Δύο εθελοντές ερευνητές, ο Κυριάκος Ανδρέου από τη Λύση και ο Μουσταφά Γκιουρσέλ από τη Λευκωσία, συναντήθηκαν πρώτη φορά και γνωρίστηκαν στο πλαίσιο των συνεντεύξεών τους στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΚΥΠΕ) για το θέμα των αγνοουμένων. Εδώ και χρόνια βοηθούν το έργο της ΔΕΑ με τη συλλογή πληροφοριών για τον εντοπισμό, ανεύρεση αγνοουμένων και πιθανών σημείων ταφής.
Κυριάκος Ανδρέου και Μουσταφά Γκιουρσέλ
«Δεν υπάρχει χρηματικό ποσό να καλύψει την ικανοποίηση που βλέπεις στα μάτια του συγγενή του αγνοούμενου όταν εντοπίζεται ο δικός του άνθρωπος. Βοηθάς τον ν’ απελευθερωθεί, να ξελαφρώσει, να κλάψει. Εάν μπορέσω να πείσω έστω κι έναν σήμερα να μιλήσει εγώ θα είμαι πολλά ευτυχισμένος». Ο Κυριάκος Ανδρέου, άλλως Κάκος, από τη Λύση, όντας ο ίδιος συλληφθείς και αιχμάλωτος το 1974 σώθηκε για να έρθει δεκαετίες μετά να «σώσει» από τον πόνο και την προσμονή συγγενείς Τουρκοκυπρίων, αλλά και Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων, όπως μεταδίδει το ΚΥΠΕ.
«Εμείς οι Κυπραίοι πρέπει να σταματήσουμε αυτόν τον πόνο. Εμείς οι Κυπραίοι πρέπει να βρούμε τη λύση. Δεν γίνεται αυτό το ανθρωπιστικό θέμα να τ’ αφήνουμε έτσι. Μιλήστε, μην το καθυστερείτε! Η ΔΕΑ δεν ψάχνει ενόχους ψάχνει ό,τι απέμεινε απ’ αυτούς που αγνοούνται. Έχουμε βρει τους μισούς. Είναι ντροπή».
Ο Μουσταφά Γκιουρσέλ συνάντησε πρώτη φορά ανθρώπινα οστά πάνω στον Πενταδάκτυλο, κοντά στον ‘Αγιο Ιλαρίωνα, όπου εκτελούσε τη θητεία του ως αξιωματικός. Όταν άρχισε να διαβάζει τα άρθρα της Σεβγκιούλ Ουλουντάγ και συναισθάνθηκε τον πόνο των συγγενών που προσμένουν, τότε αποφάσισε να μιλήσει. Υπέδειξε τρία σημεία ταφών ο ίδιος κι άλλα τόσα που του υπέδειξαν άλλοι. Και συνεχίζει: «Έχουμε μια φράση, ίσως κι εσείς: κάνε το καλό και ρίξτο στο γιαλό. Το καλό, καλό θα φέρει». Πήγαμε μαζί του στον Πενταδάχτυλο σ’ ένα σημείο ταφής που πιστεύει ότι μετακινήθηκαν οστά και εικάζει πού τα μετέφεραν.
Ο Κυριάκος και ο Μουσταφά συναντήθηκαν πρώτη φορά και γνωρίστηκαν στο πλαίσιο των συνεντεύξεών τους στο ΚΥΠΕ για το θέμα των αγνοουμένων. Κανείς τους δεν έχει αγνοούμενο στην οικογένειά του. Έξι αδέρφια ο Κυριάκος Ανδρέου, πέντε αγόρια κι ένα κορίτσι, αυτός το τέταρτο παιδί στη σειρά. Πέντε αδέρφια ο Μουσταφά, τέσσερις αδερφές κι αυτός το μόνο αγόρι, το τέταρτο παιδί επίσης της οικογένειάς Γκιουρρσέλ με καταγωγή από την Πάφο.
Κυριάκος Ανδρέου
Η αιχμαλωσία το 1974
«Πιστεύεις στην τύχη;» «Βέβαια! Εγώ δεν εύχομαι στους ανθρώπους χρόνια πολλά αλλά καλή τύχη». Ο Κυριάκος Ανδρέου το 1974 ήταν 16 χρόνων. Με δύο από τ’ αδέρφια του και τον πατέρα του πιάστηκαν αιχμάλωτοι, λίγο μετά τη β’ φάση της εισβολής, στις 18 Αυγούστου, όταν πήγαιναν γι’ ακόμη ένα πρωινό, γύρω στις 5, από την Ξυλοτύμπου που είχαν μεταφερθεί οικογενειακώς από τις 14 Αυγούστου, πίσω στη Λύση για να ποτίσουν και να ταΐσουν τα ζώα τους. Γεωργοκτηνοτρόφος ο πατέρας του, είχε 1.500 «ζωντανά», δεν μπορούσαν να τ’ αφήσουν νηστικά και διψασμένα. Όμως εκείνο το πρωινό τα τανκς είχαν καλυφθεί και δεν τα είδαν. Έτσι πιάστηκαν αιχμάλωτοι από Τούρκους στρατιώτες. Αυτός, δύο αδέρφια του, ο πατέρας του κι άλλοι 3 άνδρες από το χωριό.
Επτά άτομα σύνολο, τους μετέφεραν στη Βατυλή για ανάκριση όπου έμειναν 15 μέρες στο κτίριο του παλιού σινεμά «άγραφοι του Ερυθρού Σταυρού. Ο μεγάλος κίνδυνος ήταν την νύχτα που ανακάλυψα τον τάφο της Αλόας. Όπου είχε άγραφο αιχμάλωτο γίνονταν αντίποινα». Στη Βατυλή ο φρουρός τους ήταν ο Χασάν Κασάπ απ’ το χωριό, 24 ετών τότε, κι αυτός τους έσωσε τη ζωή. «Όταν ήρθαν εξτρεμιστές να μας εκτελέσουν. Μας Εστήσαν στον τοίχο και πυροβολούσαν δίπλα μας. Εκεί μας έσωσε ο Χασάν. Τους είπε ψέματά ότι μας είχε γράψει στον Ερυθρό Σταυρό κι αν μας σκότωσαν εν να έβρισκαν τον μπελάν τους. Μετά έφεραν άλλους 7 Βατυλιώτες και ο Χασάν επέμεινε, έκαμνε καβγά και μας έσωσε και τους 14».
Τον Χασάν Κασάπ, που έψαχνε να τους βρει, τον είχε βρει το 1985 πρώτη φορά κι όταν άνοιξαν τα οδοφράγματα ο Κυριάκος Ανδρέου πήγε στη Λύση και τη Βατυλή, σ’ εκείνο το παλιό σινεμά της ομηρίας του, κι εκεί ξαναείδε τον Χασάν, με τον οποίο διατηρεί φιλικές σχέσεις.
Απ’ τη Βατυλή τους πήραν στη Σίντα, όπου είχε μεγάλους λάκκους. Δεν ήξεραν τι θα γινόταν εκεί. Ένας Βατυλιώτης που ήξερε τούρκικα, τους ρώτησε στη Σίντα «τί φταίμε εμείς;» και του απάντησαν «ό,τι φταίνε και τα μωρά στην Αλόα». Ο ίδιος άνδρας τους είπε ότι η απόφαση λήφθηκε και θα τους σκότωναν. Όμως, συνέχισε ο Αντρέου, ένας Τούρκος αξιωματικός ανέβηκε στα σκαλιά του λεωφορείου, έκανε νόημα του οδηγού και φύγαμε, πήγαμε πίσω στη Βατυλή και στο σινεμά.
Στην ερώτηση αν πιστεύει ότι ζει από τύχη, ο Κυριάκος Ανδρέου απάντησέ: «Ασυζητητί! Εγώ εύχομαι τύχη στον κόσμο. Είναι τύχη που κόψαμε τον Χασάν στη Βατυλή, είναι τύχη να κόψαμε καλούς ανθρώπους, ειδικά όταν βρήκαν την Αλόα».
Από το σινεμά της Βατυλής, με δεμένα χέρια και καλυμμένα μάτια, τους μετέφεραν μ’ ένα Φορντ τράνζιτ, μέσω του Τζιάος στο γκαράζ Παυλίδη στη Λευκωσία. Τον 16χρονο Κυριάκο έδεσε ο 16χρονος Ορχάν που του είπε σε σπαστά ελληνικά ότι θα τους πάρουν Λευκωσία να μην φοβάται. Στον Τζιάος οι κάτοικοι ήθελαν να τους λιντσάρουν για τις σφαγές στην Αλόα, Σανταλλάρη, Μαράθα, αλλά οι Τούρκοι στρατιώτες, που σταμάτησαν να πιούν νερό, έφυγαν άρον άρον. Ο Κυριάκος το είδε γιατί το πανί από τα μάτια του είχε πέσει.
Στο γκαράζ Παυλίδη, στο μέρος που ο ίδιος ήταν, είχε 716 άτομα. «Εχώρεν μας μόνο όρθιους. Τη νύχτα ήμασταν σαν σαρδέλες». Μια νύχτα οι Τούρκοι πήραν τον πατέρα του και τους δύο αδερφούς, εκείνους τους μετέφεραν στα ‘Αδανα. Ο Κυριάκος έμεινε πίσω γιατί ήταν μικρός κι έμεινε μόνος του μέχρι τις 28 Σεπτεμβρίου που έγινε η ανταλλαγή αιχμαλώτων στο Λήδρα Πάλλας. Στο γκαράζ Παυλίδη κατά τύχη μεταφέρθηκε και ο αδερφός του που ήταν στρατιώτης στο Βαρώσι και πιάστηκε επίσης αιχμάλωτος.
Ο Κυριάκος Ανδρέου θυμάται έντονα στο κέντρο φιλοξένιας όπου τον μετέφεραν το πλήθος των γυναικών που έντονα και σπαρακτικά κρατούσαν φωτογραφίες των οικείων τους και ρωτούσαν επίμονα αν τους είδε κάποιους. Απ’ το κέντρο έφυγε με 2 λίρες που του έδωσαν για την Ξυλοτύμπου κι εκεί λίγες μέρες μετά, αρχές Οκτωβρίου, επέστρεψαν ο πατέρας του με τα δύο αδέρφια του που τελικά τους έφεραν πίσω.
Ο Κυριάκος ξαναπήγε στη Λευκωσία και στον Ερυθρό Σταυρό όπου είχαν εντοπιστεί η ταυτότητα και το παλιό ρολόι που του είχε δώσει ο πατέρας του και αναγκαστικά στο γκαράζ Παυλίδη τα είχαν αφήσει στους Τούρκους.
«Αν τα κατάφερνα να βρω τους ανθρώπους που εστήσαν μας στον τοίχο ήθελα να τους πω “ήσασταν άδικοι μαζί μου, εφοβιτσιάσατε με πολλά”». «Γιατί να το κάνεις αυτό; Ήθελαν να σας σκοτώσουν». «Θα τους εκέρνουν κι ένα φαγητό». «Γιατί;». «Η καλύτερή επένδυση είναι να κάμνεις φίλους και η χειρότερη είναι να αγοράζεις ακριβά, καινούργια αυτοκίνητα». Εκείνοι οι άνθρωποι ήταν Τ/κ από τη Σίντα, είπε ο Ανδρέου. «Είναι από τύχη που ζω. Θα ήμουν θύμα αυτής της κατάστασης που σαν Κυπραίους δεν μας εξυπηρετεί τζιαι τίποτε».
«Το κοινό μυστικό της Λύσης»
14 Μαΐου του 1964 σε αντίποινα για τη δολοφονία 3 αξιωματικών της Εθνικής Φρουράς, από τους 4 (οι τρεις ήταν Έλληνες και ένας Ε/κ) που μπήκαν λίγες μέρες πριν στον τ/κ θύλακα της Αμμοχώστου, Ε/κ σκότωσαν 30 (ίσως και παραπάνω) Τ/κ, σύμφωνα με τον Κυριάκο Ανδρέου. Σύμφωνα με τη μαρτυρία θαμώνα εστιατορίου στην περιοχή της Αμμοχώστου, οι 4 ήταν εκεί, έπιναν και σε κατάσταση ευφορίας αποφάσισαν να πάνε στον τ/κ θύλακα, παρά του ότι πολλοί παρευρισκόμενοι τους αποθάρρυναν. Οι 3 από τους 30 δολοφονήθηκαν έξω από τη Λύση και τους έριξαν σ’ ένα πηγάδι. «Ήταν κοινό μυστικό στη Λύση αυτό». Ήταν δύο τ/κ άντρες από την Σίντα και μια γυναίκα από τα Κνώδαρα. Οι άνδρες ήταν φθαρτέμποροι και είχαν παραγγελία 300 δέσμες δυόσμο στο παντοπωλείο της Λάρνακας. Πήγαν στα Κνώδαρα να πάρουν την παραγγελία από την Τ/κ που παρήγαγε, η οποία τους παρακάλεσε να την πάρουν στο Πέργαμος, όπου ο γιος της ήταν παντρεμένος και μόλις είχε κάνει παιδί, για το οποίο κουβαλούσε μια «μποξιά» με ρούχα για το εγγόνι της.
Ο 6χρονος τότε Κυριάκος άκουγε που το συζητούσαν αυτό στο χωριό. Το 2009 ο Κυριάκος, 51 ετών πια, κι αφού έχει πάει αρκετές φορές στη Λύση μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων, αποφασίζει να μιλήσει. Πήρε τον πατέρα του, που δεν μιλούσε λόγω προβλημάτων υγείας, στο χωριό και του έδειξε το σημείο ταφής. Επικοινώνησε ο ίδιος με τη Σεβγκιούλ Ουλουντάγ, η οποία κατά σύμπτωση είχε γράψει άρθρο για την ιστορία των τριών Τ/κ στην εφημερίδα Πολίτης και το ραντεβού κανονίστηκε στην παρουσία και του κοινού τους φίλου, Αχμέτ Χιτίρογλου.
Τον μετέφεραν με δικό τους αυτοκίνητο, τους υπέδειξε το σημείο και τον πήραν πίσω στο οδόφραγμα. «Η διαδικασία ξεκίνησε». Η εκσκαφή αρχικά πήγε μέχρι τα 10 πόδια αλλά δεν βρέθηκε τίποτε. Κατά σύμπτωση και πάλι, συγχωριανός του από τη Λύση, που ήταν αυτόπτης μάρτυρας – όπως του είπε – της δολοφονίας των τριών και που τους «επετάξαν στο λάκκο του Ξενόπουλου», του είπε ότι πρέπει να σκάψουν πιο πολύ και μήνυσε της Ουλουντάγ να πάνε πιο βαθιά τα συνεργεία της ΔΕΑ. Τελικά τα οστά εντοπίστηκαν στα 80 πόδια, 24 μέτρα.
Δεύτερη περίπτωση στην οποία συνέβαλε ο Κυριάκος Ανδρέου ήταν η περίπτωση των έξι Λυσιωτών (2 αδέρφια, 2 αδέρφια, γαμπρός και κουνιάδος) που αγνοούνταν από το 1974. Η φιλική του σχέση με τον τρίτο αδερφό των πρώτων δύο αγνοουμένων, τον οδήγησε – όπως ανέφερε – στον να τον παροτρύνει στη δημοσιοποίηση της ιστορίας μέσω και πάλι της στήλης της Σεβγκιούλ Ουλουντάγ ώστε να βρουν στοιχεία από την τ/κ πλευρά. Οι πληροφορίες οδήγησαν σε αυτόν (Τ/κ) που φέρεται να τους έθαψε με εκσκαφέα έξω από τη Σίντα αλλά δεν μίλησε στην τ/κ δημοσιογράφο. Κατά σύμπτωση και πάλι όμως, ο εν λόγω άνδρας ήταν θείος του γιου ενός εκ των θυμάτων του 1964 στη Λύση από την πλευρά της μητέρας του. Στο θείο του είπε ότι όπως ο ίδιος έκλαψε τον πατέρα του 50 χρόνια μετά, όταν εντοπίστηκαν τα οστά του, έτσι και 3 οικογένειες (Ε/κ) περιμένουν να κλάψουν τους δικούς τους. Τελικά ο θείος μίλησε και υπέδειξε το σημείο όπου οι έξι Λυσιώτες εντοπίστηκαν. Το ίδιο άτομο υπέδειξε ακόμη ένα σημείο ταφής όπου εντοπίστηκαν 3 άτομα από το Στρογγυλό.
Σε μια τρίτη περίπτωση, με την καθοδήγηση του τ/κ Χουσεϊν Λατίφ, ο Κυριάκος Ανδρέου εξιστόρησε πώς εντοπίστηκαν τα οστά του Ανδρέα Λάρκου από τη Λύση που τον είχαν σκοτώσει και θάψει μόνο του.
Δέκα άτομα σε 4 διαφορετικά σημεία συνόψισε ο Ανδρέου σημειώνοντας ότι στο σημείο με τους έξι Λυσιώτες εντοπίστηκε με 9 χρόνια καθυστέρηση το 2018 και ο «Στρούφος» από τη Λύση για τον οποίο υπήρχαν αρχικά πληροφορίες ότι ήταν εκεί και η νέα εκσκαφή έγινε μετά από επίμονή του γιου του προς την ΔΕΑ.
Σε ακόμη μια περίπτωση, ανέφερε ο Ανδρέου, κάτοικος της Λύσης του υπέδειξε το σημείο στη λίμνη του Αγίου Λουκά στο Βαρώσι όπου είχε θαφτεί εκτελεσμένος ένας Τ/κ, αλλά δεν έχει εντοπίστηκε ακόμη λόγω αλλαγής της ροής του αποχετευτικού. «Πολύς κόσμος που φοβάται έρχεται τώρα και μου λέει εμένα που είναι το τάδε σημείο. Εγώ φοβούμουν το 2009, τώρα δεν φοβούμαι, δεν με κόφτει τίποτε. Τους παροτρύνω όμως να πάνε οι ίδιοι».
Ο Κυριάκος Ανδρέου σημειώνει την ηθική ικανοποίηση που νιώθει κάποιος όταν βλέπει τη χαρμολύπη στα πρόσωπα των συγγενών που παραλαμβάνουν τα οστά των αγαπημένων τους μετά από τόσα χρόνια. «Τούτη την στιγμή είμαι δαμε με την ελπίδα ό,τι γράψετε να παροτρύνετε κόσμο να μιλήσετε. Έχει πολλούς που ξέρουν. Ας μιλήσουν!».
Μουσταφά Γκιουρσέλ
Ο Μουσταφά Γκιουρσέλ, με καταγωγή από την Πάφο, μεγάλωσε με την πολύτεκνη οικογένειά του στη συνοικία του Αγίου Λουκά στη Λευκωσία. Νοίκιαζαν το σπίτι από τον ε/κ ιδιοκτήτη του, που έφυγε από τη γειτονιά λόγω των γεγονότων του 1957-58, μέχρι το 1974. Γεννημένος το 1960, ο Γκιουρσέλ ήταν 14 χρονών το ’74. Θυμάται τους βομβαρδισμούς, είδε τους αλεξιπτωτιστές, είδε ε/κ αιχμαλώτους σε φορτηγά στην πλατεία Σεραγιού. Στην οικογένειά του δεν υπάρχει κανείς αγνοούμενος.
Αξιωματικός στον στρατό, ο Μουσταφά Γκιουρσέλ κάνει τη θητεία του στην περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα μεταξύ 1983 – 1985. Έβαλε τους στρατιώτες να μαζέψουν τα σκουπίδια και να καθαρίσουν ένα καμίνι στην περιοχή, γιατί δεν του αρέσει – ακόμα και σήμερα – η μόλυνση του περιβάλλοντος. Εκεί οι στρατιώτες ανακαλύπτουν ανθρώπινα οστά και αχρησιμοποίητες σφαίρες. «Αφαιρέσαμε τις πέτρες και τις πετάξαμε και αφαιρέσαμε τους σκελετούς και τους αφήσαμε στην άκρη. Δεν νιώσαμε τίποτα, μόνο οι σφαίρες μας τράβηξαν την προσοχή, οι νεκροί ήταν στρατιώτες».
Μετά από κάποιο διάστημα ένας φίλος του από τη μονάδα του είπε ότι ο διοικητής τους διέταξε και μάζεψαν τα οστά αλλού, όπου και τα έθαψαν. Του έδειξε το σημείο, «σε ένα λάκκο σε μέγεθος κιβωτίου και σε σχήμα φέρετρου. Καλά έκανε και μου το έδειξε».
Ο Μουσταφά, δημοσιογράφος ο ίδιος στο επάγγελμα, παρακολουθούσε τη στήλη της Σεβγκιούλ Ουλουντάγ και συνειδητοποίησε το δράμα των συγγενών και την αδικία. «Στέκουν μέσα σε πηγάδια και καμίνια, χωρίς τάφο». Την προσωπική του εμπειρία της την είπε. «Είχα κάνει σκίτσο με το σημείο εκεί. Έτσι, όταν βγήκε η άδεια για εκσκαφές σε στρατιωτική περιοχή, 30 χρόνια μετά, πήγα εκεί το 2015. Το καμίνι όμως είχε χαθεί γιατί στην περιοχή είχε ξεσπάσει φωτιά και η φύση ήταν άγρια. Γύρισα από δω κι από κει εκεί και τελικά το βρήκα. Μετά αρχίσαμε να ψάχνουμε το σημείο όπου είχαν θαφτεί για δεύτερη φορά τα οστά. Ήξερα περίπου πού ήταν το μέρος κι άρχισα να ψάχνω. Ήταν ‘Ανοιξη. Παντού είχε χόρτα, αλλά σ’ εκείνο το σημείο τα χόρτα ήταν πιο χαμηλά. Σημείωσαν το μέρος που τους έδειξα».
Ξαναπήγε εκεί για δεύτερη φορά, είπε, αλλά αυτή τη φορά δεν μπόρεσε να το βρει, δεν βρήκε το σημείο όπου είχαν μετακινηθεί τα οστά, το κιβώτιο σε σχήμα φέρετρου. «Από το στρες λιποθύμησα. Δεν ήθελε να είναι άδειο το σημείο που έδειξε. Τελικά, εντοπίστηκαν έξι άτομα στο δεύτερο σημείο (όπου είχαν μετακινηθεί), δύο στο καμίνι και πέντε έξω από το συρματόπλεγμά (της στρατιωτικής περιοχής). Αυτά τα πέντε άτομα που βρέθηκαν επίσης σε καμίνι δεν ήταν σε αυτό που εγώ είχα καταγράψει. Βρέθηκαν κατά τύχη γιατί ήταν κοντά στις συντεταγμένες που είχα δώσει».
Ο Μουσταφά είπε ότι έχει υποδείξει κι άλλα σημεία ταφής. «Μπαίνεις σε μια τέτοια ψυχολογία που θες να βρεις και να δείξεις. Ανεβαίνει η πίεσή σου, το κεφάλι σου γυρνά, τα μάτια σου μαυρίζουν. Αλλά το κάνεις». Ένα ακόμη άτομο βοήθησε ο ίδιος μετά από πληροφορίες που του έδωσε φίλος του να εντοπισθεί στη Λάπηθο.
Μια μέρα, εξιστορεί, ήταν στη Σίντα σ΄ έναν μπαρμπέρη. Η γυναίκα του τού είπε ότι είχε δει δύο φορτηγά γεμάτα με ομήρους (Ε/κ) να πηγαίνουν (το 1974) και να επιστρέφουν άδεια. Κοντά στο χωριό ήταν δυο σπήλαια. Πήγε ο ίδιος κι έψαξε. Ήταν λατομεία από την μυκηναϊκή περιοχή, είπε, στο ένα από αυτά φαινόταν ότι έλειπε χώμα από την άκρη. Με την βοήθεια ενός φίλου του, του οποίου ο πατέρας ήταν από τα πρώτα θύματα στη Σίντα το 1958, εντόπισαν τελικά το σημείο ταφής.
«Μεταφέρω όλες τις πληροφορίες που μαθαίνω στην Σεβγκιούλ Ουλουντάγ και στην ΔΕΑ. Έρχονται ερευνητές, λέω ότι ξέρω, σχεδιάζω ένα σκίτσο, βρίσκω τις συντεταγμένες από το δορυφόρο, πηγαίνω στο χωράφι και τις δείχνω. Αυτό που λέω είναι ότι υπάρχουν μέρη που δεν έχουν ακόμη ανασκαφεί».
Στα Κνώδαρα, συνέχισε, υπάρχει ένας ‘Αγγλος αγνοούμενος που πουλούσε τσιγάρα κι αγνοείται από το 1974. Στα Κνώδαρα έμενε η μητέρα του και είχε συλλέξει πληροφορίες, τις μετέφερε, έγραψε άρθρο στην εφημερίδα Κίπρις, αλλά τίποτε, ακόμη δεν έχουν γίνει εκεί εκσκαφές για τον εντοπισμό του.
«Δεν καταγράφουμε επιτυχία στο θέμα των αγνοουμένων. Η ΔΕΑ δημιουργήθηκε το 1981. Πέρασαν 42 χρόνια. Οι εκσκαφές άρχισαν το 2006 και μέχρι σήμερα μόνο τους μισούς βρήκαμε. Οι δυο πλευρές, οι εγγυήτριες χώρες και τα Ηνωμένα Έθνη πρέπει να καταβάλουν περισσότερες προσπάθειες σε αυτό το θέμα. Αυτή είναι μια τεράστια αποτυχία. Αλλά οι Κύπριοι είναι αυτοί που πρέπει να κάνουν τη μεγαλύτερη προσπάθεια. Αυτοί οι άνθρωποι είναι οι απώλειές μας. Δεν πρέπει να περιμένουμε τίποτα από τους εγγυητές, τον ΟΗΕ. Εμείς πρέπει να προσπαθήσουμε να βρούμε τους χαμένους μας ανθρώπους. Αυτοί οι άνθρωποι είναι δικοί μας άνθρωποι. Αλλά δυστυχώς κρατάμε ένα τέτοιο ανθρωπιστικό θέμα και στην πολιτική. Αυτό είναι ένα ανθρωπιστικό ζήτημα. Ο καθένας περιμένει τον αγνοούμενό του».
Η «θεία Παναγιώτα»
Ο Μουσταφά πάει και στις κηδείες αγνοουμένων που εντοπίζονται. Μιλά με γεμάτα μάτια για τη «θεία Παναγιώτα» (Σολωμή Πασιά). Μια γυναίκα πλούσια που είχε ανθρώπους να της δουλεύουν και οι Τ/κ επέλεγαν να εργάζονται γι’ αυτή και όχι για ένα Τ/κ με κτήματα και επιχειρήσεις στην περιοχή, γιατί ήταν καλύτερη εργοδότρια και «τους τάϊζε κιόλας». Περίμενε τον άντρα και τον γιο της να επιστρέψουν και δεν επέστρεψαν ποτέ. Είχαν προηγηθεί τα γεγονότα στη Μαράθα, Σανταλάρη, Αλόα, σημειώνει με νόημα ο Μουσταφά. Γνώρισε τη «θεία Παναγιώτα» μέσω της Ουλουντάγ. Του είπε ότι της άρεσε πολύ το λουλούδι «φούλι», αλλά δεν το έβρισκε. Ο Μουσταφά το βρήκε και της το πήγε σπίτι της στη Λεμεσό να το φυτέψει.
«Στο πρόσωπο της θείας Παναγιώτας είναι αποτυπωμένο όλο το δράμα των συγγενών των αγνοουμένων. Αυτή η γυναίκα δεν χαμογέλασε ποτέ ξανά. Τα εγγόνια της προσπάθησαν να την κάνουν να χαμογελάσει, αλλά έχασε το χαμόγελό της». Στη κηδεία της «θείας Παναγιώτας» ο Μουσταφά πήγε και στην εκκλησία και στην ταφή. Στο πρόσωπό της ήταν αποτυπωμένο το δράμα, η θλίψη, ο πόνος, η αδικία, είπε. «Η κόρη της η Χριστίνα είναι αδερφή μου. Έψαχνε τον πατέρα της, τον αδερφό της κι άλλους αγνοούμενους και συμβάλλει στην συμφιλίωση των δύο κοινοτήτων. Δήλωσε ότι αυτοί που έσφαξαν μαζικά Τ/κ ευθύνονται και για τη δολοφονία του πατέρα και του αδελφού της. Κι αυτή είναι η αλήθεια».
«Το λαμπρό τζιει που πέφτει κρούζει» είπε υπογραμμίζοντας πως και στην τ/κ κοινότητα υπάρχουν πρόσωπα όπως της «θείας Παναγιώτας».
Ο αγνοούμενος κουνιάδος του Ντερβίς Ερογλου
Ο Μουσταφά Γκιουρσέλ εξιστορεί και την περίπτωση του αδερφού της συζύγου του Ντερβίς Έρογλου, Μεράλ. Ο μεγάλος αδερφός της αγνοούνταν το 1974 και λίγες μέρες μετά τους είπαν ότι θα γινόταν ανταλλαγή αιχμαλώτων. Η μητέρα της Μεράλ πήρε δυο αρνιά, τα έβαλε στις δύο εξωτερικές εισόδους της αυλής του σπιτιού της και θα έκοβε όποιο ήταν στην πόρτα που θα έμπαινε ο γιος της για να το φάνε, να γιορτάσουν. Και περίμενε. Ο γιος της όμως δεν ήρθε ποτέ. «Σκεφτείτε αυτή την μάνα». Τα οστά του αδερφού της Μεράλ Έρογλου εντοπίστηκαν κι αυτή έκλαψε πολύ πάνω από ένα μικρό κουτί στην κηδεία. «Όσοι ξέρουν αλλά δεν μιλούν θα πρέπει να το λάβουν υπόψη. Αυτό είναι ανθρωπιστικό θέμα. Η ΔΕΑ δεν ψάχνει κάποιον να τιμωρήσει, ψάχνει μόνο τους αγνοούμενους».
Μετακίνηση τάφου
Πεθαίνουν αυτοί που ξέρουν, πεθαίνουν κι αυτοί που περιμένουν, η φύση αλλάζει, αλλά υπάρχουν κι αυτοί που γνωρίζουν που είναι κάποιοι θαμμένοι και πηγαίνουν και μετακινούν τα οστά, ανέφερε ο Μουσταφά Γκιουρσέλ. Γνωρίζει μια τέτοια περίπτωση, το έχει μεταφέρει στη ΔΕΑ κι υπέδειξε και στο ΚΥΠΕ αυτό το σημείο μετά τον ‘Αγιο Ιλαρίωνα, στον Πενταδάχτυλο. «Σ΄ένα καμίνι υπάρχουν 27 άτομα. Πριν τη ΔΕΑ κάποιος πήγε, έσκαψε, τα μάζεψέ (τα οστά). Η Επιτροπή έσκαψε μετά, βρήκε υπολείμματα δακτύλων, επιγονατίδες και τα έδωσε στους ανθρώπους: ‘πάρε τον γιο σου’, ‘εδώ είναι ο άντρας σου’. Τα υπόλοιπα τα απομάκρυναν από εκεί και τα μετέφεραν σε άλλο μέρος. Υποθέτω σε ποιο μέρος, το υπέδειξα στη ΔΕΑ».
Η πιο έντονη επιθυμία του Μουσταφά Γκιουρσέλ είναι να μην σταματήσει το έργο της η ΔΕΑ. «Ως Κύπριοι θα έπρεπε να ντρεπόμαστε, που κάναμε αυτό το κακό ο ένας στον άλλο και κάποιοι συνεχίζουν να το κάνουν, μη μιλώντας. Θα πεθάνουμε και πολλές γενιές μετά από εμάς θα αναζητούν τους αγνοούμενούς τους. Έχει αναπτυχθεί η τεχνολογία. Στα μέρη που γίνονται πόλεμοι, οι απώλειες εντοπίζονται στα πηγάδια, στα καμίνια, στα ρέματα. Να μην τα παρατήσουν».
Θα ψάχνω για τους αγνοουμένους μέχρι να πεθάνω, δήλωσε ο Μουσταφά. «Η Κύπρος είναι η πατρίδα μας, εμάς των Κυπρίων. Είναι το σπίτι μας. Ας ρίξουμε μια ματιά τώρα στην Κύπρο, αν είμαστε ικανοποιημένοι με την κατάσταση, ας συνεχίσουμε με αυτή τη νοοτροπία. Αν όμως δεν είμαστε ικανοποιημένοι, ας κάνουμε κάτι».
Ο Μουσταφά Γκιουρσέλ παροτρύνει να σκεφτούμε το μέλλον, παροτρύνει όσους ξέρουν να μιλήσουν, να δώσουν πληροφορίες και τα ΜΜΕ να μην αφήσουν το θέμα των αγνοουμένων, να το κρατούν στην επικαιρότητα.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ,
Ρεπορτάζ:Ράλλη Παπαγεωργίου,
Φωτογραφίες: Κάτια Χριστοδούλου
Βίντεο: https://www.youtube.com/watch?v=tG1I7WsBhK4&t=15s