Γράφει η Δρ Μαρία Ν. Αγγέλη
Είχα ανάγκη να υπάρχεις. Να βρω, /ν’ ακουμπήσω κάπου τη λύπη μου, / σε καιρούς όπου όλα, πρόσωπα, / αισθήματα, ιδέες, ήταν ρευστά, / χρειαζόμουν μια πέτρα στερεή / ν’ ακουμπώ το χαρτί μου…
Ν. Βρεττάκος
Θέλετε να ξεκουραστεί το σώμα σας, να γαληνέψει η ψυχή σας, να απολαύσετε ένα ωραίο τοπίο, να ατενίσετε ένα αγέρωχο βουνό, να αφουγκραστείτε τα πουλιά, να θαυμάσετε τα γιδοπρόβατα, να προσκυνήσετε τα εξωκλήσια; Επισκεφτείτε τα Βρίστιανα Ξηρομέρου!
Το μεγάλο δένδρο αποτελούσε το φυσικό στάλο του κοπαδιού του Νίκου Δ. Αγγέλη στα Βρύστιανα Ξηρομέρου. Σήμερα αποτελεί ένα τοπόσημο για τα παιδιά και τα εγγόνια του, που περπατούν στα χνάρια του. Στον ίσκιο του θαρρώ αναπαύεται η ψυχή του πατέρα…
Κάθε κτηνοτρόφος της περιοχής είχε το δικό του φυσικό στάλο. Το δικό του δένδρο. Και αναφερόμαστε σε δέντρα εξαιρετικού κάλλους! Τοπόσημα σήμερα…
Μοιάζει το [ξηρομερίτικο] ετούτο τοπίο, έτσι μου φάνηκε, με την καλή πρόζα: καλοδουλεμένο, λιγόλογο, λυτρωμένο από περιττά πλούτη, δυνατό και συγκρατημένο. Διατύπωνε με τ’ απλούστερα μέσα την ουσία… Δανείζομαι τα λόγια του Ν. Καζαντζάκη για να αποδώσω λογοτεχνικά το χαρακτήρα αυτού του ξηρομερίτικου τοπίου!
Χρειάζεστε μόνο μια φόρμα, ένα ζευγάρι αθλητικά κι ένα καπέλο για τον ήλιο για να ανηφορήσετε ως τα Βρίστιανα… « Όλα τ’ άλλα -γραβάτες, κουκουλάρικα, παπούτσια, ξυριστικά, ματαιοδοξίες, κοσμικότητες, επιδειξιομανίες, σοβαροφάνειες, κοινωνικές υποστάσεις, «καλές» σχέσεις, νερόβραστες ρομάντζες, ρούμπες, σάμπες και «τι θα κάνουμε απόψε» παρατήστε τα στην Αθήνα». Αντιγράφω τις φράσεις του Μ. Καραγάτση.
Ένα πρωινό του καλοκαιριού ανηφορίσαμε οικογενειακώς σχεδόν, για τα Βρίστιανα. Ακολουθήσαμε το δρόμο από «Μαναστράκια». Ήταν η πρώτη στάση εκεί στο μνημονικό τόπο της στάνης του τσοπάνη Νίκου Αγγέλη και του «Πλιάκου» παλιότερα, όπως διασώζει η συλλογική μνήμη…
Για να αποδώσω τις στιγμές αυτές στα Μαναστράκια το 2022, δανείζομαι τα λόγια του ποιητή του βουνού και της στάνης, Κ. Κρυστάλλη:
«Ἀπό τά λιθοσώρια τῶν χρόνων ξεθάφτουμε τίς παλιές ἀναμνήσεις. Οἱ πρῶτες συγκινήσεις, πού κέντησαν τήν παιδική μας ψυχή, ἀφήνουν μέσα μας μνῆμες ἄσβεστες… καί εἶναι τό νῆμα πού μᾶς δένει καί μᾶς κολλάει μέ τούς τόπους, πού σ᾽ αὐτούς πέρασε ἢ νιότη μας…».
Μετά το προσκύνημα στα χνάρια του πατέρα, συνεχίζουμε τη διαδρομή μέσα σ’ ένα καταπράσινο τοπίο. Από μακριά αγναντεύουμε το επιβλητικό βουνό Βίτσι, «τη Βίτση», όπως την αποκαλούν οι Ξηρομερίτες.
Κάνουμε στάση στο εξωκλήσι του Αγίου Δημητρίου. Πρόκειται για ένα ταπεινό ξωκλήσι που αποτελεί ιερό προσκύνημα για τους Μαχαιριώτες και άλλους ξηρομερίτες. Είναι χτισμένο το 1928 στα ερείπια βυζαντινού ναού. Χτίστηκε με δαπάνη της Παναγιώτας, κόρης του Παναή Παπατρέχα. Ανοίγει κάθε χρόνο στη γιορτή του Αγίου. Ανάβουμε τα καντηλάκια, θυμιατίζουμε, ανάβουμε κερί. Ένα ταπεινό μνημόσυνο στον τσοπάνη Πατέρα που πολλές φορές έβρισκε καταφύγιο σ’ αυτό το ξωκλήσι, για να προφυλαχτεί από τις χειμωνιάτικες καταιγίδες… Ήταν «φίλος» του ο Άγιος και τον φιλοξενούσε στον ταπεινό χώρο του.
Το ερημοκκλήσι
Εις το βουνό ψηλά εκεί
είν’ εκκλησιά ερημική,
το σήμαντρό της δε χτυπά,
δεν έχει ψάλτη ουδέ παπά.
Ένα καντήλι θαμπερό
και έναν πέτρινο σταυρό
έχει στολίδι μοναχό
το εκκλησάκι το φτωχό.
Αλλ’ ο διαβάτης σαν περνά
στέκεται και το προσκυνά
και με ευλάβεια πολλή
τον άσπρο του σταυρό φιλεί…
Συνεχίζουμε την πορεία διασχίζοντας το οροπέδιο… Τεράστια δέντρα απλώνονται στο χώρο και η Βίτση μας χαρίζει ένα μοναδικό πορτρέτο, λουσμένο στα χρώματα της αυγής… Στην πλευρά της προς Βασιλόπουλο, τη Σέλα (μοιάζει με σέλα αλόγου) βοσκούσε το γιδοκόπαδο ο πατέρας. Τώρα σιωπή.
Φτάνουμε στο μεγάλο πηγάδι. Ένας ακόμη μνημονικός τόπος της κτηνοτροφίας. Εδώ οι τσοπάνηδες, με σειρά, πότιζαν τα ζώα τους. Διατηρείται ακόμη ο «κουρύτος». Εμφανή τα σημάδια του χρόνου στο πηγάδι. Το στόμιο κατά το ήμισυ σχεδόν φραγμένο από κλαδιά κοκορεφτιάς(κοκκορεβυθιάς).
Το διάζωμα, το «πεζούλι» του πηγαδιού έχει καταστραφεί… Το μεγάλο δέντρο, μια αγέρωχη βελανιδιά που ήταν λίγα μέτρα πιο πέρα απ’ το πηγάδι, έχει χαθεί. Ξεριζώθηκε, είπαν… Τα συναισθήματα που νοιώθω ανάμεικτα. Χαίρομαι που διασώζεται ακόμη το πηγάδι. Λυπάμαι που δεν συντηρήθηκε, όπως του αξίζει. Λυπάμαι και για την απώλεια της ωραίας βελανιδιάς, του δέντρου των παιδικών μου χρόνων…
Χαίρομαι που σε λίγη ώρα κατηφορίζουν το γιδοκόπαδο και το προβατοκόπαδο των αδελφών Μπαρμπαρούση, για να βοσκήσουν στο χώρο και να ξεδιψάσουν στο πηγάδι… Έρχονται στο νου μου οι στίχοι:
«Μυρίστηκα κοκορεφτιά, ἀσφάκα καί θυμάρι,
εἶδα κοτσύφια στίς μυρτιές, στίς αὐλακιές σταρήθρα.
Ἤπια νερό ἀπό τ᾿ ἀσκί, ψωμί ἀπό νιό σιτάρι,
κι ὅταν στή στάνη διάβηκα, μέ φίλεψαν μυζήθρα…» ΖΩΗΣ ΤΖΟΥΡΟΠΑΝΟΣ
Χαιρετούμε τους τσοπάνηδες και τις τσοπάνισσες. Μας αντιχαιρετούν κι εκείνοι. Η κουβέντα μαζί τους είναι πάντα ενδιαφέρουσα…
Συνεχίζουμε την πορεία προς το εξωκλήσι του Αγίου Νικολάου, «φίλου» και «συνονόματου» του πατέρα. Ο Αη Νικόλας χτίστηκε το 1972, δωρεά του Νίκου Μπούρχα, πάνω στα ερείπια βυζαντινού ναού. Αξιοθαύμαστο είναι το τέμπλο του (!), τμήμα από το τέμπλο της παλιάς εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου στο Μαχαιρά.
Χαίρομαι που αντικρίζω αυτό το εκκλησάκι ίδιο, όπως παλιά. Χωρίς προσθήκη υπόστεγου, περίφραξης και άλλων παρεμβάσεων. Νομίζω πως έτσι με τη λιτότητά του δένει πιο αρμονικά με το τοπίο! Πολλές φορές οι όποιες δομικές επεμβάσεις και προσθήκες, χωρίς αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, αλλάζουν την αισθητική των κτισμάτων όχι προς το καλύτερο…
Μετά το προσκύνημα στoν Αη Νικόλα βαδίζουμε λίγο ανηφορικά προς την Αγία Παρασκευή. Αντικρίζουμε τη λούτσα. Μια φυσική λεκάνη με νερό, που εξυπηρετούσε τις ανάγκες ποτίσματος των πολλών κοπαδιών κάποτε. Ακόμη κρατάει νερό.
Φτάνουμε στο ξωκλήσι της Αγίας Παρασκευής. Πρόκειται για ένα νεότερο κτίσμα, που χτίστηκε στα θεμέλια ενός βυζαντινού ναού της Αγίας στην περιοχή, όπως γράφει ο Γ.Η. Παπατρέχας. Το εξωκλήσι αυτό χτίστηκε με χρήματα που διέθεσε ο ιερέας Κωνσταντίνος Παπατρέχας, γνωστός ως παπά Κώστας. Οι εργασίες άρχισαν το 2007 και ολοκληρώθηκαν το 2011.
Εδώ ομολογώ ότι, αν και νεότερο, το εκκλησάκι αυτό υστερεί από αισθητικής πλευράς συγκριτικά με τα δύο άλλα. Υπερφορτώθηκε, νομίζω, ο αύλειος χώρος με σιδερένια παγκάκια ασύμμετρα μεταξύ τους… Χρήσιμα, θα πει κάποιος, για να κάθεται ο κόσμος που επισκέπτεται το ξωκλήσι στις 25 Ιουλίου που τελείται ο εσπερινός της Αγίας Παρασκευής. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, θα ήταν πιο χρήσιμο να καθαριστούν τα δεντράκια μπροστά και γύρω από το εκκλησάκι, και εκεί σε πέτρες από το ίδιο το περιβάλλον, να αναζητούν κάθισμα και ίσκιο οι χωριανοί που ανηφορίζουν, για να προσκυνήσουν ευλαβικά την Αγία Παρασκευή. Προσκυνάμε πρώτα την Αγία και μετά σεβόμαστε τον αύλειο και ευρύτερο χώρο.
Με λύπη διαπιστώσαμε επίσης, ότι σκουπίδια και πλαστικά μπουκάλια βρίσκονται διάσπαρτα στο χώρο! Κατάλοιπα του καλοκαιρινού «θρησκευτικού τουρισμού»(!) στα Βρίστιανα. Εικόνες απογοητευτικές…
Ωραία τα γλυκά, εξαιρετικοί οι άρτοι που μοιράζουν οι νοικοκυρές στους χωριανούς, αλλά θα ήταν πιο ωραία, αν στο τέλος της γιορτής μαζεύονταν και τα σκουπίδια από το χώρο. Δεν περιμένουμε να το κάνει η Αγία!
Ακόμη, με εθελοντική εργασία (γίνεται σε πολλά χωριά με προγραμματισμό(!), όχι την τελευταία στιγμή), θα μπορούσε να κλαδευτούν τα γύρω δεντράκια, ώστε να είναι κατάλληλα να χαρίσουν τη σκιά τους στους ευλαβείς προσκυνητές/τριες… Μικρές δράσεις με μεγάλη σημασία! Εδώ ουσιαστικό ρόλο μπορεί να έχουν οι τοπικοί σύλλογοι σε συνεργασία με τον Πρόεδρο της κοινότητας. (Ευτυχώς το χωριό μας έχει δραστήριο Πρόεδρο).
Υπήρχε ένα ακόμη εκκλησάκι του βυζαντινού οικισμού στα Βρύστιανα, στους πρόποδες της Σέλας (νότια προέκταση του Βίτσι), ο Άγιος Χριστόφορος. Στη θέση του ιερού ο Μαχαιριώτης, Γεώργιος Β. Κονιώσης πριν αρκετά χρόνια, τοποθέτησε ένα σιδερένιο εικόνισμα του Αγίου.
Μετά το προσκύνημα στην Αγία Παρασκευή παίρνουμε το δρόμο της επιστροφής. Στο δρόμο μας παρατηρούμε μια τενεκεδένια βρυσούλα κρεμασμένη σ’ ένα δέντρο. Απαραίτητη μάλλον για τις ανάγκες των κτηνοτρόφων της περιοχής. Εικόνα από το παρελθόν(!) που μεταφέρεται στο παρόν και συνυπάρχει με τις πλαστικές καρέκλες της εποχής…
Συνεχίζουμε και «πέφτουμε» πάνω στο άλλο πηγάδι, με τον τετράγωνο στόμιο, «σφρα». Αυτό το πηγάδι, όπως επισημαίνει ο αδελφός μου, εξυπηρετούσε επίσης, κάποτε, τις ανάγκες των κοπαδιών για νερό.
Στην επιστροφή πλησιάζουμε πάλι στο μεγάλο πηγάδι. Εκεί συναντάμε ξανά τα γίδια των αδελφών Μπαρμπαρούση. Έχουν πλησιάσει στον κορύτο του πηγαδιού και έναν ακόμη πρόσθετο, για να ξεδιψάσουν. Πίνουν νερό και δροσίζονται. Ωραία ποιμενική εικόνα!
Τότε είναι που βγάζω στο ξέφωτο της μνήμης μου τον Πατέρα με το γιδοκόπαδό του γύρω από το πηγάδι. Συγκινούμαι…
Αποχαιρετάμε τους τσοπάνηδες και παίρνουμε το δρόμο για το χωριό.
Μερικά «κλικ» ακόμη στο κινητό, για να πάρουμε μαζί μας την πεδιάδα, τα Βρίστιανα, και το βουνό, τη Βίτση. Το ήμερο και το άγριο της περιοχής, που συνυπάρχουν αιώνες τώρα. Και μαζί τα γίδια και τα πρόβατα που πορεύονται σ’ αυτόν τον τόπο αιώνες…
Αγαπημένα Βρίστιανα, σας Αποχαιρετάμε!!!
Ένα φυσικό «κλιματιστικό» που μας δροσίζει με το αεράκι του! Μια ανάσα δροσιάς στην κάθοδο προς το Μαχαιρά! Πάντα μου προξενούσε εντύπωση αυτή η τρύπα. Θυμάμαι τον πατέρα που μου έλεγε, «μπορεί να περνάει ποτάμι αποκάτω, ποιος ξέρει; Οι επιστήμονες μπορεί να το βρούνε…».
Μπορεί …