε, έμεινε έκπληκτος από την αγάπη της οικογένειας και το πιο σημαντικό από την ευλάβεια και την ακράδαντη πίστη στον Θεό.
«Ο αείμνηστος έφυγε πλήρων ημερών αφήνονταν πίσω μια εξαίρετη οικογένεια και μια μεγάλη παρακαταθήκη την οποία πιστεύω ότι η Μαρία, τα παιδιά και τα εγγόνια του θα αξιοποιήσουν και διαιωνίσουν», επεσήμανε μεταξύ άλλων ο π. Γεώργιος Κολλιός.
Αμέσως μετά οι συγγενείς και οι φίλοι προσκύνησαν την σορό και εξέφρασαν τα ειλικρινή και εγκάρδια συλλυπητήρια στους οικείους του. Οι περισσότεροι ακολούθησαν την αυτοκινητοπομπή και το απηύθυναν τον ύστατο χαιρετισμό στο Κοιμητήριο «Greenfield Cemetery» στο Γιούνιοντέιλ του Λονγκ Αϊλαντ.
Ο Χρήστος Κοβόρος του Βασιλείου, όπως έγραψαν οι «Αναμνήσεις» την Κυριακή, 11 Οκτωβρίου 2020, έχασε την τελευταία και συνάμα άνιση μάχη με την επάρατη νόσο σε ηλικία 84 ετών βυθίζοντας σε πένθος την σύζυγό του το Μαρία το γένος Κανέρη, τα παιδιά Βασίλειο και Ελένη, Μιχάλη και Αναστασία, Κωνσταντίνο και Ελένη, τα εγγόνια Μελπομένη, Χρήστο και Δημήτριο Κοβόρο, Μαρία Κοβόρου και τον αρραβωνιαστικό της Γιώργο Γαλάτουλα, Στέλλα Κοβόρου, Χρήστο και Σόφη Κοβόρου, τα αδέλφια Δέσποινα Κανέρη, Ελευθερία Κοβόρου, Κούλα Κοβόρου, Θεοδώρα Κοβόρου και Μιχάλη Γωνιά, τους κουνιάδους Ειρήνη Γωνιά, Γιάννη Κανέρη, Γεωργία Λίου, Παναγιώτη και Μαριάνθη Κανέρη, τα ανίψια, τα ξαδέλφια και τους λοιπούς συγγενείς εδώ και στην Ελλάδα.
Ο αείμνηστος γεννήθηκε στις 7 Ιουλίου 1936 στις Τρύπες Χίου όπου και μεγάλωσε. Οι αείμνηστοι γονείς του Βασίλειος και Δεμεστινή Κοβόρου έφεραν στον κόσμο επτά παιδιά και συγκεκριμένα την Μαρία, την Δέσποινα, την Αγνή, τον Χρήστο, τον Θεόδωρο, τον Ελευθέριο και τον Μιχάλη και τα γαλούχησαν με τις καλύτερες αρετές της φυλής μας.
Σε ηλικία δεκατριών ετών μετέβη στην πόλη και εργάστηκε σε φούρνο και αργότερα ακολούθησε το παράδειγμα πολλών συμπατριωτών και εργάστηκε στα καράβια.
To 1962 o Χρήστος παντρεύτηκε την εκλεκτή της καρδιάς του, την Μαρία το γένος Κανέρη, τήρησαν όσο ελάχιστοι τον όρκο της αιώνιας αγάπης και έζησαν μονοιασμένοι και αγαπημένοι για 58 συναπτά έτη.
Το ζεύγος έφερε στον κόσμο τρία παιδιά, τον Βασίλειο, τον Μιχάλη και τον Κωνσταντίνο και τα γαλούχησαν με τις καλύτερες αρετές της φυλής μας.
Το 1976 ο Χρήστος και η Μαρία Κοβόρου με τα τρία ανήλικα παιδιά τους ήρθαν για μια καλύτερη τύχη στη Νέα Υόρκη και εγκαταστάθηκαν στο Λονγκ Αϊλαντ.
Ο αείμνηστος αρχικά εργάστηκε στα εστιατόρια, αλλά ήθελε να κάνει κάτι δικό του. Στη συνέχεια εργάστηκε ως μπογιατζής και με την πάροδο του χρόνου ίδρυσε την δική του εταιρία κέτερινγκ.
Ο Χρήστος και η Μαρία επένδυσαν όσο ελάχιστοι στην παιδεία των παιδιών τους και τους παρείχαν την δυνατότητα να σπουδάσουν στα καλύτερα πανεπιστήμια.
Ο αείμνηστος ήταν ενεργό μέλος της κοινότητας της Αγίας Μαρκέλλας στο Γουάντα του Λονγκ Άϊλαντ και συνάμα ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Τρυπουσίων Χίου Αμερικής «Άγιος Συμεών». Συμμετείχε στις παρελάσεις και προσέφερε την συμβολή του στον αγώνα της ομογένειας για την προώθηση των εθνικών μας θεμάτων. Η ομογένεια και η κοινότητα των Τρυπών Χίου έχουν ευεργετηθεί από την γενναιοδωρία του.
Μετά την συνταξιοδότησή του μοιραζόταν τον χρόνο μεταξύ Νέας Υόρκης και Χίου, όπου διατηρούσε το δικό του σπίτι και καλλιεργούσε τις ελιές και άλλα οπωρολαχανικά.
Ο Χρήστος διακρινόταν για το σπάνιο του χαρακτήρα του, για την γενναιοδωρία, την ευσπλαχνία και την γενναιότητά του.