Όταν πιάσει στα χέρια του μια «λαβωμένη» κιθάρα μπορεί αμέσως να καταλάβει τα πάντα. Γιατί τρίζει, γιατί δεν αποδίδει και ανάλογα το είδος μουσικής που παίζει ο πελάτης του, να μεταμορφώσει το ξύλο της κιθάρας, να μαντέψει ποιες χορδές χρειάζονται και να τη φροντίσει ώστε να βελτιώσει την επίδοση του οργάνου. Είναι και ο ίδιος μουσικός γεγονός που διευκολύνει να γίνει το επάγγελμα του πιο δημιουργικό.
Πρόκειται για τον Γιάννη Καρκούλια ο οποίος είναι γνωστός στη μουσική αγορά ως ο μεγάλος «μάστορας» της κιθάρας που έχει ρυθμίσει τα όργανα σπουδαίων μουσικών και όχι μόνο Ελλήνων.
Ασχολείται πλέον με την τέχνη της επισκευής και της οργανοποιίας πολλά χρόνια και κατόρθωσε να ακολουθήσει διαφορετική διαδρομή από εκείνη που επιβάλλουν οι νόμοι της αγοράς στο χώρο. Δηλαδή δεν επεδίωξε το γρήγορο κέρδος, αντιθέτως στηρίχθηκε στο συναίσθημα και κατόρθωσε να ζει ο ίδιος και η οικογένεια του από ένα επάγγελμα όχι τόσο διαδεδομένο και που χρειάζεται να βρίσκει συνεχώς την ποιότητα κάθε οργάνου. «Όλες οι κιθάρες είναι παιδιά μου και από την στιγμή που μου τις εμπιστεύονται τις αντιμετωπίζω σαν δικές μου», υπογραμμίζει χαρακτηριστικά.
«Δεν αποφάσισα να μπω σε αυτό το επάγγελμα», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Γιάννης Καρκούλιας, «αυτό προέκυψε από την αγάπη μου για τη μουσική, για τις κιθάρες. Προσπαθώντας να φτιάξω τις δικές μου κιθάρες για να μπορέσουν να με εκφράσουν και να είναι λειτουργικά σωστές. Σιγά-σιγά ο περίγυρος μου, οι φίλοι μου βλέποντας τις κιθάρες μου και παίζοντας με αυτές, μου έλεγαν πόσο καλά ρυθμισμένες είναι και άρχισαν να μου ζητούν να ρυθμίσω και τις δικές τους. Αυτό γινόταν όλο και πιο συχνά με αποτέλεσμα να αποφασίσω ότι τελικά πρέπει να επενδύσω σε αυτό και να το μάθω καλύτερα».
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ συνάντησε τον οργανοποιό στο εργαστήρι του στην Αγία Παρασκευή και καταγράψαμε με την κάμερα, τις συνθήκες ενός επαγγέλματος που παράλληλα είναι και μια μορφή καλλιτεχνικής δραστηριότητας.
Πελάτες δεξιοτέχνες της τζαζ
Το κατώφλι του εργαστηρίου περνούν κάθε εβδομάδα δεκάδες, υψηλού επιπέδου μουσικοί για να του εμπιστευτούν τις κιθάρες τους. Την μέρα που ήταν εκεί το ΑΠΕ-ΜΠΕ τον επισκέφτηκε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της τζαζ σκηνής στην Ελλάδα, ο Γιώτης Σαμαράς. Ένας δεξιοτέχνης της κιθάρας με πλούσια δισκογραφία και αναγνώριση.
Έφερε μία από τις κιθάρες του για ρύθμιση, πριν από το βραδινό του Live. Θα εξηγήσει ότι μόνο στον Γιάννη Καρκούλια εμπιστεύεται τα όργανα του τα τελευταία 5 χρόνια καθώς «κάθε φορά πετυχαίνει στο όργανο αυτό που θέλω».
«Ανάλογα με το είδος της μουσικής η ρύθμιση είναι διαφορετική μας. Άλλος χτυπάει περισσότερο τις χορδές, άλλος λιγότερο» υπογραμμίζει ο Γ. Σαμαράς στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. «Μετά από τόσα χρόνια πλέον ο Γιάννης με γνωρίζει καλά και ξέρει πώς επιθυμώ να είναι η κιθάρα μου και πώς θα βελτιωθεί ο ήχος μου. Αισθάνομαι μία ασφάλεια. Είναι ο μάστορας μου».
Από την πλευρά του ο Γιάννης Καρκούλιας εξηγεί πόσο μεγάλη είναι η ευθύνη όταν έρχονται στο εργαστήρι τόσο σπουδαίοι δεξιοτέχνες.
«Όταν έρχονται κάποιοι όπως ο Γιώτης Σαμαράς, αυτό που αισθάνομαι πρωτίστως είναι ευγνωμοσύνη. Και αυτό με κάνει να ηρεμήσω και από το άγχος της υπερευθύνης που δημιουργεί ταυτόχρονα. Γιατί όταν ο Γιώτης Σαμαράς και άλλοι μεγάλοι παίχτες, αλλά και μικροί παίχτες χομπίστες με πληρώνουν για να φτιάξω την κιθάρα τους έχω μια ευθύνη. Πρέπει να πάνε σπίτι τους και να είναι ευχαριστημένοι, χαρούμενοι».
«Κλείνω τα μάτια για να ρυθμίσω»
«Αν αγαπάς την τζαζ μουσική, τα chords solos για παράδειγμα, ξέρεις τι ζητάει το όργανο από εσένα όταν πας να το ρυθμίσεις. Γιατί οφείλεις να το κάνεις με τέτοιο τρόπο ώστε να ακουστεί ακριβώς όπως πρέπει να είναι ένα chords solo. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ρυθμίζω κιθάρες μόνο για τζαζ. Να φανταστείς εγώ ξεκίνησα από βαθύ Heavy metal» λέει ο κ. Καρκούλιας.
Γενικά να σημειωθεί ότι η κατασκευή μουσικών οργάνων, ως επάγγελμα και ως καλλιτεχνική δραστηριότητα, συνδέθηκε με το γεωπολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και τεχνικό της πλαίσιο στην Ελλάδα. Την πορεία διαμόρφωσαν η ακμή και παρακμή του επαγγέλματος και πάντοτε ο κλάδος ανέδειξε μονάδες και ως φορέας του τοπικού μουσικού πολιτισμού. Σήμερα στην κατασκευή και το εμπόριο αντιπαρατέθηκαν σε ταλαντούχους τεχνίτες η βιοτεχνική και η μαζική βιομηχανική παραγωγή, κυρίως η εισαγόμενη. Ο Γιάννης Καρκούλιας αντιστέκεται στην απρόσωπη προσέγγιση του οργάνου.
«Ο δάσκαλος μου στην οργανοποιία, ο Μανώλης Γιαννουλάκης, με βοηθάει πολύ. Εγώ πολλές φορές μας όταν επισκευάζω όργανα το βλέπω πιο διαισθητικά. Για παράδειγμα όταν τρίβουμε τα τάστα δεν ακολουθώ τυφλά τους κανόνες που βρίσκουμε στα βιβλία ή στο Ίντερνετ, γιατί δεν πετυχαίνω το αποτέλεσμα που θέλω. Αλλά αν κάτσω στον πάγκο την ώρα που τρίβω, κλείσω τα μάτια μου και αφουγκραστώ το όργανο, και αισθανθώ την αίσθηση της τριβής, το αποτέλεσμα που μου δίνει πάντα είναι πολύ καλύτερο».
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ.