Γράφει ο Θανάσης Λαγός
«Η Μεσσηνία είναι παράδεισος, είστε τυχεροί που ζείτε εδώ» λέει στους ντόπιους ο ξενιτεμένος Μεσσήνιος που επισκέπτεται το Πάσχα το νομό για να ανανεώσει τους δεσμούς που τον συνδέουν με τον τόπο και το παρελθόν.
Και οι ντόπιοι περήφανοι για τον τόπο τους και πλημμυρισμένοι από συναισθήματα χαράς που ανταμώνουν με αγαπημένα πρόσωπα, δεν έχουν καμία διάθεση να συζητήσουν για τις αιτίες που διώχνουν τους Μεσσήνιους από το νομό. Έτσι και αλλιώς στις γιορτές οι άνθρωποι ξορκίζουν τις δυσάρεστες σκέψεις προσπαθώντας να χαρούν τη ζωή και να νικήσουν το προαιώνιο φόβο τους για το θάνατο.
Μέσα σε αυτή τη συναισθηματική ατμόσφαιρα της Εβδομάδας των Παθών και της Ανάστασης, δημιουργήθηκε μεταπολεμικά από ντόπιους και επισκέπτες ο μύθος της Μεσσηνίας πάνω στο οποίο εδράζεται ο νομός. Ουσιαστικά το αναπτυξιακό όραμα της Μεσσηνίας έχει τις ρίζες του στη νοσταλγία των ξενιτεμένων για το τόπο τους και κυρίως στην νοσταλγία των απόδημων για την παιδική και νεανική τους ηλικία. Ο… παλιός καλός καιρός όμως είναι μια αφαιρετική φαντασίωση που δημιουργείται επειδή οι άνθρωποι έχουν την τάση να θυμούνται μόνο τις ευχάριστες εμπειρίες και να λησμονούν τις δυσάρεστες.
Σε διαφορετική περίπτωση οι απόδημοι Μεσσήνιοι θα θυμούνταν ότι έφυγαν για να αναζητήσουν αλλού μεγαλύτερο εισόδημα επειδή ο νομός ήταν φτωχός. Θα θυμούνταν επίσης ότι έφυγαν για να ζήσουν ελεύθεροι μακριά από το μετεμφυλιακό χωροφύλακα και τα κουτσομπολιά της ελληνικής επαρχίας.
Σε κάθε περίπτωση η αγάπη των απόδημων Μεσσηνίων για το τόπο τους είναι κάτι παραπάνω από ειλικρινής και την αποδεικνύει μεταξύ άλλων το μεγάλο απόθεμα… εξοχικών κατοικιών που δημιουργήθηκε με ανακατασκευή της πατρογονικής κατοικίας. Η απόφαση για την ανακατασκευή του πατρικού τις περισσότερες φορές πάρθηκε κάποιο Πάσχα κάτω από την επήρεια των μεθυστικών αρωμάτων της άνοιξης που πολλαπλασιάζουν τα αισθήματα νοσταλγίας για το παρελθόν.
«Η Μεσσηνία είναι παράδεισος, εδώ θα ζήσω όταν θα πάρω σύνταξη» σκεφτόταν ο απόδημος Μεσσήνιος της πρώτης γενιάς που δεν πρόλαβε να χαρεί το ανακατασκευασμένο πατρογονικό του επειδή στο μεταξύ απέκτησε εγγόνια και έπρεπε να τα μεγαλώσει για να εργάζονται τα παιδιά του.
Και κάπως έτσι κύλησαν γρήγορα τα χρόνια και η Μεσσηνία άλλαξε και μεταξύ άλλων ήρθε πιο κοντά στην Αθήνα χάρη στον αυτοκινητόδρομο Α7. Όμως οι απόδημοι δεν έρχονται πιο συχνά όπως ονειρεύονταν. Έρχονται πάλι λίγες μέρες το καλοκαίρι, το χειμώνα για να μαζέψουν τις ελιές και οπωσδήποτε το Πάσχα για να ανανεώσουν τους δεσμούς με τον τόπο και το παρελθόν. Μόνο που τα τελευταία χρόνια ακόμα και η χαρμολύπη του Πάσχα δεν μπορεί να αναπληρώσει το κενό που αφήνει η επίσκεψη στο άδειο πατρογονικό και ο ξεραμένος ακαλλιέργητος κήπος που έγινε βατουριώνα. Κάποιοι δεν αντέχουν να δουν το χωριό τους να αργοπεθαίνει και για αυτό νοικιάζουν δωμάτιο στην Καλαμάτα. Κάποιοι άλλοι επιμένουν αλλά τίποτα δεν είναι όπως παλιά. Μόνο η νοσταλγία για τον τόπο και το παρελθόν παραμένει ειλικρινής και αδιαμφισβήτητη.