Του John Harris (*)
Καλύτερα να δώσουμε μεγάλη προσοχή στο ντιμπέιτ των αντιπροέδρων, έλεγαν όλοι μέχρι την Τετάρτη το βράδυ, αναφερόμενοι στην τηλεοπτική συζήτηση μεταξύ Μάικ Πενς και Κάμαλα Χάρις. Η ηλικία των δύο υποψηφίων για την προεδρία θα προσέδιδε μεγαλύτερη βαρύτητα στη σύγκρουση των συνυποψηφίων τους.
Αλλά η πραγματικότητα διέψευσε τους αναλυτές. Ακόμη και σε αυτή τη διόλου συνηθισμένη χρονιά, επιβεβαιώθηκε ότι η συζήτηση των «δεύτερων» δεν μπορεί να συναγωνιστεί εκείνη των «πρώτων». Ο Πενς έκανε προσπάθειες, διακόπτοντας συχνά τη Χάρις, αλλά γρήγορα απέδειξε ότι ανήκει σε μικρότερη κατηγορία από εκείνη του προέδρου Τραμπ.
Αντίθετα όμως από το χάος που επικράτησε στο ντιμπέιτ μεταξύ Τραμπ και Μπάιντεν, το ντιμπέιτ των αντιπροέδρων έριξε φως στις διαφορετικές ιδεολογίες και προτεραιότητες. Η Χάρις επέμεινε στην ανικανότητα της κυβέρνησης απέναντι στην πανδημία, που έχει στοιχίσει ως τώρα περισσότερες από 200.000 ζωές, ενώ ο Πενς υποστήριξε ότι ο αριθμός αυτός είναι πολύ καλύτερος από τις προβλέψεις για δύο εκατομμύρια θανάτους στο πρώτο στάδιο της πανδημίας. Δήλωσε ακόμη υπερήφανος για τις θέσεις του ίδιου και του Τραμπ εναντίον των αμβλώσεων. Η Χάρις, πάλι, τόνισε ότι αν περνούσαν τα σχέδια του Τραμπ, οι άνθρωποι με υποκείμενα νοσήματα θα έχαναν κάθε προστασία.
Η μόνη στιγμή που φάνηκε να τραβάει το ενδιαφέρον των τηλεθεατών πάντως ήταν όταν μια μύγα κάθισε στο κεφάλι του Πενς και αρνιόταν επί δύο λεπτά να αποχωρήσει.
Ο Τζον Ανταμς, ο πρώτος πολιτικός που κατέλαβε αυτό το αξίωμα, είχε πει κάποτε: «Είμαι αντιπρόεδρος. Στη θέση αυτή δεν είμαι τίποτα, αλλά μπορεί να είμαι τα πάντα». Για κανέναν αντιπρόεδρο στη σύγχρονη εποχή δεν μπορεί να πει κανείς ότι δεν ήταν τίποτα. Η επιρροή τους βαίνει αυξανόμενη, αν και εξαρτάται πάντα από τον πρόεδρο. Για τον συνηθισμένο Αμερικανό, όμως, οι αντιπρόεδροι βρίσκονται πιο κοντά στο «τίποτα» παρά στο «τα πάντα».
Ακόμη κι εκείνοι που φτάνουν στην αντιπροεδρία με σημαντικά προηγούμενα επιτεύγματα και λαμπρά δημόσια προφίλ – από τον Λίντον Τζόνσον μέχρι τον Νέλσον Ροκφέλερ και τον ίδιο τον Μπάιντεν – τείνουν να χάνουν τη λάμψη τους στη θέση αυτή. Ο Πενς ήταν κυβερνήτης και η Χάρις είναι γερουσιαστής από τη μεγαλύτερη πολιτεία. Και οι δύο είναι δεινοί ρήτορες που δεν αισθάνθηκαν καμιά αμηχανία στη σκηνή. Κι όμως κανείς δεν έκανε τους θεατές να αναρωτηθούν «μα γιατί δεν είναι εκείνος/η υποψήφιος/α για την προεδρία;»
Η Χάρις δεν απάντησε στην κατηγορία του Πενς ότι είχε κάποτε προτείνει να απαγορευθεί η υδρορηγμάτωση (φράκινγκ), αρκούμενη να επαναλάβει ότι ο Μπάιντεν δεν υποστηρίζει μια τέτοια απαγόρευση. Επιβεβαίωσε έτσι ότι οι απόψεις των αντιπροέδρων δεν μετράνε όταν συγκρούονται με τις απόψεις των προέδρων. Ο Πενς το ξέρει καλά, και το έχει ζήσει περισσότερο από κάθε άλλον.
Η συντονίστρια της συζήτησης Σούζαν Πέιτζ, από τη USA Today, κατέβαλε προσπάθειες να κρατήσει τη συζήτηση σε πολιτισμένα επίπεδα. Η τεχνική της ήταν να λέει συνεχώς «Ευχαριστώ, ευχαριστώ», κάτι που φαίνεται πως εξέλαβε ο Πενς ως έκφραση ευγνωμοσύνης γι’αυτά που έλεγε και συνέχιζε να μιλάει. Η επιθετικότητά του ερχόταν σε αντίθεση με την ήπια εν γένει συμπεριφορά του τα τελευταία χρόνια.
(*) O Tζον Χάρις είναι ιδρυτής της ιστοσελίδας Politico
(Πηγή: Politico.com)