ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. (ΑΠΕ – ΜΠΕ) Ο πραγματικός αριθμός των ανθρώπων που μολύνθηκαν από τον νέο κορωνοϊό στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν από 2 έως 13 φορές μεγαλύτερος από τον επίσημο αριθμό την άνοιξη, σύμφωνα με δεδομένα των Κέντρων Πρόληψης Ασθενειών (CDC), που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα και επιβεβαιώνουν ότι η πανδημία, σε μεγάλο βαθμό, εξαπλώνεται από τους ασυμπτωματικούς φορείς.
Τα CDC εξέτασαν δείγματα από τράπεζες αίματος σε 10 περιοχές των ΗΠΑ, μεταξύ Μαρτίου και Ιουνίου, αναζητώντας αντισώματα του κορονοϊού SARS-CoV-2. Τα αντισώματα αποτελούν μια απόδειξη ότι το άτομο είχε έλθει σε επαφή με τον ιό, ακόμη και αν δεν ασθένησε και δεν το γνώριζε.
Οι επιστήμονες βρήκαν ότι από 1% έως 5,8% των κατοίκων αυτών των περιοχών είχαν μολυνθεί εκείνην την περίοδο. Εξαίρεση αποτελεί η πόλη της Νέας Υόρκης όπου στις 6 Μαΐου είχε μολυνθεί το 23,2%, δηλαδή σχεδόν ένας στους τέσσερις κατοίκους.
Σε σύγκριση με τον επίσημο αριθμό των κρουσμάτων κατά την ίδια περίοδο, ο πραγματικός ήταν δύο φορές μεγαλύτερος στη Γιούτα, δέκα φορές μεγαλύτερος στη νότια Φλόριντα και 13 φορές μεγαλύτερος στο Μιζούρι. Ακόμη και στη Νέα Υόρκη, που βρέθηκε στο επίκεντρο της πανδημίας την άνοιξη, οι μολυσμένοι ήταν δεκαπλάσιοι από τον επίσημο αριθμό.
Τέτοιες μελέτες με βάση την αιματολογική εξέταση γίνονται σε πολλές χώρες ώστε να διαπιστώνουν οι ερευνητές και οι υγειονομικές αρχές πόσο έχει εξαπλωθεί ο κορονοϊός στον πληθυσμό. Την άνοιξη στις ΗΠΑ υπήρχε έλλειψη διαγνωστικών τεστ, ένα γεγονός που συνέβαλε στην υποτίμηση του αριθμού των κρουσμάτων. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι ακόμη και τώρα δεν γίνονται αρκετά τεστ.
Τα συμπεράσματα είναι δύο: από τη μία, εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανοί προσβλήθηκαν από τον κορονοϊό και χωρίς να το γνωρίζουν συνέβαλαν στην εξάπλωσή του, από την άλλη, καθώς είχε προσβληθεί περίπου το 5% του πληθυσμού, η χώρα βρισκόταν πολύ μακριά από την επίτευξη της ανοσίας της αγέλης.
Οι επόμενες αναλύσεις των CDC εκτιμάται ότι θα δείξουν κατακόρυφη αύξηση των κρουσμάτων στη Φλόριντα και άλλες περιοχές που δεν αντιμετώπιζαν σοβαρό πρόβλημα την άνοιξη, αλλά από τον Ιούνιο μετατράπηκαν σε εστίες του νέου κορονοϊού.