Δυο προηγούμενα άρθρα αφορούσαν τις απόψεις του συνταγματάρχη Francesco Imbriani και του αντισυνταγματάρχη Arturo Agnesi για τα γεγονότα που ακολούθησαν στα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στην Κάρπαθο μετά την άφιξη των Γερμανών στις 6 Σεπτεμβρίου 1943 και την ανακοίνωση της Συνθηκολόγησης της Ιταλίας με τους Συμμάχους. Στο ίδιο αρχείο με τις αναφορές των προαναφερθέντων, υπάρχει υπόμνημα του Διευθυντή της Αστυνομίας Maresciallo Enrico Penna προς τον συνταγματάρχη Francesco Imbriani, που αναφέρεται στο ηθικό των Ιταλικών στρατευμάτων μετά την Συνθηκολόγηση.
Enrico Penna
Ο Enrico Penna υπηρέτησε για αρκετά χρόνια στην Κάρπαθο την εποχή της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, και στο διάστημα της Γερμανικής κατοχής υπήρξε μέλος της αλυσίδας Imbriani-Penna-Διακίδη-Σακελλαρίδη-Γιαννακά που μετέδιδε στους κατασκόπους τις πληροφορίες που συγκέντρωνε η δασκάλα Maria Teresa.
Επίσης βρισκόταν στην Κάρπαθο στις 5 Οκτωβρίου 1944 και συμμετείχε στην Ιταλική αντιπροσωπεία που διαπραγματεύτηκε με την Παγκαρπαθιακή Επιτροπή την παράδοση της εξουσίας. Μετά την άφιξη των Άγγλων μεταφέρθηκε σε στρατόπεδο αιχμαλώτων στην Αίγυπτο και μετά το τέλος του πολέμου επαναπατρίστηκε στην Ιταλία. Στο υπόμνημα που υπέβαλε προς τον Imbriani στις 24 Σεπτεμβρίου, 1944 αναφέρει:
«Σύμφωνα με το αίτημα και το ενδιαφέρον σας να γνωρίζετε το σημερινό ηθικό και το μαχητικό πνεύμα των στρατευμάτων μας, ως αποτέλεσμα της εκεχειρίας που συνήφθη από την Ιταλία με τις Αγγλοαμερικανικές δυνάμεις, η κατάσταση έχει ως εξής:
Πριν την ανακωχή, και αμέσως μετά την απώλεια της Σικελίας και την απόβαση των Αγγλο-Αμερικανών στην Ιταλική χερσόνησο, ειδικά μεταξύ της πλειοψηφίας των αξιωματικών, είχε δημιουργηθεί η πεποίθηση ότι ο πόλεμος είχε χαθεί για μας και ήταν ανώφελη η συνέχισή του και η περαιτέρω αντίσταση, που θα αύξανε τα ερείπια των πόλεών μας και της βιομηχανίας μας και θα προκαλούσε απώλειες στον άμαχο πληθυσμό. Οι λόγοι που επικαλούνταν οι εν λόγω αξιωματικοί, για να υποστηρίξουν την άποψη τους, ήταν διαφορετικοί, όπως η μεγάλη υπεροχή των μέσων που διέθεταν οι Αγγλοαμερικανοί, το (Ιταλικό) πολιτικό καθεστώς και ούτω καθεξής. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, αυτοί οι λόγοι ήταν προσχηματικοί και έδειχναν την έλλειψη βούλησης των αξιωματικών να πολεμήσουν.
Οι στρατιώτες κατάγονταν, κυρίως, από το Νότο κι έμειναν αδρανείς για μεγάλο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα το γεγονός να επιδράσει διαβρωτικά στο ηθικό που απαιτείτο προκειμένου να μπορούν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία οποιαδήποτε δυναμική στρατιωτική δράση. Γνώριζαν την υπεροχή των Αγγλο-Αμερικανών και επηρεάστηκαν από την ήττα μας. Ωστόσο, πιστεύω ακράδαντα ότι από μεγάλη και γενναιόδωρη αγάπη για την Πατρίδα, θα έδιναν ό,τι πιο πολύτιμο είχαν, αν υποστηρίζονταν ηθικά από τους προϊσταμένους τους.
Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν αξιωματικοί και στρατιώτες να νοιώσουν ανακούφιση στο άκουσμα της σύναψης ανακωχής. Αισθάνθηκαν απεγκλωβισμένοι και επομένως ελεύθεροι να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα τους. Κανείς τους δεν ήθελε να ακούσει, αν κάποιος προσπαθούσε να δώσει σε αυτούς τους ανθρώπους να καταλάβουν, ότι ο πόλεμος δεν τελείωσε αφού η Πατρίδα μας αποτελούσε ακόμη πεδίον σκληρών μαχών.
Αυτή ήταν η κατάσταση το βράδυ της 12ης Σεπτέμβριου 1943, λόγω της διαφωνίας, μεταξύ των Γερμανικών ενόπλων δυνάμεων και της δικής μας Διοίκησης του νησιού, για την παράδοση των όπλων. Ανά πάσα στιγμή έπρεπε να έχουν δεσμευτεί και ετοιμαστεί όλες οι μονάδες του στρατού γι’ αυτό τον σκοπό.
Στο Τάγμα Siena παρουσιάστηκαν περιστατικά ανυπακοής σε διαταγές συμμετοχής σε πολεμικές επιχειρήσεις, με αιτιολογικό ότι ο πόλεμος έχει ήδη τελειώσει και οι στρατιώτες γυρίζουν στα σπίτια τους. Τα επεισόδια είναι γνωστά και μιλούν γι’ αυτά ελεύθερα οι στρατιωτικοί μεταξύ τους, ειδικά μετά την παράδοση των όπλων στις Γερμανικές ένοπλες δυνάμεις.
Τελειώνω με την κατάθεση της παρακάτω εμπειρίας: Στις 20 Σεπτεμβρίου το Τάγμα Siena επιβιβάστηκε σε ένα ατμόπλοιο που θα το πήγαινε στα Χανιά, και ενώ το πλοίο περίμενε στον κόλπο των Πηγαδιών για να φύγει, βομβαρδίστηκε από Αγγλο-αμερικανικά αεροσκάφη με πολλά θύματα, νεκρούς και τραυματίες. Το βράδυ της ίδιας ημέρας τρεις – τέσσερις στρατιώτες με τους αξιωματικούς της πυροβολαρχίας του Προφήτη Ηλία, το οποίο επρόκειτο να μας υποστηρίξει τη νύχτα της 12ης, αν είχαμε εμπλακεί με τους Γερμανούς, σχολιάζοντας την καταστροφή που προήλθε από τον βομβαρδισμό του ατμόπλοιου αναφώνησαν: ‘Καλά να πάθουν! Το Τάγμα Siena πληρώθηκε, επειδή δεν ήθελε να πολεμήσει’.»
The Italians in Karpathos during the war years – Maresciallo Enrico Penna
By Manolis Cassotis
Two previous articles concern the views of Colonel Francesco Imbriani and Lieutenant Colonel Arturo Agnesi on the events that followed during the years of WWII in Karpathos after the arrival of the Germans on September 6, 1943 and the announcement of Italy’s Capitulation to the Allies. In the same file of Imbriani’s and Agnesi’s reports, is the memorandum of Maresciallo Enrico Penna to Imbriani referring to the morale of the Italian troops after Italy’s Capitulation.
Enrico Penna
Enrico Penna served for several years in Karpathos during the Italian occupation of the Dodecanese, and during the German occupation he was a member of the Imbriani-Penna-Diakidis-Sacellaridis-Giannaka chain that transmitted the information gathered by the teacher Maria Teresa to the spies.
He was in Karpathos on October 5, 1944 and participated in the Italian delegation that negotiated with the Pancarpathian Committee the handover of power. After the arrival of the British he was transferred to a prisoner of war camp in Egypt and at the end of the war he was repatriated to Italy. In the memorandum he submitted to Imbriani on September 24, 1944 he states:
“In accordance with your request and interest in knowing the present morale and fighting spirit of our troops, as a result of the armistice concluded by Italy with the Anglo-American forces, the situation is as follows:
Before the armistice, and immediately after the loss of Sicily and the landing of the Anglo-Americans on the Italian peninsula, especially among most of the officers, the belief had been established that the war was lost for us and that it was useless to continue it and to resist further, which would increase the ruins of our cities and industry and cause casualties among the civilian population. The reasons adduced by these officers, in support of their opinion, were various, such as the great superiority of the means at the disposal of the Anglo-Americans, the (Italian) political system, and so on. However, these reasons were pretentious and showed the officers’ lack of will to fight.
The soldiers came mainly from the South (Italy) and remained inactive for a long period of time with the result that the fact had a corrosive effect on the morale required to be able to successfully face any dynamic military action. They knew the superiority of the Anglo-Americans and were affected by our defeat. However, I firmly believe that out of great and generous love for the Motherland, they would give their most valuable possessions if they were morally supported by their superiors.
As a result of this situation, officers and soldiers alike were relieved to hear that an armistice had been concluded. They felt liberated and therefore free to return to their homeland. None of them wanted to hear if someone tried to make these people understand that the war was not over since our Motherland was still a field of fierce fighting.
This was the situation on the evening of September 12, 1943, due to the disagreement, between the German armed forces and our own Administration of the island, over the surrender of arms. At all times all units of the army had to be committed and prepared for this purpose.
In the Siena Battalion there were cases of disobeying orders to participate in military operations, with the justification that the war is already over and the soldiers are returning home. The incidents are well known and the military men talk about them freely among themselves, especially after the handover of weapons to the German armed forces.
I close by reporting the following experience: On September 20, the Siena Battalion boarded a steamer bound for Chania, and while the ship was waiting in Pigadia Bay to leave, it was bombed by Anglo-American aircraft with many casualties, dead and wounded. In the evening of the same day three or four soldiers with the officers of the artillery of the Prophet Elias, which was committed to support us on the night of the 12th, if we had engaged the Germans, commenting on the destruction which resulted from the bombardment of the steamer exclaimed: ‘They deserve it! Siena’s Battalion was paid because it did not want to fight’.”