Το σχέδιο «μια φορά σε μια γενιά» του Μπάιντεν έχει στόχο την αναζωογόνηση της αγοράς εργασίας την προώθηση της δημόσιας υγείας, της εκπαίδευσης, των πολιτικών για το κλίμα και τον εκσυγχρονισμό των υποδομών. Με τον προϋπολογισμό προβλέπει μια ανακατανομή του πλούτου, καθώς θα χρηματοδοτήσει το πρόγραμμά του φορολογώντας τις εταιρείες, τους πλούσιους και τους υψηλόμισθους.
Του Νίκου Αλεξίου*,**
Η πρόταση του Προέδρου Μπάιντεν για το οικονομικό έτος 2022, αλλά και για την επόμενη δεκαετία δείχνει τη φιλοδοξία του να ασκήσει κυβερνητική εξουσία ώστε να βοηθήσει περισσότερους Αμερικανούς να αποκτήσουν τις ανέσεις μιας μεγάλης μεσαίας τάξης και να αναστηλώσει τη βιομηχανία των ΗΠΑ για να ανταγωνιστεί καλύτερα παγκοσμίως.
Οι προτάσεις του Προέδρου Μπάιντεν για επενδύσεις σε υποδομές, εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη, περιβάλλον, και πολλά άλλα, είναι φανερό ότι θα ωθήσουν τις ομοσπονδιακές δαπάνες στα υψηλότερα επίπεδα από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο έως τώρα.
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν υποστηρίζει ότι η πρότασή του «μια φορά σε μια γενιά» είναι απαραίτητη για την αναζωογόνηση της αγοράς εργασίας, την προώθηση της δημόσιας Υγείας και τον εκσυγχρονισμό των παλαιωμένων συστημάτων στην ενέργεια, τις μεταφορές και τις επικοινωνίες.
Επιπλέον θα ζητήσει να αυξηθούν οι συνολικές δαπάνες από τα 6 στα 8,2 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2031, με τα ελλείμματα να ξεπερνούν το 1,3 τρισεκατομμύριο δολάρια κατά την επόμενη δεκαετία.
Η αναπτυξιακή πολιτική του Μπάιντεν έχει δυο προοπτικές: από τη μια προσβλέπει στην αναβάθμιση των υποδομών της χώρας και από τη άλλη υπάρχει μια κοινωνική διάσταση, με την ουσιαστική επέκταση του δικτύου κοινωνικής ασφάλειας, που περιλαμβάνεται στο αμερικανικό πρόγραμμα εργασίας και νοικοκυριών, μαζί με άλλες προγραμματισμένες αυξήσεις στις δαπάνες.
Τα επίπεδα φορολογίας και δαπανών στα σχέδια του Μπάιντεν θα επεκτείνουν κατά πολύ την ομοσπονδιακή δημοσιονομική δαπάνη σε επίπεδα που σπάνια παρατηρήθηκαν στη μεταπολεμική εποχή για τη χρηματοδότηση επενδύσεων που η κυβέρνηση πιστεύει ότι είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της Αμερικής.
Αυτό περιλαμβάνει χρήματα για δρόμους, σωλήνες νερού, Διαδίκτυο, σταθμούς φόρτισης ηλεκτρικών οχημάτων και προηγμένη έρευνα κατασκευής. Αλλά προβλέπει επίσης χρηματοδότηση για οικονομικά προσιτή παιδική φροντίδα, γενικό νηπιαγωγείο και εθνικό πρόγραμμα υγείας – πρωτοβουλίες τις οποίες οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν αποκλείσει στο παρελθόν. Ακόμα και οι στρατιωτικές δαπάνες θα αυξηθούν, αλλά με σημαντική μείωση στο γενικότερο μερίδιο της οικονομίας.
Αύξηση της φορολογίας στον πλούτο
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν σχεδιάζει να χρηματοδοτήσει το φιλόδοξο πρόγραμμά του αυξάνοντας τους φόρους για τις εταιρείες, τους πλούσιους και τους υψηλόμισθους και με αυτόν τον τρόπο τα δημοσιονομικά ελλείμματα θα συρρικνωθούν τη δεκαετία του 2030. Και όπως προβλέπεται στην πρόταση προϋπολογισμού τα προγράμματα στήριξης εργασίας και οικογένειας θα αντισταθμιστούν πλήρως από αυξήσεις φόρου κατά τη διάρκεια των επόμενων 15 ετών. Ένα άλλο ποσό θα καλυφθεί από δάνεια.
Το πρόγραμμα Μπάιντεν και το Κογκρέσο θα συνεχίσουν τις περικοπές φόρων για Αμερικανούς με χαμηλό και μεσαίο εισόδημα, που είχε υπογράψει ο Τραμπ από το 2017 και λήγει το 2025. Επίσης ο Μπάιντεν εξήγγειλε ότι δεν θα αυξήσει τους φόρους σε εισοδήματα μικρότερα από 400.000 δολάρια ετησίως. Ίσως θα μπορούσε να προτείνει την επέκταση των φορολογικών περικοπών του Τραμπ σε έναν μελλοντικό προϋπολογισμό, ενδεχομένως σε συνδυασμό με πρόσθετες φορολογικές αυξήσεις σε υψηλόμισθους ή επιχειρήσεις. Βέβαια αυτό είναι ένα θέμα στο οποίο οι Ρεπουμπλικάνοι αντιδρούν κάθετα.
Το χρέος και ο πληθωρισμός
Ενώ το σχέδιό Μπάιντεν προβλέπει πρόσθετα φορολογικά έσοδα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν σημαντικά ελλείμματα, καθώς δανείζονται χρήματα για να χρηματοδοτήσουν τον προϋπολογισμό. Σύμφωνα με την πρόταση Μπάιντεν, το έλλειμμα του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού θα φτάσει τα 1,8 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2022, ακόμη και όταν η οικονομία ανακάμψει από την ύφεση της πανδημίας με ετήσιους ρυθμούς υψηλότερους από τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Οικονομικοί αναλυτές προβλέπουν ότι το έλλειμμα θα υποχωρήσει ελαφρώς τα επόμενα χρόνια πριν αυξηθεί ξανά σε σχεδόν 1,6 τρισεκατομμύρια δολάρια έως το 2031.
Σχετικά με την εργατική τάξη σήμερα
Ο προϋπολογισμός του Προέδρου προβλέπει μια ανακατανομή του πλούτου που ίσως επιτρέψει σε περισσότερους Αμερικανούς να απολαύσουν την ευημερία ενισχύοντας τις επενδύσεις στην εκπαίδευση, τις υποδομές και τις σχετικές με το κλίμα πρωτοβουλίες.
Νομίζω ότι είναι χρήσιμο να κάνουμε μία περιληπτική ανασκόπηση του εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ, με τα τρέχοντα δεδομένα σε τέσσερις τουλάχιστον παραμέτρους, οι οποίες επηρεάζουν κάθε νοικοκυριό. Μια πρώτη και ίσως πιο ξεκάθαρη παράμετρος είναι ότι το ποσοστό συμμετοχής του εργατικού δυναμικού μειώθηκε σταθερά από 66,9% το 2001 σε 62,4% το 2015. Παρέμεινε σταθερό στο εύρος του 62% από το 2015 έως το 2019. Έπεσε στο 60,2% τον Απρίλιο του 2020 και ήταν 61,7% τον Απρίλιο του 2021.
Μια δεύτερη παράμετρος είναι το ποσοστό των εργαζομένων σε συνδικάτα. Σύμφωνα με το Γραφείο Στατιστικής Εργασίας των ΗΠΑ, το 10,3% των απασχολούμενων ήταν μέλη συνδικάτων το 2019 και το 10,8% των απασχολούμενων ήταν μέλη συνδικάτων το 2020.
Μια τρίτη παράμετρος είναι ο δείκτης τιμών καταναλωτή. Σύμφωνα με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή – Απρίλιος 2021, «κατά τους τελευταίους 12 μήνες, ο δείκτης όλων των ειδών αυξήθηκε 4,2% πριν από την εποχική προσαρμογή. Αυτή είναι η μεγαλύτερη αύξηση 12 μηνών από την αύξηση 4,9% για την περίοδο που έληξε τον Σεπτέμβριο του 2008. Ο δείκτης για όλα τα είδη βασικών τροφίμων και ενέργειας αυξήθηκε 0,9% τον Απρίλιο, η μεγαλύτερη μηνιαία αύξηση από τον Απρίλιο του 1982.
Σχεδόν όλα τα κύρια συστατικά οι δείκτες αυξήθηκαν τον Απρίλιο». Μια τέταρτη και τελευταία παράμετρος είναι η κάλυψη ασφάλισης υγείας, καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν το μοναδικό ανεπτυγμένο βιομηχανικά έθνος στον κόσμο χωρίς καθολική κάλυψη υγειονομικής περίθαλψης.
Σύμφωνα με το Γραφείο Απογραφής των ΗΠΑ, το 2019, το 8% των ανθρώπων, ή 26,1 εκατομμύρια άτομα, δεν είχαν ασφάλιση υγείας σε κανένα σημείο κατά τη διάρκεια του έτους. (Σημείωση: Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου θέτει το ποσοστό των ανασφάλιστων στο 12% των ατόμων κάτω των 65 ετών). Το 92% των ατόμων με ασφαλιστική κάλυψη για το σύνολο ή μέρος του 2019, το 68% ήταν ασφαλισμένο μέσω ιδιωτικού προγράμματος και 34% ήταν ασφαλισμένο μέσω δημόσιου προγράμματος.
Παρά το γεγονός ότι η τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας των ΗΠΑ έχει τα χαρακτηριστικά της δεκαετίας του 1970 -επιχειρηματική αβεβαιότητα και ανησυχία, αύξηση στις τιμές των πρώτων υλών, επιχειρήσεις δεν μπορούν να βρουν εργαζόμενους κ.λπ.-, αρκετοί οικονομολόγοι (π.χ. Κρούγκμαν) μετά την εξαγγελία του προγράμματος Μπάιντεν είναι αισιόδοξοι και βλέπουν την επερχόμενη δυναμική επανεκκίνηση της αμερικανικής οικονομίας. Κι αυτό είναι ένα καλό μήνυμα, αρκεί βέβαια να μην γίνει ερήμην των ανθρώπων της εργασίας.
Κοινωνιολογικά ο όρος «υποδομή», που ξανά-χρησιμοποιείται κατά κόρον αυτόν το καιρό, σε γενικές γραμμές αναφέρεται στα βασικά συστήματα, φυσικά ή μη, που απαιτούνται για την ορθή λειτουργία της κοινωνίας. Και είναι σημαντικό για όλες τις κοινωνίες, αλλά κυρίως για την αμερικανική κοινωνία, που μαστίζεται από προβλήματα διχασμού, ρατσισμού και απομόνωσης, η πρόταση περί «υποδομής» να περιλαμβάνει πολλές και άμεσες επενδύσεις σε πολιτικές και κοινωνικές υποδομές -κοινοτικές οργανώσεις, ελεύθερο σύστημα ψήφου, απλή αναλογική. Με άλλα λόγια πολιτικές και κοινωνικές υποδομές, που να υποστηρίζουν μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη πολιτική συμμετοχή, με δυναμική παρουσία της κοινωνίας των πολιτών, με πρόσβαση στον δημόσιο χώρο και χώρους συγκέντρωσης, έτσι ώστε να βοηθήσουν στην προώθηση της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης, της συλλογικής ζωής, της δημιουργίας και της εργασίας.
* Ο Νίκος Αλεξίου είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κουίνς της Νέας Υόρκης
** Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην εφημερίδα «Αυγή» της Κυριακής, 6 Ιουνίου 2021.