ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Διπλός ήταν ο πόνος των ομογενών που συμμετείχαν στις εκδηλώσεις μνήμης για την 46η επέτειο της τουρκικής εισβολής και κατοχής στην Κύπρο λόγω και της αποφάσεως της Τουρκίας και δη του προέδρου της Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να μετατρέψει την Αγία Σοφία από μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς σε τζαμί.
Οι εκδηλώσεις διοργανώθηκαν την Κυριακή, 19η Ιουλίου 2020, στο Λονγκ Άϊλαντ της Νέας Υόρκης από την Παγκόσμια Συντονιστική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνα (ΠΣΕΚΑ) την Ομοσπονδία Κυπριακών Οργανώσεων Αμερικής και το Παγκύπριο Σύνδεσμο Αμερικής. Ξεκίνησαν με το Μνημόσυνο για τα θύματα της Τουρκικής Εισβολής που τελέστηκε στον ιερό ναό της Αναστάσεως στο Μπρούκβιλ του Λονγκ Αϊλαντ προξέρχοντος του Αρχιεπισκόπου Αμερικής, κ. Ελπιδοφόρου και συμπροσευχομένου του Αρχιεπισκόπου, πρώην Αμερικής, κ. Δημητρίου και ολοκληρώθηκαν με την εκδήλωση που διοργανώθηκε στο κυπριακής ιδιοκτησίας εστιατόριο «The Cove» στο Γκλεν Κόουβ του Λονγκ Αϊλαντ.
Οι φετινές εκδηλώσεις λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού και τις απαγορεύσεις για τις συναθροίσεις δεν είχαν την μαζικότητα που είχαν τα προηγούμενα χρόνια. Παρά ταύτα παρείχαν τη δυνατότητα στους ηγέτες της ομογένειας και στους παρισταμένους να εκφράσουν την αποφασιστικότητά τους για την συνέχιση του αγώνα για την ελευθερία της Κύπρου.
Στις εκδηλώσεις παρέστησαν οι μόνιμοι αντιπρόσωποι της Ελλάδας και της Κύπρου στον ΟΗΕ, πρέσβεις Μαρία Θεοφίλη και Ανδρέας Μαυρογιάννης, αντίστοιχα, οι γενικοί Πρόξενοι της Ελλάδας και της Κύπρου στη Νέα Υόρκη, Δρ. Κωνσταντίνος Κούτρας και Αλέξης Φαίδωνος – Βαντέτ, αντίστοιχα, ο υποψήφιος πολιτειακός βουλευτής του Μπρούκλιν και του Στάτεν Άϊλαντ, Μιχάλης Ταννούσης, ο πρόεδρος της ΠΣΕΚΑ και του Παγκυπρίου Συνδέσμου Αμερικής Φίλιπ Κρίστοφερ, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κυπριακών Οργανώσεων Αμερικής Κυριάκος Παπαστυλιανού και άλλα στελέχη των κυπριακών οργανώσεων.
Ο Αρχιεπίσκοπος Αμερικής, κ. Ελπιδοφόρος αναφέρθηκε στις συνέπειες της τουρκικής εισβολής και μεταξύ άλλων τόνισε: «Κι αν ακόμη εμείς σιωπήσουμε και οι πέτρες ακόμη της Κύπρου θα σηκωθούν και θα φωνάξουν γι’ αυτή την αδικία που έγινε, για τόσο αίμα που χύθηκε άδικα, για τόσο πόνο, για τόσους πρόσφυγες που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις πατρογονικές τους εστίες, τους τάφους των πατέρων τους, τις εκκλησίες του»
Αναφέρθηκε στην κατ’ εξακολούθηση αδικία και τόνισε ότι «δεν είναι δυνατόν να μείνουμε άφωνοι βλέποντας την ιστορία των εθνών να γράφεται με αίμα.
«Άλλα έθνη γράφουν τις σελίδες της ιστορίας τους με το δικό τους αίμα κι άλλα με το αίμα των άλλων. Είναι μεγάλη η διαφορά», τόνισε εκφράζοντας την θλίψη του για διότι ακόμη και σήμερα η Τουρκία διακατέχεται από την η ίδια νοοτροπία του κατακτητή.
«Η ίδια νοοτροπία με την οποία σήμερα η Αγία Σοφία έγινε τζαμί, υπαγόρευσε την Τουρκία να εισβάλει σε ένα ανεξάρτητο γειτονικό κράτος και να καταλάβει και να κατέχει μέχρι σήμερα το βόρειο τμήμα του», πρόσθεσε.
«Το άδικο θα μας πνίξει, αλλά δεν θα μας βουβάνει. Και δεν συνέβη μόνο στον κυπριακό λαό και στον Κυπριακό Ελληνισμό, αλλά μας αφορά όλους», επεσήμανε ο κ. Ελπιδοφόρος αποκαλύπτοντας ότι και ο ίδιος και η οικογένειά του και χιλιάδες Κωνσταντινουπολιτών υπέφεραν με πρόσχημα την Κύπρο.
«Είμαι κι εγώ πρόσφυγας, όταν μικρό παιδί αναγκαστήκαμε οικογενειακώς, μετά το κυπριακό, να εγκαταλείψουμε την Κωνσταντινούπολη, να πουλήσουμε το σπίτι μας και με ό,τι είχαμε να πάμε στην Ελλάδα αρχίζοντας από την αρχή τη ζωή μας. Γιατί; Επειδή κάποιοι λαοί διακρίνονται στην ιστορία διότι κατέλαβαν με το σπαθί τους κάποια μνημεία και κάποιοι άλλοι λαοί διακρίνονται στην ιστορία γιατί χτίζουν μνημεία παγκόσμιου πολιτισμού και δημιουργούν πολιτισμό. Όχι καταλαμβάνοντας μνημεία που έχτισαν άλλοι».
Ο κ. Ελπιδοφόρος επεσήμανε ότι φόρεσε στο στήθος για την περίσταση τον σταυρό που του δώρισε ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Χρυσόστομος και τόνισε ότι πάντα ηχούν στ’ αυτιά του ο πόνος κι η αγωνία του προκαθήμενου της Εκκλησίας της Κύπρου για τη λύση του κυπριακού και την αποκατάσταση του δικαίου.
«Δεν έχει σημασία πόσα χρόνια περνούν, πόσοι φεύγουν και πόσοι μένουν. Σημασία έχει ότι όσοι φεύγουν μας παραδίδουν την σκυτάλη κι όσοι μένουμε την παραλαμβάνουμε κρατώντας την ως αναμμένη δάδα για να διεκδικούμε την αποκατάσταση όσων αδικιών έγιναν σε βάρος του Γένους, του πολιτισμού και της φυλής μας», συμπλήρωσε.
Ομιλία Γενικού Προξένου της Κύπρου
Ο γενικός Πρόξενος της Κύπρου Αλέξης Φαίδωνος – Βαντέ απευθυνόμενος στον Αρχιεπίσκοπο και σε όλους τους παριστασμένους επεσήμανε: Η χρονιά που βιώνουμε θα μας μείνει αξέχαστη.
Εδώ στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουμε γίνει μάρτυρες μιας πανδημίας που στοίχισε τη ζωή σε 140.000 συνανθρώπους μας, που έκλεισε χιλιάδες επιχειρήσεις και σχολεία και που οδήγησε εκατομμύρια Αμερικανούς στην ανεργία. Σε διεθνές επίπεδο, οι προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας για το 2020 είναι δυσοίωνες: Συρρίκνωση της οικουμενικής οικονομίας πέραν του 5% – η μεγαλύτερη συρρίκνωση από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.
Η χρόνια που βιώνουμε θα παραμείνει στην ιστορία και ένεκα του πρωτοφανούς κατ’ οίκον περιορισμού που περάσαμε όλοι με στόχο τη μείωση της μετάδοσης του επικίνδυνου αυτού ιού. Τη ψυχική δοκιμασία που πέρασε ο κάθε ένας από μας ξεχωριστά τους τελευταίους 4 μήνες, μόνο ο Θεός και εμείς οι ίδιοι γνωρίζουμε.
Τη χρονιά αυτή είδαμε ακόμη ένα θλιβερό γεγονός – την απόφαση της Τουρκίας να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε Τζαμί, ανατρέποντας την απόφαση του Μουσταφά Κεμάλ το 1934 για τη διατήρηση της ως Μουσείο. Η εν λόγω πράξη της Τουρκίας εν σχέσει με την Αγία Σοφία αποτελεί “Déjà vu” για την Κύπρο. Πάνω από 550 Ελληνορθόδοξες Εκκλησίες, Παρεκκλήσια και Μοναστήρια στην κατεχόμενη Κύπρο έχουν λεηλατηθεί, υποστεί εσκεμμένους βανδαλισμούς και σε αρκετές περιπτώσεις κατεδαφιστεί. Πολλοί χριστιανικοί χώροι λατρείας έχουν μετατραπεί σε Τζαμιά, σε αποθήκες, σε στάβλους και σε αχυρώνες, γεγονός που αποδεικνύει σαφώς ότι η θρησκευτική κληρονομιά στα κατεχόμενα εδάφη της μεγαλονήσου υπήρξε στόχος του Τουρκικού Κράτους. Επιπρόσθετα, σημαντικά πολιτιστικά μνημεία και χώροι λατρείας εξακολουθούν να μην είναι προσβάσιμα επειδή βρίσκονται μέσα σε «στρατιωτικές ζώνες» του κατοχικού στρατού.
Σεβασμιότατε,
Αύριο, 20 Ιουλίου, συμπληρώνουμε 46 χρόνια από την έναρξη της βάρβαρης και απάνθρωπης τουρκικής εισβολής του 1974 ενώ σήμερα μνημονεύσαμε τους χιλιάδες νεκρούς αμάχους και οπλίτες που δολοφονήθηκαν κατά τη διάρκεια της.
Ανάμεσα στα θύματα της Κύπρου, υπήρξαν γυναικόπαιδα και υπερήλικες. Από τους οπλίτες πεσόντες μας, η πλειοψηφία των, ήταν νέα παιδιά, τα οποία, παρόλο που γνώριζαν την υπεροπλία του τουρκικού στρατού και παρόλο που γνώριζαν την τεράστια ανισότητα στο πεδίο της μάχης, δεν δίστασαν να ανταποκριθούν στο κάλεσμα της πατρίδας και να δώσουν σ’ αυτή, ότι πιο πολύτιμο είχαν – τη ζωή τους.
Δεν λησμονούμε ούτε τους αγνοούμενους αλλά ούτε τους εγκλωβισμένους – οι οποίο από 20.000 το 1975 παρέμειναν 300 σήμερα ως αποτέλεσμα της καταδιωκτικής πολιτικής που αντιμετώπισαν και που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν από το Τουρκικό Κράτος.
Δυστυχώς τα θύματα της Κύπρου δεν περιορίστηκαν με το τέλος της Τουρκικής εισβολής. Από το 1975 μέχρι σήμερα, ο Τουρκικός στρατός και τα όργανα του Τουρκικού κράτους, δολοφόνησαν και άλλους ελληνοκύπριους.
Οι προκλήσεις της Τουρκίας δεν έχουν τέλος. Πέραν των παράνομων δραστηριοτήτων γεώτρησης στην Κυπριακή υφαλοκρηπίδα με παρουσία Τουρκικών πολεμικών πλοίων, γίναμε μάρτυρες της υπογραφής ενός παράνομου Μνημονίου με τη Λιβύη – το οποίο απορρίπτει το Κοινοβούλιο της Λιβύης – καθώς επίσης την ανακοίνωση πρόθεσης για παράνομες γεωτρήσεις και στην Ελλαδική υφαλοκρηπίδα.
Σεβασμιότατε,
Εμείς ως Κύπριοι θέλουμε να ζήσουμε σε συνθήκες ειρήνης και ασφάλειας με τους τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας.
Είναι σημαντικό να μην ξεχνούμε ότι από τα 400 χρόνια συνύπαρξης ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων στο νησί, τα 380 ήτο ειρηνικά. Πολλά τουρκοκυπριακά χωρία είχαν ελληνικά ονόματα, ενώ μια σημαντική μερίδα τουρκοκυπρίων πριν το 1974 δεν μιλούσαν την τουρκική γλώσσα αλλό μόνο την ελληνική ενώ πίστευαν και προσεύχονταν στους Αγίους της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό πρέπει να το θυμόμαστε.
Με όραμα το μέλλον, η Κυβέρνηση της Κύπρου θα συνεχίσει να κάνει ότι είναι διπλωματικά εφικτό ώστε να δημιουργηθούν οι συνθήκες επανέναρξης του διαλόγου με την τουρκοκυπριακή κοινότητα με σκοπό να φθάσουμε σε ειρηνική επίλυση του κυπριακού προβλήματος και απαλλαγή από την 46χρονη Τουρκική στρατιωτική κατοχή.
Σεβασμιότατε,
Εκλεκτοί προσκεκλημένοι, Κυρίες και Κύριοι,
Επιτρέψετε μου κλείνοντας, να ευχαριστήσω την Ομοσπονδία Κυπριακών Οργανώσεων Αμερικής για τη διοργάνωση της σημερινής εκδήλωσης και για τη συνεχή στήριξη της προς την πατρίδα.
Σας εύχομαι ένα υγειές καλοκαίρι και σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.
Ομιλία Γενικού Προξένου της Ελλάδας
Ο γενικός Πρόξενος της Ελλάδας Δρ. Κωνσταντίνος Κούτρας μίλησε κατά την διάρκεια του γεύματος και τόνισε: Τέτοιες μέρες, το 1974 φαντάζει όχι και τόσο μακρινό.
Και μπορεί κάποιοι να μην το έζησαν οι ίδιοι -πόσο μάλλον τα παιδιά που στο μεταξύ αυτοί έχουν αποκτήσει- ωστόσο, οι ζοφερές εκείνες μέρες -46 χρόνια μετά- δεν έχουν διαγραφεί.
Ήταν μία εποχή πολύ πιο ταραχώδης από την σημερινή, με πολλές «αυταπάτες», κακούς υπολογισμούς και ακόμα χειρότερους χειρισμούς και τραγικά λάθη.
Δεν ξεχάσαμε και δεν ξεχνούμε. Αυτό είναι σίγουρο. Αποτελεί κεφάλαιο της ιστορίας μας που δεν έχει κλείσει, αλλά αιμορραγεί καθημερινά και περιμένει την δικαίωση.
Τόνοι μελάνης έχουν χυθεί για το τι μέλλει γενέσθαι. Εάν χάθηκαν ευκαιρίες, εάν υπάρχουν περιθώρια συμβιβασμών, εάν το κυπριακό πρόβλημα έχει μετατραπεί σε γόρδιο δεσμό αλλά και το εάν πρέπει να κόψουμε με το σπαθί ότι δεν μπορεί να λυθεί.
46 χρόνια μετά, ζωντανεύουν πάλι μπροστά μας τα αποτρόπαια γεγονότα που διαδραματίστηκαν πάνω στο πληγωμένο «κορμί» της Μεγαλονήσου, οι κτηνωδίες και η βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Τούρκοι εναντίον των αδελφών μας, οι οποίοι με ηρωισμό και αυταπάρνηση προσπάθησαν να προστατεύσουν τα ιερά και τα όσια.
Σχεδόν μισό αιώνα μετά, αυτό που προκύπτει ξεκάθαρα είναι ότι η Τουρκία έχει αποθρασυνθεί και έχει καταστεί ο τοπικός ταραχοποιός της περιοχής. Κλιμακώνει τις προκλήσεις της καθημερινά. Στην Κύπρο, στο Αιγαίο, στον Έβρο, στην Μεσόγειο, στην Μέση Ανατολή, στην Βόρεια Αφρική, εσχάτως και στην Ισπανία… Αρνείται να αποσύρει τις παράνομες δυνάμεις κατοχής, καθιστώντας την Κύπρο από τις πιο στρατιωτικοποιημένες περιοχές παγκοσμίως. Παραβιάζει ανοιχτά τα κυριαρχικά δικαιώματα Ελλάδας και Κύπρου και στρέφεται κατά της Ευρώπης.
Για δεκαετίες τώρα καταγγέλλουμε αδιάκοπα την εισβολή, την στρατιωτική κατοχή, την μαζική και συστηματική παραβίαση δικαιωμάτων και ελευθεριών των αδελφών μας Κυπρίων.
Και αναρωτιέμαι πώς γίνεται να κοιτάξουμε αλλού, όταν η Τουρκία δεν σεβάστηκε ποτέ τους Ελληνοκύπριους πρόσφυγες, τους αγνοούμενους και τους εγκλωβισμένους;;;
Τι σημασία έχει εάν έχει μεσολαβήσει σχεδόν μισός αιώνας;
Μπορεί ποτέ η δικαίωση να λησμονηθεί και το έγκλημα αυτό να παραγραφεί;
Και έπειτα, σε ποιο αισιόδοξο μέλλον να αποβλέπουμε όταν υπάρχει στρατός κατοχής, διαρκής παράνομος εποικισμός, η δε πολιτιστική και θρησκευτική κληρονομιά του κατεχόμενου μισού νησιού συλείται καθημερινά;
Και το χειρότερο; Βλέπουμε τον παραλογισμό να μην γνωρίζει πλέον φραγμό.
Οι τελευταίες εξελίξεις που διαδραματίστηκαν στην Αγια Σοφιά μάς υπενθύμισαν πόσο ανίερος και ιερόσυλος γίνεται ο ολοκληρωτισμός, η μισαλλοδοξία και ο θρησκευτικός φανατισμός.
Έτσι συνοπτικά και βάναυσα δημιουργήθηκαν τα τετελεσμένα από την Τουρκία την δεκαετία του 70 στην Κύπρο αλλά και προγενέστερα στην Πόλη, έτσι και σήμερα, η υφήλιος έγινε μάρτυρας του πως η Τουρκία βεβηλώνει μνημεία και καταπατά ιερές μνήμες με το “έτσι θέλω”.
Σήμερα, η παγκόσμια κοινή γνώμη ήρθε ίσως πιο κοντά σε αυτό που εδώ και καιρό εμείς καταδικάζουμε διεθνώς ως “τουρκική προκλητικότητα”.
Έναν ασύδοτο και προκλητικό καιροσκοπισμό που αρέσκεται να βάζει πρόταγμα το ιερό της θρησκείας, όταν η ίδια η ηγεσία της προφανώς και δεν έχει “ούτε ιερό ούτε όσιο”.
Όπως τόνισε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας ενώπιον του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, το ζήτημα της Αγίας Σοφίας «δεν είναι θέμα καν ευρωτουρκικό αλλά παγκόσμιο. Η Τουρκία επιλέγει να κόψει δεσμούς με τον δυτικό κόσμο και τις αξίες του. Η ιστορία διδάσκει πως η κληρονομιά του κόσμου δεν μπορεί να γίνει διελκυστίνδα μεταξύ των κρατών και ότι τα μνημεία τελικά δεν ταπεινώνονται, αλλά ταπεινώνουν εκείνους που δεν τα σέβονται.».
Μπροστά σε αυτή την κατάσταση, η Ελλάδα βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση, υπογραμμίζοντας αδιαλείπτως ότι η Τουρκία διολισθαίνει με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την σχέση με τους γύρω της.
Ο τερματισμός της στρατιωτικής κατοχής και των συνεπειών της, η επανένωση της Κύπρου μέσω μίας δίκαιης, βιώσιμης και λειτουργικής λύσης στη βάση των Αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας και της ιδιότητας της Κύπρου ως Κράτους Μέλους της ΕΕ παραμένει ο στόχος της Ελλάδας, για την οποία το Κυπριακό αποτελεί μέγα διεθνές και εθνικό ζήτημα αλλά και κορυφαία προτεραιότητα της εξωτερικής πολιτικής της.
Για την Κυπριακή Δημοκρατία σημαίνει ανεξαρτησία στη λήψη αποφάσεων, σημαίνει ανεμπόδιστη άσκηση της νόμιμης κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων και φυσικά σημαίνει εγκατάλειψη του αναχρονιστικού συστήματος “εγγυήσεων”, δοθέντος ότι ο άκρως αναχρονιστικός αυτός «θεσμός» δεν είναι συμβατός με την σύγχρονη έννοια της κρατικής κυριαρχίας υπό όρους Διεθνούς και Ευρωπαϊκού Δικαίου. Σημαίνει, επίσης, ότι η λύση στο Κυπριακό μπορεί να είναι μόνο η λύση που θα γίνει αποδεκτή, μέσω δημοψηφίσματος, από τον Κυπριακό λαό.
Επαναλαμβάνω, ανεξαρτησία σημαίνει ότι τούτη θα εφαρμόζεται σε όλο το φάσμα δραστηριοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας και ότι, για παράδειγμα, η ΑΟΖ της Κύπρου δεν θα παραβιάζεται και δεν θα απειλείται από οποιαδήποτε κακόβουλο γείτονα όπως η Τουρκία.
Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ένα κράτος μέλος του ΟΗΕ που ανήκει στον στενό πυρήνα της Ευρώπης και στον ακόμα στενότερο πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης.
Αυτό είναι μία κατάκτηση που παράγει τετελεσμένα και δεν μπορεί εύκολα αυτή η κατάκτηση να υπόκειται σε καπηλεία και αμφισβήτηση από την Τουρκία.
Οι ελευθερίες που κατέκτησε η Ευρωπαϊκή Ένωση και που απολαμβάνουν τα μέλη της, δεν χαρίζονται, κερδίζονται.
Είναι δε αυτονόητες, κατανοητές με βάση το διεθνές δίκαιο και δεν χρήζουν ερμηνείας κατά το δοκούν ή κατά το συγκυριακό συμφέρον.
Και όταν η Τουρκία απαιτεί συμπερίληψη στο αγαθό των ευρωπαϊκών ελευθεριών, θα πρέπει να προσφέρει προς τούτο δίκαια ανταλλάγματα και εγγυήσεις σε έντιμες διαπραγματεύσεις, όπως ταιριάζει άλλωστε σε κάθε σύγχρονο κράτος με αξιοπιστία.
Με αυτές τις τελευταίες σκέψεις, επιτρέψτε μου να αποτίσω φόρο τιμής στους πεσόντες από την εισβολή, να ευχηθώ η δικαίωση να μην αργήσει άλλο για αυτούς που έμειναν πίσω, και να αποτολμήσω να ελπίσω ότι με συστηματική δουλειά και πίστη σε αυτό που πρεσβεύουμε, στον δρόμο που φωτίζετε εσείς οι φλογεροί ομογενείς πατριώτες, -ο αείμνηστος Νίκος Μούγιαρης, ο γίγας Φίλιπ Κρίστοφερ, ο αδελφός Κυριάκος και τόσοι άλλοι που δεν έχω τον χρόνο να αναφέρω- εσείς με το παράδειγμά σας, με τον ακατάπαυστο αγώνα σας εδώ και 4 δεκαετίες, να αποτολμήσω λοιπόν να ελπίσω ότι οι καλύτερες μέρες είναι μπροστά μας.
Η Ελλάς αποδίδει φόρο τιμής και υποκλίνεται στη μνήμη των Κυπρίων και Ελλαδιτών υπερασπιστών της Κύπρου που με ηρωισμό και αυτοθυσία αντιμετώπισαν τον εισβολέα το καλοκαίρι του 1974.
Άλλες ομιλίες
Στο γεύμα μίλησε ο πρόεδρος της ΠΣΕΚΑ Φίλιπ Κρίστοφερ ο οποίος είπε ότι θα πρέπει ως Ελληνοαμερικανική Κοινότητα να αξιοποιήσουμε το γεγονός ότι φέτος είναι έτος εκλογών στις ΗΠΑ και εξέφρασε την απογοήτευσή του γιατί η αμερικανική κυβέρνηση δεν ασκεί πίεση στην Τουρκία, όμως δεν θα πρέπει να παραιτηθούμε της προσπάθειας, αλλά να συνεχίσουμε τον αγώνα.
Ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κυπριακών Οργανώσεων Αμερικής, Κυριάκος Παπαστυλιανού, είπε ότι όσοι έζησαν τα γεγονότα του πραξικοπήματος, της εισβολής και της κατοχής έχουν έντονες τις μνήμες και κάλεσε τους οργανωμένους φορείς της Ομογένειας στις ΗΠΑ, μαζί με την Εκκλησία να δώσουν προτεραιότητα στο Κυπριακό και να συνεχίσουν τον αγώνα ενωμένοι.