Η Κομπανία Βέρδη μιλάει για το ηχόχρωμα της μουσικής στην Ηπειρο και τα γλέντια που στήνονται στα πωγωνίσια χωριά.
«Στη δική µου γειτονιά, κάποτε µια λεµονιά, δυο λεµόνια είχε µόνο, στον κορµό κι όχι σε κλώνο» αναφέρουν οι στίχοι ενός από τα πιο αγαπηµένα τραγούδια της κοµπανίας, ενός παραδοσιακού ηπειρώτικου συγκροτήµατος. Η διήγησή τους για τη µουσική και τις γιορτές της Ηπείρου µας ταξιδεύει στα βουνά και τα χωριά του Πωγωνίου και στα καφενεία που ακόµη και σήµερα φιλοξενούν την Κυριακή του Πάσχα αυτοσχέδια γλέντια µε παραδοσιακές ηπειρώτικες πίτες και τσίπουρο. Τα µοιρολόγια, τα πολυφωνικά τραγούδια, η σύνδεση της µουσικής µε το επιβλητικό τοπίο, τα βιώµατα της ξενιτιάς και οι πίκρες της αγάπης.
Ο Κώστας Βέρδης γεννήθηκε στο Βουλιαράτι ∆ερόπολης και είναι µουσικός, κλαρινοπαίχτης και εµπνευστής της κοµπανίας που ιδρύθηκε πριν από δώδεκα χρόνια. Μιλήσαµε µαζί τους για τα γλέντια της παλιάς εποχής και τα στοιχεία τους που επιβιώνουν µέχρι και σήµερα. «Τα πιο παλιά χρόνια την ηµέρα του Πάσχα πηγαίναµε µε όργανα από σπίτι σε σπίτι και έτσι στήνονταν µικρά γλέντια σε κάθε οικογένεια γι’ αυτούς που γιόρταζαν. Πιο αργά το βράδυ ολόκληρο το χωριό µαζευόταν στην πλατεία ή σε κάποιο καφενείο και διασκέδαζε. Τα τελευταία 20 χρόνια πηγαίνουµε την Κυριακή του Πάσχα στο Παλαιόπυργο Πωγωνίου, όπου στήνεται µεγάλο οικογενειακό γλέντι στο καφενείο του χωριού µε παραδοσιακά εδέσµατα από την Ηπειρο. Τη δεύτερη µέρα του Πάσχα –κάποιες φορές συµπίπτει µε τη γιορτή του Αγίου Γεωργίου– είναι έθιµο να πραγµατοποιούνται αρκετοί γάµοι στην Ηπειρο. Τα παλαιότερα χρόνια υπήρχε και ένα ηµερήσιο αυτοσχέδιο γλέντι την τρίτη µέρα του Πάσχα σε ένα µοναστήρι έξω από τα Γιάννενα. Ολα ξεκινάνε µετά το Μεγάλο Σάββατο όταν ο κόσµος γυρίζει στο σπίτι του και τρώει τη µαγειρίτσα, ενώ αρκετές φορές το κλαρίνο συνοδεύει µικρές γιορτές στα σπίτια» λένε τα µέλη της Κοµπανίας Βέρδη και συνεχίζουν περιγράφοντας την ατµόσφαιρα και τα συναισθήµατα:
«Ακριβώς επειδή όλα είναι οικογενειακά και χειροποίητα αναπτύσσεται ιδιαίτερη σχέση ανάµεσα στους µουσικούς και τον κόσµο. Οι χωριανοί είναι πιο χαλαροί, χορεύουν για να ξεδώσουν και να γιορτάσουν, το ίδιο όµως συµβαίνει και µε την κοµπανία. ∆εν υπάρχει τίποτε στηµένο. Είναι γλέντια χωρίς γραβάτα, όπως θα λέγαµε, εντελώς αυθόρµητα. Το παρήγορο είναι ότι τα τελευταία χρόνια παρατηρούµε τη νεολαία να συµµετέχει ενεργά. Βλέπουµε τους παππούδες να χορεύουν µε τα εγγόνια τους. Τα µικρά παιδιά του χωριού –ειδικά την Κυριακή του Πάσχα– βοηθούν την κατάσταση και συµµετέχουν από το στρώσιµο του τραπεζιού µέχρι την καθαριότητα του χώρου. Το γλέντι αποτελεί βίωµα γι’ αυτούς. Γνωρίζουν τα τραγούδια και αγαπούν την παραδοσιακή µουσική. Ο εγγονός χορεύει την παραγγελιά του παππού και το αντίστροφο. Είναι πολύ συγκινητική όλη αυτή η κατάσταση. Ωραίες εικόνες. Εµείς αυτά ζούµε. Αλλο να τα λέµε και άλλο να τα βιώνουµε, ειδικά την ώρα που κάνει και το κρασί τη δουλειά του. Ο κόσµος είναι εύθυµος και ξεχνάει τις σκοτούρες του στο γλέντι. Είναι αλλιώς να παίζει κανείς σε µια συναυλία για πολύ κόσµο και αλλιώς να βρίσκεται στο καφενείο ενός χωριού».
Τα µοιρολόγια, τα πολυφωνικά και τα «σουξέ»
Στην Ηπειρο υπάρχει ένα έθιµο που τηρείται σε όλες τις εκδηλώσεις, από τα γλέντια µέχρι και τους γάµους. «Κάθε φορά ξεκινάµε αλλά και κλείνουµε τις εκδηλώσεις µας µε ένα µοιρολόι. Το µοιρολόι είναι ένας αυτοσχεδιασµός των µελών της ορχήστρας και κατά τη διάρκειά του θυµόµαστε τους ανθρώπους που χάθηκαν ή που δεν βρίσκονται µαζί µας τη στιγµή του γλεντιού. Κυρίως όµως αυτούς που έχουν χαθεί. Αυτή είναι µια συνήθεια που τηρείται σήµερα και θα τηρείται για πάντα. Το γλέντι εξελίσσεται στη συνέχεια µε διάφορα τραγούδια. Κυριαρχούν φυσικά τα παραδοσιακά όργανα, όπως το κλαρίνο, το λαούτο και το βιολί. Το πολυφωνικό τραγούδι κατέχει επίσης σηµαντικό ρόλο στα γλέντια. Εµείς έχουµε την τύχη και τη χάρη να µπορούµε να αποδίδουµε πολυφωνικά. Ενα ξεχωριστό κοµµάτι είναι το “Στης ∆ερόπολης τον κάµπο” που είναι πολύ αγαπητό και µας το ζητάνε συνέχεια. Πολύ γνωστά τραγούδια είναι επίσης το “Γιάννη µου το µαντίλι σου”, το “Αλησµονώ και χαίροµαι”, το “Βασιλικός θα γίνω στο παραθύρι σου”. Παίζουµε και µια σύνθεση της δικής µας κοµπανίας που την έχουµε ονοµάσει “Στη δική µου γειτονιά”, ένα παραδοσιακό τραγούδι που έχει γίνει πολύ αγαπητό από τον κόσµο. Προσπαθούµε να βοηθήσουµε και εµείς αυτήν τη στροφή στην παράδοση. Θέλουµε να υποστηρίξουµε αυτό που µας αρέσει και να αφήσουµε παρακαταθήκη και για τους νεότερους. Επειδή κάναµε το µεράκι µας επάγγελµα, θεωρούµε ότι έχουµε ηθικό χρέος».
Το βαρύ ηπειρώτικο κλαρίνο, τα βουνά και η ξενιτιά
Η Ηπειρος είναι ένας µουσικός κυκεώνας µε πανδαισία ήχων, χρωµάτων και ρυθµών. «Υπάρχουν όλα τα είδη µουσικής. Θα παιχτούν όλοι οι ρυθµοί. Είναι τόσο όµορφη η µουσική της Ηπείρου που δεν τολµάει κάποιος εύκολα να την αγγίξει και να κάνει αναπαραγωγή. Θα πρέπει να είναι πολύ έµπειρος µουσικός για να αποδώσει σωστά το κάθε κοµµάτι. Ο κριτής είναι ο κόσµος που ακούει πώς παίζουν και ηχούν τα όργανα. Οταν ο µουσικός δεν είναι Ηπειρώτης συνήθως µαρτυρείται από το παίξιµο. “Κάθε τόπος και ζακόνι, κάθε µαχαλάς και τάξη” που λένε. Το κλαρίνο θεωρείται βαρύ αλλά αυτό το αφήγηµα δεν είναι εντελώς αληθές. Είναι το ύφος ορισµένων µουσικών ακουσµάτων που έχει δηµιουργήσει αυτή την αίσθηση. Υπάρχουν πολλά εύθυµα τραγούδια στην Ηπειρο µε γυρίσµατα και ποικιλία στο παίξιµο, αρκεί να είναι καλός δεξιοτέχνης αυτός που τα αναπαράγει για να µπορεί να αυτοσχεδιάζει και να κάνει πράγµατα που τραβάνε την προσοχή του κοινού. Το µοιρολόι θα σε κάνει σίγουρα να δακρύσεις, όταν όµως τελειώσει θα ακολουθήσει ένα εύθυµο κοµµάτι και όλοι θα µπουν στον χορό χαρούµενοι. Το µοιρολόι ακούγεται και σε µεγάλες χαρές όπως οι γάµοι. Τα νησιώτικα είναι πιο εύθυµα και παιχνιδιάρικα – η µουσική συνδέεται µε τη γεωµορφολογία κάθε τόπου. Τα νησιά έχουν τα κύµατα της θάλασσας, εµείς έχουµε τα βουνά. Η ηπειρώτικη µουσική ρεπερτοριακά περιλαµβάνει µοιρολόγια σε µεγαλύτερο φάσµα, ενώ τα νησιώτικα έχουν πιο πολλά χορευτικά στοιχεία. Επίσης η ιστορία και η ξενιτιά διαµορφώνουν τη µουσική παράδοση κάθε τόπου. Ολα τα κοινωνικά γεγονότα και τα συναισθήµατα επιδρούν πάνω στη µουσική. Ξενιτιά, γάµος, λύπη και χαρά. Η Ηπειρος έχει τραγουδήσει πολύ για την αγάπη και για τον πόνο. Το τραγούδι “Γιάννη µου το µαντίλι σου” είναι χαρακτηριστικό παράδειγµα. Υπάρχει στην αφήγηση τόσο πολύ αίµα βαµµένο από την ξενιτιά που δεν µπορούν να το ξεπλύνουν ούτε πέντε ποτάµια. Η µεταφορά αυτή είναι πολύ στοχευµένη».
Η συζήτηση περνάει στα παραδοσιακά φαγητά που συνοδεύουν τα γλέντια. «Την Κυριακή του Πάσχα κυριαρχούν το ψητό και το σουβλιστό αρνί. Η περιοχή της Ηπείρου φηµίζεται για την ποικιλία στις παραδοσιακές πίτες: χορτόπιτα, ζυµαρόπιτα, µπατσαριά. Το τσίπουρο είναι προϊόν της περιοχής και ρέει άφθονο στα τραπέζια σε όλα τα γλέντια. Με όλα αυτά τα βιώµατα που έχουµε τόσα χρόνια δεν µπορούµε να ξεχωρίσουµε τις όµορφες στιγµές. Είναι συγκινητικό να βλέπεις 85 χρόνων παππούδες να χορεύουν µε τα δισέγγονά τους ή γιαγιάδες που ξανανιώνουν στους γάµους και µπαίνουν µε το µπαστούνι τους στον χορό. Εµείς τα ζούµε και τα θεωρούµε πολύ σηµαντικά όλα αυτά. Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι που διαµορφώνει τη µουσική, το φαγητό και το γλέντι. Τα συναισθήµατα και οι καταστάσεις, οι κοινωνικές σχέσεις που δηµιουργούν οι άνθρωποι».
Η παράδοση της κοµπανίας ξεκινάει από τον Κώστα Βέρδη, ο οποίος από την ηλικία των επτά χρόνων µάθαινε ντέφι, βιολί και λαούτο προτού καταλήξει στη µεγάλη του αγάπη που είναι το κλαρίνο. «Εβλεπα τη µουσική σαν τρόπο έκφρασης και επικοινωνίας µε τον κόσµο. Μπορώ να επικοινωνήσω µε το κλαρίνο πολύ καλύτερα απ’ ό,τι καταφέρνω µε τα λόγια. Μετέδωσα αυτό το µεράκι και στα παιδιά µου χωρίς να το θέλω. Παρόλο που τους είχα πει ότι είναι δύσκολο αυτό το επάγγελµα, έχουν τεράστια αγάπη για την παραδοσιακή µουσική».
Ο Κώστας Βέρδης θυµάται τα γλέντια και στο Βουλιαράτι ∆ερόπολης, τον τόπο όπου γεννήθηκε. «Το µόνο διαφορετικό στοιχείο σε αυτά τα γλέντια ήταν ότι πραγµατοποιούνταν χωρίς ηχητική εγκατάσταση, µε φυσικό ήχο οργάνων. Το Πάσχα προσπαθούµε να κρατούµε αυτή την παράδοση. ∆εν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές. Ενα σύρµα µας χωρίζει – τα γλέντια, το ρεπερτόριο, τα ήθη και έθιµα είναι ακριβώς τα ίδια».