Προσκοπικές αναμνήσεις, μια αξέχαστη εκδρομή (Also in English)

1
Η πρώτη προσκοπική ομάδα, στην εορτή της Παναγίας στο Μεσοχώρι, 8 Σεπτεμβρίου 1949. Από αριστερά, όρθιοι: Ντίνος Λάμπρος, Μιχάλης Μανωλιός, Παντελής Αυλωνίτης, Μιχάλης Σακελλάκης, Φλούριος Ασπρομάτης, Βάσος Καβουκλής, Αναστάσης Μαλώφτης, Μιχαήλος Χατζηγεωργίου, Νίκος Νικολαΐδης (αρχηγός). Μεσαία σειρά: Οι ενωματάρχες Νίκος Ιωαννίδης, Βάσος Χατζημιχάλης, Γιώργος Ορφανός. Πρώτη σειρά: Ηλίας Ματσάκης, Μανώλης Κασσώτης, Γιάννης Ζαβόλας. (Απουσιάζει ο Αντώνης Χατζημιχάλης που εκείνη την ώρα κρατούσε σκοπιά). The first scout pack, on the feast of Panagia in Mesochori, September 8, 1949. From left, standing: Dinos Lambros, Micheal Manolios, Pantelis Avlonitis, Micheal Sakellakis, Flourios Aspromatis, Vasos Kavouklis, Anastasis Maloftis, Micheal Chatzigeorgiou, Nick Nikolaidis (pack leader). Middle row: The squad leaders Nick Ioannidis, Vasos Hatzimichalis, George Orfanos. First row: Elias Matsakis, Manolis Cassotis, John Zavolas. (Anthony Hatzimichalis is absent, who at that time had guard duty).

Είχαν περάσει δυο χρόνια από τότε που ιδρύθηκε η πρώτη προσκοπική ομάδα στην Κάρπαθο με την συμμετοχή της στις εθνικές και θρησκευτικές γιορτές, σε παρελάσεις και εκδρομές. Στην αρχή οι εκδρομές γινόντουσαν σε κοντινές αποστάσεις με τα πόδια, όπως στο Κούρι και στο Αρδάνι, και οι πιο πολλές με την βάρκα στην Ξετρυπητή καμάρα και στην Καμαρούκα στο Βρόντη, στην καμάρα με τους σταλακτίτες στα Καντήλια, και στην Κυρά Παναγιά του Κάτω Μερτώνα. Επίσης πηγαίναμε, και με τα φορτηγά της εποχής, στα κάτω χωριά του νησιού όπου υπήρχε αυτοκινητόδρομος.

Η ομάδα ήταν τώρα έτοιμη για το μεγάλο ξεκίνημα, πλησίαζε η 8η Σεπτεμβρίου που γιόρταζε η Παναγία της Βρυσιανής στο Μεσοχώρι. Αν και ναυτοπρόσκοποι έπρεπε να δείξουμε τις ικανότητες μας και στην πεζοπορία.

Το πρωί στις 7 Σεπτεμβρίου 1949, παραμονή της εορτής, αναχωρήσαμε από τα Πηγάδια με το φορτηγό του Μιχαλάκη Μακρή, παίρνοντας ο καθένας μαζί του μια κουβέρτα και λίγα φαγητά για το δρόμο και για αργότερα.

Το χωριό ήταν κάτω από ένα ύψωμα, αλλά εμείς είμασταν μέσα στο δάσος και δεν το βλέπαμε. The village was under a hill, but we were in the forest and could not see it.

Η ομάδα αποτελείτο από τον αρχηγό Νίκο Νικολαΐδη, τους ενωμοτάρχες Βάσο Χατζημιχάλη, Νίκο Ιωαννίδη και Γιώργο Ορφανό και τους προσκόπους Μανώλη Κασσώτη, Ντίνο Χ. Λάμπρο, Μιχάλη Μανωλιό, Παντελή Αυλωνίτη, Μιχαλάκη Σακελλάκη, Φλούριο Ασπρομάτη, Βάσο Καβουκλή, Αναστάση Μαλώφτη, Μιχαήλο Χατζηγεωργίου, Αντώνη Χατζημιχάλη, Ηλία Ματσάκη και Γιάννη Ζαβόλα.

Το αυτοκίνητο μας άφησε στο Κουρούπι λίγο πιο έξω από την Βωλάδα, ακριβώς απέναντι από το εκκλησάκι του Αγίου Κωνσταντίνου. Απ’ εκεί έπρεπε να πάρουμε το μονοπάτι που κανείς μας δεν γνώριζε για το Μεσοχώρι, 20 χιλιόμετρα δρόμο. Ευτυχώς βρήκαμε μια γυναίκα που δούλευε στα κτήματά της και αφού μας φίλεψε με αχλάδια μας έδειξε τον δρόμο για το Μεσοχώρι. (Στην αρχή η γυναίκα μας νόμισε για Ροδίτες, επειδή για πρώτη φορά έβλεπε προσκόπους).

Από τον Κακοπεράτη στις Μισάθες

Μετά από αρκετή ώρα δρόμο φθάσαμε στον Κακοπεράτη, ένα απότομο γκρεμό 200 μέτρα μήκος και 100 μέτρα ύψος, μέσα από τον οποίο περνούσε ένα στενό μονοπάτι λιγότερο από ένα μέτρο πλάτος. Περπατούσαμε προσεκτικά και -όσο γινόταν- πιο κοντά στον βράχο. (Λέγανε πως κανένας δεν πέρασε τον Κακοπεράτη καβαλικευτός σε ζώο). Συνεχίζοντας φθάσαμε στις Μισάθες, ένα ωραίο δάσος με εντυπωσιακά ολόισια και πανύψηλα πεύκα, που προκάλεσαν τον Βάσο Καβουκλή να παρατηρήσει: “Ότι πρέπει για κατάρτια καϊκιών”. Μέσα στο δάσος δίπλα στο μονοπάτι υπήρχε ένα εγκαταλελειμμένο δασοφυλακείο από την εποχή των Ιταλών. Σταματήσαμε εκεί για λίγο, για να φάμε και να ξεκουραστούμε, γιατί είχε περάσει πια το μεσημέρι.

Η εκκλησία της Βρυσιανής με το καμπαναριό της. The church of Vrysiani with its bell tower.

Ομίχλη

Βγαίνοντας από το δάσος συνεχίσαμε ακολουθώντας  ένα μονοπάτι που ανηφόριζε, αλλά μετά από λίγο χανόταν μέσα σε μια χοχλακιά. Για κακή μας τύχη έπεσε εκείνη την ώρα και πυκνή ομίχλη που μας εμπόδιζε να δούμε 50 μέτρα πιο πέρα. (Όπως εκ των υστέρων μάθαμε το μονοπάτι που ακολουθήσαμε δεν μας πήγαινε στο Μεσοχώρι αλλά μας ανέβαζε στη Λάστο, το πιο ψηλό βουνό της Καρπάθου). Σε μικρή απόσταση είδαμε ένα στάβλο και προχωρήσαμε προς τα ‘κει, με την ελπίδα ότι θα βρίσκαμε κάποιον να μας δώσει οδηγίες. Μας έπιασε απογοήτευση όταν πλησιάσαμε κοντά και βρεθήκαμε μπροστά σ’ ένα πελώριο βράχο που από μακριά έμοιαζε με στάβλο.

Στο μεταξύ πύκνωσε η ομίχλη, δυο τρεις έπιασαν τα κλάματα και αναγκαστικά γυρίσαμε στο σημείο που το μονοπάτι ανηφόριζε. Όταν ανασυνταχτήκαμε και μετρηθήκαμε, βρήκαμε ότι έλειπε ο Μιχαήλος. Τον αναζητήσαμε και τελικά τον βρήκε ο Σακελλάκης μέσα σε μια ρεματιά. Ο αρχηγός συνεχάρη τον Σακελλάκη και τον τίμησε δίνοντας του την κορδέλα των πρώτων βοηθειών να την φορά στο μανίκι του.

Στη σύσκεψη που ακολούθησε επικρατούσαν δυο απόψεις: Να γυρίσουμε στο δασοφυλακείο και εκεί να περάσουμε την νύχτα ή να κατέβουμε στην παραλία και απ’ εκεί να προχωρήσουμε γιαλό-γιαλό μέχρι να φθάσουμε στο Μεσοχώρι. Απ’ αυτή την δύσκολη θέση μας έβγαλε η παρατηρητικότητα του Βάσου Χατζημιχάλη, που διέκρινε στην πλαγιά του απέναντι βουνού την συνέχεια του μονοπατιού προς το Μεσοχώρι. (Όπως διαπιστώσαμε αργότερα, το μονοπάτι περνούσε μέσα από χωράφια και δεν διακρινόταν εύκολα).

Το εσωτερικό της εκκλησίας. The interior of the church.

Επανήλθαμε στον σωστό δρόμο και συνεχίσαμε την πορεία. Προχωρήσαμε ακόμη λίγο και αναγνωρίσαμε την παραλία του Λευκού. (Όπως την είχαμε δει σε φωτογραφία εννοείται). Παρ’ όλη την κούραση μας, η σκέψη ότι πλησιάζαμε στο χωριό μας έβαλε “φτερά στα πόδια”. Περπατήσαμε ακόμη μια ώρα αλλά το Μεσοχώρι δεν φαινόταν πουθενά. Βρισκόμασταν  μέσα σ’ ένα δάσος ακριβώς πάνω από το χωριό, αλλά όπως ήταν κολλητό στη πλαγιά δεν το βλέπαμε. Όμως η παραλία της Αγίας Ειρήνης, βόρεια από το χωριό, ήταν γνώριμη από φωτογραφίες. Έστειλε ο αρχηγός δυο ομάδες ανιχνευτών και σε λίγο ακούσαμε τις φωνές του Σακελλάκη που πρώτος αντίκρυσε το χωριό.

 Στο Μεσοχώρι.

Με το ηλιοβασίλεμα μπήκαμε στο χωριό και καταλήξαμε στο Σταθμό Χωροφυλακής, όπου μας υποδέχθηκαν με ανακούφιση, γιατί τους είχαν τηλεφωνήσει από τα Πηγάδια ότι φύγαμε το πρωί και υποψιάζονταν ότι κάτι σοβαρό πάθαμε. Μας παραχώρησαν δυο δωμάτια στον δεύτερο όροφο, όπου τακτοποιήσαμε τα πράγματα μας και στρώσαμε τις κουβέρτες πάνω στο τσιμέντο για να κοιμηθούμε. Στο μεταξύ μαγειρέψαμε -κατά ενωμοτίες- κάτι πρόχειρο. Στην ενωμοτία του Βάσου Χατζημιχάλη, που ανήκα και εγώ, μάγειρας ήτο ο Μιχαήλος.

Κατά ενωμοτίες ορίσθηκαν και οι σκοπιές με πρώτη την ενωμοτία του Χατζημιχάλη, και πήρα την πρώτη σκοπιά 8-10 το βράδυ. Η βραδιά ήταν καλοκαιρινή, όλοι ήταν ξύπνιοι και η ώρα πέρασε χωρίς να το καταλάβω. Στους επόμενους φρουρούς η ώρα φαινόταν ατελείωτη. Για να περάσει η ώρα κάθε πέντε λεπτά ο σκοπός γύριζε 15 λεπτά το ρολόι πιο μπροστά. Μέχρι να ξημερώσει, φύλαγαν οι σκοποί που είχαν οριστεί για την άλλη μέρα…

Στο πανηγύρι

Στην εκκλησία όπου πήγαμε το πρωί, για εκκλησιασμό, υπήρχαν και πολλοί προσκυνητές που ήρθαν από άλλα χωριά, και Κασιώτες πούρθαν με καΐκι από την Κάσο. Βοηθήσαμε στο σερβίρισμα του φαγητού και παρακολουθήσαμε το πανηγύρι και το γλέντι που ακολούθησε. Εκεί βρισκόταν και ένας πλανόδιος φωτογράφος, μας έβγαλε φωτογραφία και απαθανάτισε την πρώτη προσκοπική ομάδα της Καρπάθου.

Η θαυματουργή εικόνα στης Παναγίας. The miraculous icon of the Virgin Mary.

Όταν γυρίσαμε στην Χωροφυλακή, πολλοί Μεσοχωρίτες μας έφεραν καλάθια γεμάτα φρούτα και άλλα δώρα. Την επομένη πήγαμε λίγο έξω από το χωριό για ανίχνευση. Η πρωτοπόρος ενωμοτία έβαλε «πορεία» μέσα από τα καλοπεριποιημένα αμπέλια, με δέντρα κατάφορτα από φρούτα. Φαίνεται ότι απ’ όλους μας τα πιο πολλά φρούτα έφαγε ο Φλούριος, αφού το βράδυ τον έπιασε κοιλόπονος που μας αναστάτωσε.

Την άλλη μέρα το πρωί, 10 Σεπτεμβρίου, πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Κανένας  δεν ήθελε να ακούσει για οδοιπορία. Προτιμούσαν -λέει- να πάμε στα Πηγάδια “δια θαλάσσης” έστω και… κολυμβητά, αλλά μέσο δεν υπήρχε. Από το Μεσοχώρι μετά από μια ώρα δρόμο φθάσαμε στα Σπόα. Σταματήσαμε στην αυλή της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου, όπου οι Σποΐτες μας τίμησαν με την πατροπαράδοτη φιλοξενία τους. Μετά, κατεβήκαμε στον Άγιο Νικόλα όπου έτυχε να βρίσκεται το καΐκι του Γιώργου Χριστοδούλου που μας πήγε στα Πηγάδια.


Scouting memories, an unforgettable excursion

By Manolis Cassotis

Two years had passed since the first scout pack was founded in Karpathos with its participation in national and religious holidays, parades and excursions. In the beginning, the excursions were made at short distances on foot, such as in Kouri and Ardani, and the most numerous by boat to “Xetripiti” (passing through) cave and Kamarouka (big cave) in Vronti, to the cave with the stalactites in Kantilia, and to Kyra Panagia of Kato (lower) Mertona. We also went, with the trucks of the time, to the lower villages of the island where there were roads.

The pack was now ready for the big start, September 8th approaching, which was celebrated by Panagia Vrysiani in Mesochori. Although we were sea scouts, we had to show our skills in hiking as well.

Στην αυλή του Αγίου Γεωργίου μας φιλοξένησαν οι Σποΐτες. In the courtyard of Saint George, we were hosted by the Spoitans.

On the morning of September 7, 1949, the eve of the holiday, we left Pigadia in the truck of Micheal Makris, each taking with him a blanket and some food for the road and for later.

The pack consisted of the pack leader Nick Nicolaidis, the squad leaders Vasos Hatzimihalis, Nick Ioannidis and George Orfanos and the scouts Manolis Cassotis, Dino H. Lambros, Micheal Manolios, Pantelis Avlonitis, Micheal Sakellakis, Flurios Aspromatis, Vasos Kavouklis, Anastasius Maloftis, Micheal Hatzigeorgiou, Anthony Hatzimihalis, Elias Matsakis and John Zavolas.

The truck left us in Kouroupi at the end of Volada, right across from the chapel of Saint Konstantine. From there we had to take the path, which none of us knew, to Mesochori, a 20-kilometer distance. Fortunately, we found a woman who was working on her fields and after treating us with pears, she showed us the path to Mesochori. (At first the woman thought we were from Rhodes, because she was seeing scouts for the first time).

From Kakoperatis to Misathes

After a long walk we reached “Kakoperatis” (difficult pass), a steep cliff 200 meters long and 100 meters high, through which a narrow path less than a meter wide passed. We walked carefully and – as much as possible – closer to the rock. (It was said that no one passed Kakoperatis riding an animal). Continuing, we reached Misathes, a beautiful forest with impressive towering pines, which caused Vasos Kavouklis to remark: “Everything needed for boat masts”. In the forest next to the path was an abandoned forest guard house from the time of the Italians. We stopped there for a while, to eat and rest, because it was past noon.

Fog

Coming out of the forest, we continued following a path that went uphill, but after a while it disappeared into a ravine full of big and small stones. Unfortunately for us, a thick fog fell at that time preventing us from seeing 50 meters further. (As we later learned, the path we followed was not going to Mesochori but up to Lastos, the highest mountain of Karpathos). At a short distance we saw a stable and proceeded towards it, hoping to find someone to give us directions. We were disappointed when we got close and found ourselves in front of a huge rock that looked like a stable from a distance.

In the meantime, the fog thickened, two or three started crying and we had to turn back to the point where the path went uphill. When we regrouped and counted, we found that Michael Hatzigeorgiou was missing. We looked for him and finally Michael Sakellakis found him in a ravine. The leader congratulated Sakellakis and honored him by giving him the first aid ribbon to wear on his sleeve.

In the meeting that followed, two opinions prevailed: We should go back to the forest guard house and spend the night there, or we should go down to the shore and from there we should follow the shoreline until we reach Mesochori. We were rescued from this difficult position by the observation of Vasos Hatzimichalis, who discerned on the slope of the opposite mountain the continuation of the path to Mesochori. (As we found out later, the path went through fields and was not easily discernible).

We got back on the right path and continued. We went a little further and recognized the beach of Lefkos. (As we had seen in photos, of course). Despite all our fatigue, the thought that we were approaching the village put “wings on our feet”. We walked another hour, but Mesochori was nowhere to be seen. We were in a forest just above the village, but as it was stuck to the slope, we couldn’t see it. But the beach of Saint Irini, north of the village, was familiar from photographs. The leader sent two groups of scouts and soon we heard Sakellakis voice who was the first to see the village.

 In Mesochori

At sunset we entered the village and ended up at the Gendarmerie Station, where they welcomed us with relief, because had called them from Pigadia, who knew that we had left in the morning, and suspected that something serious had happened to us. They gave us two rooms on the second floor, where we arranged our things and spread the blankets on the concrete floor to sleep. In the meantime, we cooked – according to squads – something simple. In Vasos Hatzimihalis’s squad, to which I belonged, Michael Hatzigeorgiou was the cook.

According to squads, the lookouts were also set, with the first lookout assigned to Hatzimichalis squad, and I took the first lookout from 8-10 in the evening. It was late summer; everyone was awake, and time passed without realizing it. To the next guards the time seemed endless. For the time to pass, every five minutes the guard turned the clock forward 15 minutes. Until dawn, the clock had advanced for the next day…

The feast

In the church service, when we went in the morning, were many pilgrims from the other villages and Kasians, who came by boat from Kasos. We helped serve the food and watched the feast and the dance that followed. There was an itinerant photographer who took a picture of the first scout pack of Karpathos. When we returned to the Gendarmerie building many Mesohoritans brought us baskets full of fruit and other gifts.

The next day we went a little outside the village to practice detection. The leading scout made its way through the well-tended gardens, with trees laden with fruit. It seems that of all of us, Flurios ate the most fruit, since in the evening he got a stomachache that upset us.

The next morning, September 10, we started our way back. No one wanted to hear about hiking. They preferred – as they said – to go to Pigadia “by sea” even… swimming, but there was no way. After an hour’s hiking from Mesochori we arrived at Spoa. We stopped in the courtyard of Saint George church, where the Spoitans honored us with their ancestral hospitality. Then, we went down to Saint Nicholas where George Christodoulou’s boat happened to be and took us to Pigadia.

-Advertisement / Διαφήμιση-

1 COMMENT

  1. Delightful reading!
    That is the only words to describe my feelings after the article on scouting in Karpathos island. Our churches used to have scouting programs, but no more. Perhaps after reading this beautiful article, some members might consider opening the scouting programs again. Good scouting programs help young people explore nature and build stronger character! Not to mention it brings young people together for life-long bonding!

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.