ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Το εστιατόριο «Enoteca Maria» συγκαταλέγεται στα εστιατόρια του Στάτεν Άϊλαντ που έκλεισαν τον Μάρτιο λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, και το οποίο ακόμη και τις τελευταίες εβδομάδες που επιτράπηκε η εστίαση στους εσωτερικούς χώρους παραμένει κλειστό. Κι αυτό διότι προέχει η προστασία των γιαγιάδων που εναλλάξ μία ημέρα τον μήνα αναλαμβάνουν το ρόλο του σεφ και προβάλλουν την εθνική τους γαστρονομία.
Το εστιατόριο είναι το μοναδικό εστιατόριο που έχει δύο κουζίνες. Η μία είναι η ιταλική και παραμένει σταθερή και η άλλη πολυεθνική και αλλάζει καθημερινά ανάλογα με την καταγωγή της γιαγιάς σεφ.
Το εστιατόριο έχει αναρτήσει στην ιστοσελίδα του το ηλεκτρονικό βιβλίο «Nonnas of the word» το οποίο προβάλει την ιστορία όλων των γιαγιάδων. Αρκετές ιστορίες μεταξύ των οποίων και η ιστορία της ομογενούς Πλουμίτσας Ζύμνη είναι γραμμένες στην μητρική τους γλώσσα.
Δισέλιδο αφιέρωμα
Ξεφυλλίζοντας το βιβλίο διαπιστώσαμε ότι το δισέλιδο αφιέρωμα στην Πλουμίτσα είναι άκρως συγκινητικό διότι στην αριστερή σελίδα εμπεριέχεται η φωτογραφία της ομογενούς λίγα χρόνια μετά την άφιξή της στη Νέα Υόρκη και την φωτογραφία του Αγίου Γεωργίου Συκούσης, ενώ στην δεξιά σελίδα τη συνταγή επίσης στα ελληνικά για τις «Μελιτζάνες Παπουτσάκια».
Παραθέτουμε το πλήρες κείμενο του μηνύματος της Πλουμίτσας: «Γεια σας. Ονομάζομαι Πλουμίτσα. Κατάγομαι από τον Άγιο Γεώργιο Συκούσης που βρίσκεται στο νησί της Μυροβόλου Χίου. Μεγάλωσα στην Χίο με τους γονείς μου και τα τρία αδέλφια μου. Από μικρή μου άρεσε πολύ να φτιάχνω γλυκά, αλλά η μαμά μου ήθελε να τα κάνει όλα μόνη της. Σε ηλικία 24 ετών, παντρεύτηκα και μετακόμισα στην Αμερική. Δεν ήξερα να μαγειρεύω τίποτα, αλλά ο άντρας μου, που ήταν και εκείνος από τον Άγιο Γεώργιο Συκούσης και η Θεία του με έμαθαν να μαγειρεύω.
Κάναμε τρία παιδιά, και τα στείλαμε σε Ελληνικά σχολεία. Επειδή δεν εργαζόμουν όταν τα παιδιά ήταν μικρά, είχα καιρό και μου άρεσε πολύ να μαγειρεύω τα Ελληνικά φαγητά που έφτιαχνε η μητέρα μου. Στα γράμματα που μου έστελνε, έγραφε πως έφτιαχνε διάφορα φαγητά και ακολουθούσα τις οδηγίες της. Σιγά – σιγά έμαθα να φτιάχνω τα ωραία φαγητά της μητέρας μου.
Τώρα που τα παιδιά μου έχουν μεγαλώσει, και ο μεγαλύτερος μου γιος έχει παντρευτεί και έχω εγγονό, έρχονται στο σπίτι και τους φτιάχνω τα ελληνικά φαγητά και γλυκά που τους αρέσουν.
Θέλω να μάθουν όλοι τα φανταστικά πιάτα της Ελλάδας. Γι αυτό είμαι τόσο ενθουσιασμένη που θα παρουσιάσω μια γεύση της Ελλάδας σε τέτοιο ωραίο εστιατόριο. Ο προστάτης του χωριού μου, ο Άγιος Γεώργιος, με κάλεσε πίσω κοντά του στον Άγιο Γεώργιο του Στατεν Άιλαντ».
Μετέτρεψε την θλίψη σε δύναμη
Αν και είχε εργαστεί στην καφετέρια του δημοσίου σχολείου PS-12 για δύο και πλέον δεκαετίες ουδέποτε μπορούσε να φανταστεί ότι σε ηλικία 70 ετών θα γινόταν σεφ και μάλιστα σε ένα αμερικανικό εστιατόριο.
Ο θάνατος του πολυαγαπημένου της συζύγου τον Ιούλιο 2016 άλλαξε τα δεδομένα, διότι η Πλουμίτσα έχασε το στήριγμά της.
Δύο περίπου μήνες και συγκεκριμένα στις 4 Σεπτεμβρίου 2016 η κόρη της Μαρία της πρότεινε να δειπνήσουν σε ιταλικό εστιατόριο του Στάτεν Άϊλαντ. Κατά την διάρκεια του δείπνου ο ιδιοκτήτης του εστιατορίου Joe Scaravella της πρότεινε να γίνει πρέσβειρα της ελληνικής γαστρονομίας, αλλά η Πλουμίτσα, όπως επεσήμανε, «δεν του έταξε τίποτα».
Επιστρέφοντας στο σπίτι της στο Middle Village άρχισε να το συζητά με την κόρη της Μαρία, διότι χωρίς την βοήθειά της δεν θα μπορούσε ούτε καν να ονειρευτεί ότι θα μπορούσε να μεταβεί στο Στάτεν Άϊλαντ και να προβάλει την ελληνική γαστρονομία και τις παραδόσεις μας.
Η Μαρία η οποία είναι σπούδασε παιδική ψυχολογία και εργάζεται στο Τμήμα Παιδείας του Δήμου της Νέας Υόρκης (Human Resources at NYC Department of Education). την ενεθάρρυνε και μάλιστα ανέλαβε αμισθί τόσο τα καθήκοντα της οδηγού όσο και της βοηθού σεφ.
Στις 24 Σεπτεμβρίου 2016 έζωσε την ποδιά και με την βοήθεια της Μαρίας προετοίμασε τα ελληνικά εδέσματα και εξέπληξε τους θαμώνες με το κρασάτο χταπόδι, τον μουσακά, τα καλαμαράκια σαλάτα, τον μπακλαβά και άλλα.
Ανήμερα της 25ης Μαρτίου προετοίμασε μπακαλιάρο, σκορδαλιά, τραχανά, φασολάδα κι άλλα γλυκά και με τη βοήθεια της Μαρίας στόλισε το κυρίως πιάτο με ελληνικές σημαιούλες και μίλησε με υπερηφάνεια για τους αγώνες των Ελλήνων για την ελευθερία.
Ερωτηθείσα για τις εντυπώσεις της από την πρώτη ημέρα επεσήμανε ότι το εν λόγω εστιατόριο βρίσκεται στην περιοχή St. George του Στάτεν Αϊλαντ και για την Πλουμίτσα είχε ιδιαίτερη σημασία, διότι της θύμιζε τον Άγιο Γεώργιο Συκούσης Χίου.
Η προετοιμασία των γευμάτων ξεκινά δύο τρεις μέρες πριν και πολλά από τα φαγητά η Πλουμίτσα τα προετοιμάζει νωρίτερα, διότι δεν μπορεί να τα προετοιμάσει όλα την ίδια ημέρα που αναλαμβάνει τα καθήκοντα της σεφ.
Το εστιατόριο, όπως επεσήμανε, έκλεισε τον Μάρτιο 2020 και αναμένει με λαχτάρα να επιστρέψει και πάλι και να προβάλει τα ελληνικά εδέσματα, τα οποία προετοιμάζει με έξτρα παρθένο ελαιόλαδο και τα γλυκά και άλλα είδη ζαχαροπλαστικής τα οποία προετοιμάζει με την μαστίχα Χίου.
Τους επτά περίπου μήνες που μεσολάβησαν από το κλείσιμο του εστιατορίου η Πλουμίτσα προετοίμασε διάφορα γλυκά κουταλιού και μαρμελάδες και η Μαρία προετοίμασε τα βίντεο, τα οποία ανήρτησε στο διαδίκτυο και τα οποία παραχώρησε στις «Αναμνήσεις».
Από τον Άγιο Γεώργιο Σηκούσης στο αμερικανικό όνειρο
Η Πλουμίτσα Ζύμνη το γένος Ντούλου γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Αγιο Γεώργιο Συκούσης της Χίου. Οι αείμνηστοι γονείς της Ιωάννης και Αιμιλία, το γένος Πάγκαλου, έφεραν στον κόσμο τέσσερα παιδιά και συγκεκριμένα την Κυριακή, τον Παντελή, την Πλουμίτσα και τον Ευάγγελο και τα γαλούχησαν με τις καλύτερες αρετές της φυλής μας.
Στις 11 Μαϊου 1969 χόρεψε τον Χορό του Ησαΐα με τον Αντώνιο Ζύμνη που ήταν μετανάστης στη Νέα Υόρκη και εργάζονταν σε εστιατόρια.
Στις 27 Οκτωβρίου 1969 επιβιβάστηκαν στο υπερωκεάνιο Κολόμβος και μετά από 15 ημέρες και συγκεκριμένα στις 8 Νοεμβρίου 1969 ήρθαν στη Νέα Υόρκη.
Αρχικά διέμεναν στην Αστόρια και μετά από τέσσερα περίπου χρόνια αγόρασαν το δικό τους σπίτι στο Middle Village του Κουίνς.
Το ζεύγος έφερε στον κόσμο τρία παιδιά, τον Κωνσταντίνο, την Μαρία και τον Ευάγγελο και τα γαλούχησε με τις καλύτερες αρετές της φυλής μας και επένδυσαν όσοι ελάχιστοι στην παιδεία τους.
Ο Αντώνης εργάζονταν στα εστιατόρια και με την πάροδο του χρόνου απέκτησε το δικό του εστιατόριο.
Τα πρώτα χρόνια η Πλουμίτσα δεν μπορούσε να εργαστεί διότι έπρεπε να φροντίσει τα παιδιά και τους ηλικιωμένους γονείς.
Μετά από 18 χρόνια προσελήφθη στο δημόσιο σχολείο PS – 12 όπου εργάστηκε για 22.5 χρόνια μέχρι και την συνταξιοδότησή της.
Ο θάνατος του Αντώνη, όπως επεσήμανε, άλλαξε τα δεδομένα. Η Πλουμίτσα αισθανόταν ότι έχανε την γη κάτω από τα πόδια. Η αγάπη των παιδιών της και του εγγονού της Gian Zimnis καθώς επίσης και η ενασχόλησή της με το προαναφερόμενο εστιατόριο έκαναν την διαφορά και έδωσαν το έναυσμα στην Πλουμίτσα να συνεχίζει με αυτοπεποίθηση τον αγώνα για την ίδια και την οικογένειά της.