ΑΘΗΝΑ. (www.mononews.gr) Το success story του ιδρυτή της Sony, Akio Morita, o οποίος μετέτρεψε, παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στην πορεία του, μία μικρή επιχείρηση της Ιαπωνίας σε τεχνολογικό κολοσσό, αποτέλεσε έμπνευση για τον Δημήτρη Ανδριόπουλο, ιδρυτή και διευθύνοντα σύμβουλο της Dimand, όπως έχει ο ίδιος δηλώσει.
Άλλωστε και το δικό του success story, μοιάζει με σενάριο από ταινία. Μικρός πουλούσε σοκολάτες και λουκούμια στα περίπτερα της Πάτρας, καθώς ο πατέρας του ήταν έμπορος ζαχαρωτών, αργότερα εργάστηκε ως πωλητής σε κατάστημα, εκτελωνιστής, υπάλληλος σε τουριστικό γραφείο, έφτασε να ψήνει έως και μπιφτέκια για τα MacDonald’s, μέχρι να φτάσει σήμερα να βρίσκεται πίσω από ορισμένα εκ των σημαντικότερων projects στο real estate.
Η σκληρή δουλειά και η επιμονή στους στόχους του ήταν δύο από τα χαρακτηριστικά που τον έκαναν να ξεχωρίσει και μέσα από τις δυσκολίες να αναδειχθεί σε πρωταγωνιστή.
Ο Δημήτρης Ανδριόπουλος, μαραθωνοδρόμος τόσο στον επαγγελματικό στίβο όσο και στην πραγματική ζωή – καθώς τρέχει σε μαραθωνίους – πλέον είναι ιδιόκτητης δυο εκ των εμβληματικότερων ακινήτων στην Αττική, του Πύργου του Πειραιά και του Μινιόν καθώς η εταιρεία του, Dimand, πλειοδότησε στον διαγωνισμό για το ακίνητο του ιστορικού πολυκαταστήματος στην Ομόνοια.
Τα MacDonald’s, οι ΗΠΑ και τα.. χάμπουργκερ
Το 1986 ο Δημήτρης Ανδριόπουλος, ιδρύει το δικό τουριστικό γραφείο, έχοντας τις αντιπροσωπίες της DHL, της American Express και αργότερα της SATO στην Πάτρα.
Έπειτα από μία αγγελία με την MacDonald’s, ζητούν Έλληνες για να αναλάβουν τα δύο πρώτα καταστήματα στη χώρα μας, σε Σύνταγμα και Πειραιά, η εταιρεία του κ. Ανδριόπουλου επιλέγεται ανάμεσα σε 3.500 αιτήσεις για το κατάστημα στον Πασαλιμάνι. Ο ίδιος αποφασίζει να φύγει για τις ΗΠΑ στα κεντρικά της Πολυεθνικής. Εκεί μαθαίνει τη δουλειά σε όλα της τα στάδια: από το να ψήνει μπιφτέκια και να ξεφορτώνει φορτηγά μέχρι πώς διοικείται μία επιχείρηση. Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι η εμπειρία και η εκπαίδευση στις ΗΠΑ «ήταν σαν να είχα δύο μεταπτυχιακά».
Επιστρέφει ύστερα από 18 μήνες και ξεκινάει τη λειτουργία του καταστήματος. Όμως το εγχείρημα αυτό σταματάει σύντομα. 3,5 χρόνια μετά, αποφασίζει να πουλήσει τα δικαιώματά του καθώς παρότι το κατάστημα του δούλευε, «έμπαινε μέσα» καθώς ο ίδιος πλήρωνε στη μητρική εταιρεία το 33% του τζίρου του.
Την περίοδο εκείνη, κατά δήλωσή του, είχε και τη μεγαλύτερη επιχειρηματική του αποτυχία, καθώς όπως έχει δηλώσει, δεν κατάφερε το 1992 να πείσει την McDonald’s να εξαγοράσει τα Goody’s.
Η επιτυχία στα Superfast Ferries
Η γνωριμία του Δημήτρη Ανδριόπουλου με την οικογένεια Παναγόπουλου φέρνει στη επαγγελματική του ζωή του τα «Superfast Ferries».
Γίνεται ο στενότερος συνεργάτης των Περικλή και Αλέξανδρου Παναγόπουλου, σε μία εποχή που αποφασίζουν να δρομολογήσουν γρήγορα πλοία στη γραμμή Πάτρα-Ανκόνα. Ο ίδιος οργανώνει την επιχείρηση, εξασφαλίζει συνεργασίες σε όλες τις χώρες της Ευρώπης ενώ καθιερώνει σημαντικές καινοτομίες, όπως τα ηλεκτρονικά εισιτήρια και το on- line σύστημα κρατήσεων.
Η επιτυχία τους ήταν μεγάλη, αν και όπως λέει ο ίδιος «στην αρχή μας κορόιδευαν και έλεγαν: Μα, είναι δυνατόν ο χαμπουργκεράς με τον Παναγοπουλο να φτιάξουν μια τέτοια εταιρεία;». Ωστόσο το 1997, έπειτα από διαφωνίας σε θέματα στρατηγικής, αποχωρεί από την εταιρεία.
Ο κατασκευαστικός κλάδος, η Reds και το γήπεδο Καραϊσκάκη
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 μπαίνει αρχίζει η ενασχόλησή του με τον κατασκευαστικό κλάδο. Αναλαμβάνει διευθύνων σύμβουλος στην εταιρεία ακινήτων «Reds» του ομίλου ΕΛΛΑΚΤΩΡ και μάλιστα ήταν εκείνος που προώθησε την ιδέα των ανοικτών εμπορικών κέντρων όπως το Smart Park στα Σπάτα. Η εταιρεία χτίζει μια σειρά από σημαντικά έργα, μεταξύ των οποίων τους σταθμούς της Αττικής Οδού, τα σπίτια στον λόφο Εντισον.
Ακολουθεί η γνωριμία με τον Σωκράτη Κόκκαλη ο οποίος τότε σχεδίαζε το νέο «Γ. Καραϊσκάκης» με τον οποίο δίνουν τα χέρια ώστε ο κ. Ανδριόπουλος να αναλαμβάνει το project της κατασκευής του. Επρόκειτο για έναν «άθλο» όπως έχει δηλώσει ο ίδιος μετά την ολοκλήρωσή του καθώς το νέο γήπεδο του Ολυμπιακού έπρεπε μέσα σε 16 μήνες να είναι έτοιμο, για τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Στάδιο Καραϊσκάκη ήταν μόνο η αρχή της ενασχόλησης του με τον συγκεκριμένο τομέα καθώς ακολούθησε η κατασκευή του γηπέδου της Λάρισας, ενώ αργότερα με την Dimand ανέλαβε και τις κατασκευές για το νέο γήπεδο της ΑΕΚ. Παράλληλα o ίδιος υπήρξε σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων στο θέμα της διπλής ανάπλασης Βοτανικού και Λεωφόρου.
Η ίδρυση της Dimand και τα μεγάλα deals
Η μεγάλη απόφαση για την ίδρυση της Dimand Development, μαζί με την αείμνηστη σύζυγό του Πέρρη καθώς και τους Πάνο Παναγιωτίδη και Νίκο Δήμτσα, ήρθε το 2002.
Στα πρώτα projects που ανέλαβε η εταιρεία ήταν οι κατασκευές των καταστημάτων της «Wind» και της Citibank και ακολούθησαν γραφεία και καταστήματα εταιρειών όπως «Toi&moi», «Νάκας», Marfin Bank και οι αποθήκες της «Aldi».
Τα τελευταία χρόνια η Dimand έχει αναλάβει ορισμένα από τα σημαντικότερα project στην αγορά ακινήτων μεταξύ των οποίων τον Πύργο του Πειραιά, το πρώην κτίριο Παπαστράτος επίσης στον Πειραιά, το Σαρόγλειο Μέγαρο στη Σταδίου και την ανακατασκευή του κτιρίου των πρώην γραφείων της «Ελευθεροτυπίας» στον Νέο Κόσμο. Έχει δε προχωρήσει σε ορισμένα από τα project που έχει αναλάβει σε συνεργασίες ορισμένους από τους πιο σημαντικούς παίκτες της αγοράς όπως εκείνες με τις EBRD και H.I.G. Capital καθώς με τις Grivalia και Prodea Investments.
Η νέα απόκτηση, του ακινήτου που στέγαζε το θρυλικό Μινιόν έρχεται να προστεθεί στη στρατηγική των τελευταίων 7 ετών της εταιρείας να επενδύει σε παλιά εγκαταλελειμμένα κτίρια στο κέντρο της Αθήνας και του Πειραιά, τα οποία είναι κομμάτια της κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας των δύο πόλεων.
«Εμείς θα προσπαθήσουμε, μετά από 25 περίπου χρόνια να του δώσουμε στο Μινιόν κομμάτι από την παλιά του αίγλη και να βοηθήσουμε, μαζί με υπόλοιπες επενδύσεις που γίνονται στην περιοχή, να αναζωογονήσουμε το εγκαταλελειμμένο και προβληματικό κέντρο της πόλης» δηλώνει ο ίδιος στο mononews.