ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. Ο ράφτης της ομογένειας, όπως είθισται να αποκαλούν οι συγγενείς και οι φίλοι τον Νικόλαο Σταύρου Περγαντή δεν υπάρχει πια ανάμεσά μας. Την Παρασκευή, 10η Μαΐου 2024, άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 91 ετών στο πατρικό του σπίτι στο Παρόρι νομού Λακωνίας, έχοντας στο πλευρό του τα ανίψια του.
Αν και απεβίωσε στην ιδιαίτερή του πατρίδα, εν τούτοις τα ανίψια και η μόνη εν ζωή αδελφή του η Αννιώ Μικολακάκου αποφάσισαν να εκπληρώσουν την τελευταία του επιθυμία και να τελέσουν την Εξόδιο Ακολουθία και την ταφή του στη Νέα Υόρκη όπου έζησε και αξιώθηκε να ζήσει στο ακέραιο το αμερικανικό όνειρο.
Η εξόδιος ακολουθία θα λάβει χώρα την Τετάρτη, 29 Μαΐου 2024 και ώρα 11.00 π.μ, στον ιερό ναό του Αγίου Πέτρου στην διεύθυνση 3245 Kingsbridge Ave, Bronx, NY 10463.
Θα προηγηθεί δύο ώρες νωρίτερα προσκύνημα του σκηνώματός του στον ίδιο ναό. Ο ενταφιασμός του θα λάβει χώρα στο κοιμητήριο «Mount Hope Cemetery» στην διεύθυνση 50 Jackson Ave, Hastings-On-Hudson, NY 10706.
Ο θάνατός του καταλυπεί την αδελφή του Αννιώ Νικολακάκου, τα ανίψια Σταύρο και Ματίνα Περγαντή, Γιώργο και Μαρία Νικολακάκου και τους λοιπούς συγγενείς και φίλους εδώ και στην Ελλάδα.
Η οικογένεια καλεί τους συγγενείς και φίλους όπως αντί ανθέων προσφέρουν δωρεά στη μνήμη του στην κοινότητα του Αγίου Πέτρου στην διεύθυνση 3245 Kingsbridge Ave, Bronx, NY 10463.
Από το Παρόρι Λακωνίας στο αμερικανικό όνειρο
Ο Νικόλαος Περγαντής γεννήθηκε στις 29 Ιουνίου του 1933 στο Παρόρι Λακωνίας. Γονείς του ήταν ο Σταύρος και η Ζωή και ήταν το τελευταίο παιδί μιας φτωχής πολύτεκνης οικογένειας 12 παιδιών. Στη ζωή βρίσκεται η αδελφή του η Αννιώ Νικολακάκου, που είναι 96 χρονών και διαμένει στην Ελλάδα.
Από μικρός ήταν δραστήριος, εργατικός και δυναμικός κάνοντας όποια δουλειά έβρισκε προκειμένου να βοηθήσει την οικογένειά του και παράλληλα έμαθε την τέχνη του ράφτη στη Σπάρτη και αυτή εξάσκησε όλα τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.
Βλέποντας τις δυσκολίες της ζωής και βλέποντας πολλούς συγχωριανούς του να μεταναστεύουν, προσπαθούσε και αυτός να φύγει εκτός Λακωνίας για να βρει δουλειά. Στην αρχή πήγε στην Αθήνα όπου έκανε αίτηση στη ΠΥΡΚΑΛ, τη στρατιωτική εταιρεία όπου έραβαν ρούχα, αλλά επειδή δεν τον πήραν, έκανε τα χαρτιά του να πάει Γερμανία, όπου και εγκρίθηκαν. Ταυτόχρονα τότε άνοιξε και η Αμερική και ο πόθος γι’ αυτό γίνεται πραγματικότητα και αμέσως φτιάχνει τα χαρτιά και φεύγει με το πλοίο και με μια βαλίτσα και 60 δολάρια στη τσέπη!
Το 1961 φτάνει στην Αμερική όπου τον περιμένει μια θεία του, η Μπούρα και παραμένει εκεί για λίγο καιρό ως φιλοξενούμενος. Παράλληλα επιδιώκει να φτιάξει τα χαρτιά του, ώστε να μείνει μόνιμα στην Αμερική. Βρίσκει δουλειά σε ένα εργοστάσιο που έφτιαχναν και σιδέρωναν ρούχα και τις υπόλοιπες ώρες πωλούσε λουλούδια στον σταθμό του τραίνου και σε ζευγάρια μπροστά από πανεπιστήμια.
Στη συνέχεια παντρεύεται την αγαπημένη του Ελληνοαμερικάνα Κατερίνα, την Κάθριν, όπως την έλεγε, και έζησαν όλα τα υπόλοιπα χρόνια τους ευτυχισμένοι δουλεύοντας μια ζωή.
Ανοίγει ένα ραφτάδικο στο Μπρονξ και για μισό αιώνα ασχολείται με αυτή τη δουλειά ράβοντας και σιδερώνοντας ρούχα. Μεγάλη υποστήριξη είχε και το έλεγε από τους Εβραίους. Αγαπούσε πολύ την οικογένεια του και βοήθησε όλα τα αδέλφια του φέρνοντας τα στην Αμερική κατόπιν προσκλήσεως. Τους άνοιξε το σπίτι του, τους βρήκε δουλειά και γενικά γινόταν θυσία για να μη τους λείπει τίποτα.
Αγάπησε πολύ την Εκκλησία και διακόνησε τον Άγιο Πέτρο μέχρι τελευταία που αρρώστησε. Ήταν το δεύτερο σπίτι του. Υπηρετούσε ως νεωκόρος αφιλοκερδώς και μάλιστα πολλές φορές ενίσχυσε την κοινότητα οικονομικά και έκανε δωρεές, όταν είχε ανάγκη.
Το ίδιο και για το χωριό του, το Παρόρι, που υπεραγαπούσε και πάντα ρωτούσε γι΄αυτό και ιδιαίτερα για την ενορία. Έφτιαξε δωρεάν το οστεοφυλάκιο στο νεκροταφείο και πρόσφερε δωρεές στον κεντρικό ναό του Αγίου Νικολάου.
Έζησε 56 χρόνια στην Αμερική, στο Μπρονξ, και τα τελευταία 5 χρόνια της ζωής του, ο ανιψιός του Σταύρος Περγαντής, με τη σύζυγο του Σταματίνα τον πήραν στην Ελλάδα όπου τον είχαν στην οικογένειά τους και του πρόσφεραν αγάπη, ιατρική φροντίδα και ό,τι άλλο χρειαζόταν. Τα δυο πρώτα χρόνια φιλοξενήθηκε σε ίδρυμα της Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης και στη συνέχεια στο πατρικό του σπίτι στο Παρόρι, εκεί όπου γεννήθηκε και τελικά πέθανε.
Ο ανιψιός του, Σταύρος Πεγαντής αναφερόμενος στον αείμνηστο επεσήμανε: «Ήταν μια προσωπικότητα πολύ δυναμική, με το χαμόγελο, γεμάτος αγάπη για όλους τους συγγενείς και τους συγχωριανούς. Επιθυμία του ήταν, όταν πεθάνει, να ταφεί στη Αμερική, δίπλα στη γυναίκα του που υπεραγαπούσε και, όπως έγραφε στην ταφόπλακα, «για πάντα μαζί» έτσι θα είναι πια για πάντα μαζί.
Εμείς σταθήκαμε δίπλα του με όλες μας τις δυνάμεις. Τον αγαπήσαμε και τώρα πραγματικά μας λείπει. Άδειασε το σπίτι μας! Όμως είμαστε ικανοποιημένοι που πράξαμε τον καθήκον μας και του ανταποδώσαμε ό,τι είχε προσφέρει στους γονείς μας και σ΄εμάς. Θα τον θυμόμαστε και θα τον μνημονεύουμε συνέχεια! Να έχει καλό παράδεισο και ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα τον σκεπάσει».
Οι «Αναμνήσεις» εκφράζουν τα ειλικρινή και εγκάρδια συλλυπητήρια στην οικογένειά του. Αιωνία του η μνήμη.