ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. (ΑΠΕ – ΜΠΕ) Η παρουσία της στην αίθουσα του Κακουργιοδικείου Θεσσαλονίκης δεν πέρασε απαρατήρητη. Η νεαρή γυναίκα, με καταγωγή από την Κένυα και …σήμα κατατεθέν τα σφιχτοπλεγμένα μακριά ράστα κοτσιδάκια της καθόταν στα έδρανα των δικηγόρων, παρακολουθώντας με την προσήκουσα ευλάβεια την ακροαματική διαδικασία. Παρά το εμπόδιο της γλώσσας, γνωρίζει πολύ καλά τη δικονομία και είχε φροντίσει να μάθει εκ των προτέρων κάθε λεπτομέρεια για τον φάκελο της υπόθεσης, ενώ στις ολιγόλεπτες διακοπές ενημερωνόταν συνεχώς για την αμέσως προηγούμενη εξέλιξη. Με την ανακοίνωση της ετυμηγορίας των δικαστών, τακτικών και λαϊκών, κηρύχθηκε η λήξη της συνεδρίασης και η Reccy Midigo είχε μόλις καταγράψει στο βιογραφικό της την πρώτη ποινική δίκη σε ακροατήριο ελληνικού δικαστηρίου.
Έως τα τέλη Ιουνίου που θα βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη, θα μοιράζει τον χρόνο της ανάμεσα σε ακροατήρια, ανακρίσεις, επισκέψεις στις φυλακές για συναντήσεις με κρατούμενους, από τη μία, και βόλτες στις «ατραξιόν» της πόλης, από την άλλη.
Γεννημένη στον Καναδά αλλά μεγαλωμένη στην Κένυα, η 28χρονη δικηγόρος ζει και εργάζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, απ’ όπου ταξίδεψε πριν από λίγες μέρες στη Θεσσαλονίκη, συμμετέχοντας σε πρόγραμμα πρακτικής άσκησης νέων νομικών στο εξωτερικό, το οποίο τιτλοφορείται STEP (Student Trainee Exchange Programme) και υλοποιείται μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νέων Νομικών, γνωστή με το ακρωνύμιο ELSA (European Law Students’ Association).
Όπως λέει, επρόκειτο να έρθει πέρσι αλλά η υγειονομική κρίση ανέβαλε τα σχέδια της για φέτος. Η επιλογή της χώρας μας μόνο τυχαία δεν ήταν, καθώς η ίδια δεν κρύβει τον θαυμασμό της για τον ελληνικό πολιτισμό, τον οποίο είχε την ευκαιρία να μελετήσει ως μαθήτρια και φοιτήτρια παρακολουθώντας μαθήματα ελληνικής λογοτεχνίας και κυρίως φιλοσοφίας. «Μπορεί το δικανικό σύστημα να είναι διαφορετικό, αλλά η Ελλάδα είναι η “μήτρα” του παγκόσμιου πολιτισμού […] “κουβαλάει” πολλή ιστορία κι αυτό σου δίνει ένα ξεχωριστό συναίσθημα», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Η Θεσσαλονίκη την έχει αληθινά ενθουσιάσει. Η δουλειά στα δικαστήρια, «παρά τον φραγμό της γλώσσας», οι καθημερινοί περίπατοι με αφετηρία την Καμάρα όπου μένει προς την Άνω Πόλη κι άλλες ξεχωριστές γειτονιές, ο καιρός που είναι εκ διαμέτρου αντίθετος από «τον μουντό και κρύο καιρό του Ηνωμένου Βασιλείου», όπως λέει… Αυτό που την εντυπωσίασε όμως από την πρώτη στιγμή που αντίκρισε την πόλη είναι το γεγονός ότι βρήκε πολλές ομοιότητες με την Κένυα κυρίως σε ό,τι αφορά τους χαλαρούς ρυθμούς των ανθρώπων της. «Στον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο τα πράγματα ακολουθούν μια μάλλον αυστηρή σειρά. Εδώ, όπως και στην Κένυα, οι άνθρωποι είναι πιο χαλαροί. Ακόμη και οι εκφράσεις που χρησιμοποιούμε στην καθημερινότητά μας σε σχέση με αυτόν τον τρόπο ζωής φέρουν πολλές ομοιότητες», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Έχοντας ολοκληρώσει σπουδές Διεθνών Σχέσεων στην γενέθλια χώρα της, η Reccy (προφέρεται Ρέισι, χαϊδευτικό της γιαγιάς της, από την οποία και το κληρονόμησε) μετακόμισε τα τελευταία χρόνια στη «Γηραιά Αλβιώνα», όπου σπούδασε Δίκαιο, στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το προσφυγικό δίκαιο και τους αιτούντες άσυλο, προσφέροντας μέσω ενός φιλανθρωπικού σωματείου και μαζί με άλλους εθελοντές συμφοιτητές της, δωρεάν νομική βοήθεια σε ανθρώπους με οικονομική αδυναμία. Σήμερα εργάζεται ως νομικός σύμβουλος σε μια επιχείρηση επίπλων – εμπορίας ξυλείας.
Η Θεσσαλονίκη είναι η δεύτερη διεθνής εμπειρία της 28χρονης. Μέσω ενός προγράμματος επιβράβευσης του Πανεπιστημίου είχε την ευκαιρία να βρεθεί το 2019 στη Saint Lucia, ένα μικρό νησί μόλις 180.000 ατόμων της Καραϊβικής, όπου, εργάστηκε για τρεις εβδομάδες στο υπουργείο Τουρισμού και Πληροφοριών παρέχοντας νομικές συμβουλές για τη δημιουργία προσχεδίων για την ένταξη τους στο νομοθετικό σύστημα της χώρας. Έχοντας στο «πετσί» της τον εθελοντισμό και την ανιδιοτελή προσφορά συνέχισε τη δωρεάν συνδρομή νομικής βοήθειας σε άτομα που την είχαν ανάγκη. «Στο νησί υπήρχαν μόλις δύο δικηγόροι που προσέφεραν δωρεάν νομική βοήθεια», λέει και αφηγείται τη χαρακτηριστική περίπτωση άνδρα που αντιμετώπιζε σοβαρές κατηγορίες και «επί οκτώ χρόνια περίμενε την εκδίκαση της υπόθεσης εξαιτίας αυτής της κατάστασης».
Πίσω στη Θεσσαλονίκη, η Reccy βαδίζει με γοργό ρυθμό στο πεζοδρόμιο της οδού Πολυτεχνείου, συνοδευόμενη από συναδέλφους της, συνεργάτες του δικηγορικού γραφείου, το οποίο ανέλαβε να της προσφέρει επαγγελματική «στέγη» στο πλαίσιο του προγράμματος, καλύπτοντας παράλληλα την αμοιβή της.
Ο δικηγόρος Ηλίας Γκίνδης, επικεφαλής του συγκεκριμένου γραφείου, γνωρίζει όσο λίγοι τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό. Ως ιδρυτικό μέλος του παραρτήματος της ELSA στη Θεσσαλονίκη, του οποίου υπήρξε πρόεδρος επί τέσσερα συναπτά έτη (όπως επίσης για δύο χρόνια του πανελλαδικό φορέα – ELSA Ελλάδας), μιλάει με ενθουσιασμό για το πρόγραμμα. «Θεωρώ ότι είναι μία φανταστική εμπειρία ζωής και γι’ αυτό τοΝ λόγο προκήρυξα τη θέση», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Ο ίδιος επέλεξε την Reccy ανάμεσα σε τουλάχιστον 15 αιτήσεις υποψηφίων που έφτασαν στο γραφείο. «Ήταν η πρώτη μας επιλογή», δηλώνει και προσθέτει με αφοπλιστική ειλικρίνεια ότι εκτός από το βιογραφικό και τη διεθνή της εμπειρία, βρήκε ενδιαφέρουσα την καταγωγή της. «Η όσμωση με μία ξένη κουλτούρα είναι κάτι εποικοδομητικό και για μας», εξηγεί.
Η ιστορία της ELSA ξεκινάει το 1981, όταν ιδρύθηκε στη Βιέννη από μία παρέα πέντε φοιτητών Νομικής -προερχόμενων από την Ουγγαρία, την Γερμανία, την Πολωνία και την Αυστρία- που γνωρίστηκαν τυχαία ταξιδεύοντας με τρένο. Παρά τις πολιτικές εντάσεις της εποχής εκείνης μεταξύ Δύσης και Ανατολής έδωσαν υπόσχεση να κρατήσουν επαφή και η υπόσχεση αυτή μετουσιώθηκε στην ίδρυση της ELSA, ενός οργανισμού ανεξάρτητου, μη κερδοσκοπικού και μη πολιτικού. Μέσω τοπικών παραρτημάτων ανά την Ευρώπη έχει σήμερα παρουσία σε περισσότερα από 300 Πανεπιστήμια αριθμώντας 50.000 μέλη. Στην Ελλάδα λειτουργούν -υπό τη μορφή σωματείων- τρία παραρτήματα του δικτύου και απευθύνονται στις αντίστοιχες σχολές Νομικής της Θεσσαλονίκη, των Αθηνών και της Κομοτηνής.
«Στους σκοπούς της ELSA συγκαταλέγεται η γνωριμία μεταξύ φοιτητών Νομικής και νεαρών νομικών από διαφορετικές χώρες, η καλλιέργεια της αμοιβαίας κατανόησης και επικοινωνίας και η εξοικείωση των μελών με τα νομικά συστήματα άλλων χωρών», αναφέρει ο κ. Γκίνδης. Όπως προσθέτει όμως, η έλλειψη χρηματοδότησης στη χώρα μας δεν επιτρέπει στον θεσμό να ευδοκιμήσει. «Δεν υπάρχουν σπόνσορες», αναφέρει χαρακτηριστικά, σε αντιδιαστολή με τη Γερμανία, την οποία αναφέρει ως παράδειγμα, όπου τα τοπικά παραρτήματα χρηματοδοτούνται από μεγάλα νομικά γραφεία, ιδιωτικές νομικές σχολές, εκδοτικούς οίκους κ.ά.
Στο μεταξύ, στο δικηγορικό γραφείο, οι συνεργάτες έχουν σχηματίσει πηγαδάκι γύρω από τη Reccy και την ρωτούν για τις εντυπώσεις της από τη δίκη που προηγήθηκε. Καθώς επρόκειτο για μικτό ορκωτό δικαστήριο εκείνη απαντά ότι της προκάλεσε ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο εισαγγελέας της έδρας, οι τακτικοί δικαστές και το σώμα των ενόρκων κάθονταν όλοι μαζί. «Είναι ενδιαφέρουσα η διάταξη της δικαστικής αίθουσας» λέει και εξηγεί πως στο Ηνωμένο Βασίλειο, σε αντίστοιχες δίκες, ο καθένας έχει τον δικό του ξεχωριστό (χωρικό) τομέα. Έχοντας περιηγηθεί και στο Δικαστικό Μέγαρο της πόλης, το βρίσκει «αρκετά λειτουργικό ως προς τον τρόπο που είναι δομημένο».
Η ατμόσφαιρα στο γραφείο είναι χαλαρή καθώς οι συνεργάτες ετοιμάζονται για το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας. «Η αίσθηση να δουλεύεις σε ένα δικηγορικό γραφείο όπου οι άνθρωποι είναι κοντά και οι διαπροσωπικές σχέσεις έχουν πολύ φιλικό χαρακτήρα είναι ωραία. Μόλις σε μία εβδομάδα έχω κάνει ήδη μερικές φιλίες», σημειώνει η Reccy, η οποία φροντίζει να συνδυάζει το τερπνόν μετά του ωφελίμου. Μετά τη δουλειά «ξεχύνεται» στο κέντρο της πόλης για να «πιάσει», όπως λέει, τον παλμό της, ενώ από τις πρώτες εκδρομές που έκανε εκτός πόλης ήταν η Χαλκιδική, η οποία την εντυπωσίασε με την ομορφιά της, παρά τον βροχερό καιρό που επικρατούσε εκείνη την ημέρα.
Σχεδόν σε καθημερινή βάση μοιράζεται εικόνες και εντυπώσεις από την Ελλάδα με τους γονείς της, τον δύο χρόνια μεγαλύτερο αδελφό της και τους φίλους της. Αναφερόμενη ειδικότερα στους γονείς της επισημαίνει ότι εκείνοι την παρότρυναν να συνεχίσει να μαθαίνει νέα πράγματα και να ταξιδεύει, λέγοντάς της πως έχει ακόμη χρόνο μπροστά της ώστε να εκπληρώσει τυχόν σχέδια για μια οικογένεια. «Προερχόμενη από μια οικογένεια με αγάπη για τις σπουδές, τα ταξίδια και τις ξένες γλώσσες, ο προσανατολισμός μου δεν θα μπορούσε να είναι άλλος από το να γνωρίσω όσα περισσότερα νέα μέρη μπορώ και να έρθω σε επαφή με ανθρώπους από διαφορετικές κουλτούρες και πολιτισμούς».
Όσον αφορά τα μελλοντικά της σχέδια, επιθυμία της είναι να ολοκληρώσει τον πλήρη κύκλο σπουδών με ένα μεταπτυχιακό και να επιστρέψει στην Κένυα, καθώς αυτή θεωρεί πως συγκεντρώνει τα περισσότερα χαρακτηριστικά στη βάση των αξιών που έχει μεγαλώσει. «Η Κένυα», λέει χαρακτηριστικά, «συγκεντρώνει όλες τις αξίες της ζωής που για μένα είναι σημαντικές».