ΡΟΔΟΣ. (ΑΠΕ – ΜΠΕ) Κυνήγησε το όνειρό του! Βαλίτσες έβαζε μέσα στα αεροπλάνα, τα φόρτωνε, καθάριζε τις τουαλέτες τους, έκανε ό,τι φανταστείς. Και πιο πριν τα έφτιαχνε κιόλας, είχε γίνει μηχανικός αεροσκαφών πριν γίνει κυβερνήτης. Αν τα βάλεις κάτω τα αεροπλάνα, τα έχει φτιάξει, τα έχει καθαρίσει και τα έχει πετάξει. Τι άλλο να κάνεις; Τι άλλο μπορείς να κάνεις… Αλλά το έχει ευχαριστηθεί.
«Δεν το βλέπω σαν κατόρθωμα που έχω κάνει αυτή τη διαδρομή, μου λέει. Έκανα αυτό που ήθελα να κάνω. Το κάθε στάδιο που πέρασα έχει την ιδιομορφία του. Η ευχαρίστηση όταν κάθομαι και το σκέφτομαι είναι που αυτή τη θέση του κυβερνήτη, δεν μου τη χάρισε κανένας, έπρεπε να την κυνηγήσω για να την πάρω. Βήμα-βήμα και πήγαινα και πίσω για να ξαναπάω μπροστά. Όταν πας πίσω είναι για να πάρεις φόρα.
Τον συνάντησα Δεκαπενταύγουστο στη Ρόδο, εδώ που γυρίζει πάντα κι ας ταξιδεύει σ’ όλη τη γη με το αεροπλάνο του.Και ήταν γεμάτος συναισθήματα για το νησί του. Σαν τη Ρόδο καμιά, άλλωστε.
«Ντερόνταλ» ήταν το όνομα του πατέρα μου που η μητέρα του ήταν μισή Ινδιάνα, μου λέει. Οι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν ενός έτους. Γνωρίστηκαν στη Νέα Υόρκη, ήταν αξιωματικός στο Ναυτικό. Το 1998 έμαθα ότι πέθανε, κι ότι έχω τέσσερις αδελφές. Τους έχω μιλήσει δεν τις γνώρισα ακόμα, έχω επικοινωνία μαζί τους, ζουν στην Αμερική.
Όταν χώρισαν, η μητέρα μου η Ροδίτισσα, γύρισε στη Ρόδο. Ήταν γεννημένη στη Νέα Υόρκη. Εγώ Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο έκανα στη Ρόδο.
Το 1994 έφυγα για την Αμερική, άλλαξα το όνομά μου δέκα χρόνια μετά και το έκανα Γιώργος Πανάγος, της οικογένειας της μητέρας μου. Έφυγα στην Αμερική, γιατί στην Ελλάδα ήταν πολύ δύσκολο να μπω στη Σχολή Ικάρων που ονειρευόμουν. Κι όταν προσπαθούσα να βρω σχολές Ιπτάμενων στην Ελλάδα, είδα ότι ήταν πολύ δύσκολο και πολύ ακριβό το να μπεις. Αποφάσισα να πάω στην Αμερική και να δω τι μπορώ να κάνω εκεί».
Πάντα πιλότος ήθελες να γίνεις;
Θυμάμαι όταν ερχόταν στη Ρόδο ο 6ος Αμερικάνικος στόλος για τις διακοπές του, ανέβαινα στα καράβια, κι έβλεπα τα αεροπλανοφόρα, τα αεροσκάφη, τους ναύτες ήμουν ενθουσιασμένος, γινόμουν χαρούμενος όταν τα έβλεπα. Δεν ήμουν καλός μαθητής, αλλά ήμουν ανήσυχο πνεύμα. Πήγαινα σχολείο κι ήμουν χαβαλές. Η κυρία Σπανάκη, ήταν η διευθύντρια, πολύ καλός άνθρωπος, κι όταν η μητέρα μου πήγε στην Αμερική να κάνει μία εγχείρηση εγώ ήμουν εντελώς αδιάφορος με τα μαθήματα. Η κ. Σπανάκη της είπε όταν γύρισε: «ο γιός σας δεν είναι για να περάσει τα μαθήματα, θα περάσει οριακά…». Και της είπε η μάνα μου «όχι, ο Γιώργος δεν θα περάσει, θα ξανακάνει την τάξη». Εγώ έμεινα! Και μετά έβαλα μυαλό, άρχισα και διάβαζα. Μου έλεγαν: «άμα δεν είσαι καλός στα μαθηματικά, φυσική, χημεία πώς θα γίνεις πιλότος;». Δεν κρίνεται όμως το πόσο καλός θα είσαι από τους βαθμούς που παίρνεις. Εδώ στην Ελλάδα, στις πανελλαδικές ο ανταγωνισμός είναι τρομερός, αλλά αν δεν μπεις εδώ, δεν είναι το τέλος του κόσμου. Τι πάθος έχεις, το κίνητρο που έχεις και η δύναμη που έχεις είναι αυτά που έχουν σημασία. Αν το αγαπάς, θα το καταφέρεις.
Εσύ βρήκες έναν ανορθόδοξο τρόπο για να ξεκινήσεις να πετάς αεροπλάνα! Πήγες στο ναυτικό κι έγινες μηχανικός, φόρτωνες τα αεροπλάνα μετά, τα καθάριζες, ταυτόχρονα σπούδαζες και μάζευες ώρες πτήσης… Δύσκολη η διαδρομή!
Σκέφτηκα να πάω στην Αμερική μήπως και καταφέρω να μπω στο Ναυτικό για να πετάξω στα αεροπλανοφόρα. Αυτό ήταν το όνειρό μου. Δεν το κατάφερα. Κατατάχθηκα στο Αμερικάνικο Πολεμικό Ναυτικό στην Καλιφόρνια ως μισθοφόρος, έκανα πέντε χρόνια μηχανικός αεροσκαφών στους κινητήρες, σε ανθυποβρυχιακή μοίρα, κι ενώ εργαζόμουν ως μηχανικός με τα χρήματα που έπαιρνα πήγαινα σε Σχολή Επαγγελματικής Αεροναυπηγικής όπου πετούσα, μάζευα ώρες πτήσεις, κι έπαιρνα και πτυχία που χρειαζόταν να έχω. Κι όλα αυτά στο Σαν Ντιέγο που μου θυμίζει πολύ τη Ρόδο. Έχει φοίνικες, έχει θάλασσα, είναι πανέμορφο. Μηχανικός Αεροσκαφών έγινα γιατί πάντα μου άρεσε να λύνω μηχανές, να φτιάχνω μηχανές, αλλά τα όνειρά μου ήταν μεγαλύτερα. Ήθελα να πετάξω ξεκινώντας από τα δικινητήρια. Στόχος μου ήταν να γίνω αξιωματικός και να πάω στη Σχολή Πτήσης του Ναυτικού, αλλά υπήρχε όριο ηλικίας, τα 24-25, κι εγώ δεν προλάβαινα. Αποφάσισα να φύγω από το Ναυτικό, κι άρχισα να φορτώνω βαλίτσες στα αεροσκάφη, να τα καθαρίζω για να έχω μία πρόσβαση στο πάθος μου. Αν σταματούσα, κι έπιανα μια διαφορετική δουλειά θα έχανα το κίνητρό μου, οπότε δούλευα με τις βαλίτσες, σιγά-σιγά τέσσερα χρόνια, πήγαινα στη Σχολή, κι έκανα και τις πτήσεις για να πάρω τις ώρες γιατί χρειάζονται χίλιες ώρες πτήσεις για να βγάλεις το δίπλωμα του πιλότου και να πιάσεις δουλειά. Όμως όλο αυτό κόστιζε πολύ, κόστιζε λεφτά. Και πολλή δουλειά.
Τι λες τώρα που το βλέπεις από μακριά, αυτό που έκανες;
Τώρα που το βλέπω, όταν το σκεφτώ και κοιτάξω πίσω αναρωτιέμαι «πώς τα κατάφερα;». Όμως όταν το κάνεις δεν το σκέφτεσαι, συνεχίζεις το δρόμο σου. Όταν έχεις το κίνητρο και την αγάπη, δεν σταματάς! Στα δικινητήρια οι πιο πολλές πτήσεις ήταν βραδινές ή τα ξημερώματα, οπότε πάντα ήμουν κουρασμένος, σαν βρικόλακας. Από το 2006 έως το 2015 πετούσα ως συγκυβερνήτης και μετά ως κυβερνήτης με την Expessjet Airlines για Αμερική, Μεξικό και Καναδά. Κι από τότε πετάω με τα φτερά της United Airlines με Boeing 747 έχοντας ως βάση το Σαν Φραντσίσκο. Πάμε Αυστραλία, Ιαπωνία, Σιγκαπούρη, Ινδία, Χαβάη… και μερικές φορές Ευρώπη: Λονδίνο, Ζυρίχη, Γερμανία…
Στην Ελλάδα, δεν έρχεσαι;
Αν η βάση μου ήταν Νέα Υόρκη ή Ουάσιγκτον θα ερχόμουν και Ελλάδα, κι αυτό κάποια στιγμή πρέπει να το κάνω, τουλάχιστον να πετάξω Αθήνα. Με ρώτησες νωρίτερα ποιο είναι το όνειρό μου! Αυτό είναι, να προσγειωθώ στο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Τότε νομίζω ο κύκλος θα έχει κλείσει. Η ολοκλήρωση του στόχου.
Και στη Ρόδο έρχεσαι δύο φορές το χρόνο!
Πράγματι. Τώρα ήρθα διακοπές 10 μέρες, να τακτοποιήσω κάποια θέματα, να κάνω μπάνια, να δω τους φίλους μου, μερικούς συγγενείς… Μου λείπει η Ρόδος, σαν τη Ρόδο δεν υπάρχει. Το νησί είναι διαμάντι. Έχω ταξιδέψει με το Αμερικανικό Ναυτικό, με την αεροπορία έχω πάει παντού στον πλανήτη μας, στον Ειρηνικό, στον Ατλαντικό. Σαν τη Ρόδο δεν υπάρχει. Και νομίζω το βλέπω αντικειμενικά. Έχει ομορφιά, έχει χαρακτήρα, έχει τους ανθρώπους της. Σε όλους λέω «είστε τυχεροί που ζείτε εδώ πέρα». Είναι πιο δύσκολο να το καταλάβουν αυτοί που δεν έχουν φύγει έξω από τη Ρόδο. Αν έχουν φύγει έξω για ένα χρονικό διάστημα κάποιων χρόνων, το καταλαβαίνουν. Μία-δύο φορές το χρόνο προσπαθώ να έρχομαι. Έχασα τη μητέρα μου τον Ιανουάριο. Η μάνα μου ναι, ήταν περήφανη. Την είχα στις πτήσεις τις μικρές, δεν την πήρα ποτέ μαζί μου σε μεγάλη πτήση. Τώρα που πετάω, κι έχει φύγει αισθάνομαι ότι είναι εκεί μαζί μου, είναι παράξενη η αίσθηση. Όταν έρχομαι μένω στο σπίτι της μαμάς Ευανθίας, στις 7 Βαγιές, και εύχομαι όταν θα πάρω σύνταξη στα 65, να είμαι εδώ. Εδώ για εννιά μήνες, δέκα και δύο μήνες στην Αμερική.
Πώς σε φωνάζουν, τον ρωτάω λίγο πριν αποχωριστούμε:
«Πάντα Έλληνα, με λένε. Ο Greek! Πάντα έχω το κομπολόι μου, κι έχω την ελληνική σημαία πάνω στο χερούλι στο βαλιτσάκι μου, που λέει «Ελλάς». Άλλοι βάζουν το όνομά τους κι εγώ έβαλα «Ελλάς». Και πάντα υπάρχει κάποιος Έλληνας σε κάθε πτήση και μου λέει: «Από πού είσαι;», «Ροδίτης», λέω… Και αρχίζουμε και μιλάμε. Στις περισσότερες πτήσεις μου έχω κάποιον Έλληνα στην καμπίνα.
Πετάνε με τον Greek, τον Έλληνα».