Γράφει ο Παναγιώτης Μπάρκας *
Η Σύνοδος Κορυφής της Ε. Ένωσης και των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στα Τίρανα, της Δευτέρας, 16ης Οκτωβρίου απέδειξε γυμνά και τρομαχτικά την υποβαθμισμένη θέση της Ελλάδας όχι απλώς στις σχέσεις με τα Τίρανα, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, των Δυτικών Βαλκανίων.
Η άρνηση της Μέρκελ το 2014, να μη καλέσει την Αθήνα στην αφετηρία της πρωτοβουλίας της με την ονομασία «Η Διαδικασία του Βερολίνου» που στόχο είχε την γερμανική πρωτοβουλία προσέγγισης και ένταξης των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων ή της Νοτιοδυτικής Ευρώπης στην Ε.Ε, προσέφερε τότε στην Αθήνα τη δυνατότητα να δικαιολογηθεί για την απώλεια του πρωταγωνιστικού της ρόλου στην περιοχή.
Ήρθε να ενισχύσει τη θέση αυτή της Αθήνας η άτυπη σύνοδος προς την ίδια κατεύθυνση που συνήλθε με την πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού τον προηγούμενο Αύγουστο (ως σκιά της Συνόδου της Θεσσαλονίκης του 2003) για να την σφραγίσει η Σύνοδος στα Τίρανα.
Η διεξαγωγή της Συνόδου στα Τίρανα έδειξε στην ουσία τις επιρροές και βλέψεις των δυτικών χωρών προς τον αλβανικό παράγοντα.
Δεν νομίζουμε ότι ακολουθούν και στην προκειμένη περίπτωση, τις ΗΠΑ, η οποία πρωτοστατεί με διαφορά στο ρόλο της στην Αλβανία, όπως και γενικότερα. Ούτε βέβαια θέλουν να ανταγωνιστούν την Άγκυρα.
Επιδιώκουν την αναβάθμιση του δικού τους ρόλου, αντιμετωπίζοντας, όχι απλώς την Αλβανία αλλά γενικότερα τον αλβανικό παράγοντα, ως ιδιαίτερη γεωπολιτική σημασία.
Μετά τη Γερμανία, ήταν θεαματικά τα ανοίγματα της Γαλλίας με κορυφαίο την υπογραφή συμφωνίας στρατηγικού εταίρου, Τιράνων – Παρισίων. Ο Μακρόν παρέμεινε στα Τίρανα για μια επιπλέον ημέρα για να ξεδιπλώσει, όπως είπε, την δόμηση του μέλλοντος των σχέσεων με τον αλβανικό παράγοντα.
Έλαμψε δια της απουσίας της η Μελόνι, αλλά η Ρώμη πάντοτε γνωρίζει τα βήματα που θα κάνει για τα επόμενα 50 χρόνια.
Σιωπηλές ως προς τη δυναμική αυτή, οι Δυτικοβαλκανικές χώρες.
Η Ελλάδα στην περιφέρεια του παρελθόντος
Δυστυχώς! Εμφανίστηκε κολλημένη στην υπόθεση Μπελέρη, η οποία, όσο δίκαιη κι αν είναι, δεν επιτρέπεται να παγιδεύσει τις διμερείς σχέσεις, να εκτροχιάσει το ευρωπαϊκό προφίλ της Ελλάδας.
Μέσα στο δίκιο της, η στάση της Αθήνας είναι στραμμένη προς τα πίσω, θυμίζοντας ξεπερασμένα κλισέ. (Ενώ η Αλβανία όσο άδικο κι αν έχει, είναι καταπιασμένη από τις ευρωπαϊκές αρχές).
Ο γνωστός ελληνικός αυθορμητισμός στη χάραξη εθνικής πολιτικής, στην περίπτωση της Αλβανίας και της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, δεν είναι απλώς εγκλωβισμένη στα κλισέ του παρελθόντος, αλλά και σε συμφέροντα κύκλων που βλέπουν τον ελληνισμό ως μαύρη τρύπα.
Δυστυχώς, η περίπτωση Μπελέρη, ενώ παρουσιάζεται ως υπόθεση προστασίας των δικαιωμάτων της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, στην ουσία επιτρέπει την έκθεση του Ελληνισμού της Αλβανίας, όπως και σε άλλες προηγούμενες περιπτώσεις, στον αλβανικό εθνικισμό, όπως πρόσφατα, στην απογραφή του πληθυσμού, που δοκίμασε, χωρίς υπεράσπισή, το σκληρό του πογκρόμ.
Η Ελλάδα κατάφερε και εξουδετέρωσε στο ακέραιο τον βασικό και αναντικατάστατο γεωπολιτικό γίγνεσθαι μιας χώρας, με ισχυρό ιστορικό κεκτημένο εθνικό ρόλο και προσφορά, όπως είναι ο Ελληνισμός στην Αλβανία. (Θα την κρίνει και θα κριθεί δριμύτατα από την ιστορία, αλλά τι σημασία θα έχει πλέον για το μέλλον!)
Από την άλλη, μια απλή ματιά βεβαιώνει ότι η Ελλάδα δεν έχει καμιά σοβαρή και σημαντική επένδυση στην Αλβανία (παρά τα ξοδεμένα δις του ελληνικού λαού). Δεν μπορεί να καυχηθεί με το θρησκευτικό έργο, διότι αποτελεί απλώς ενίσχυση της εθνικής αλβανικής ταυτότητας της ορθοδοξίας στην Αλβανία (αφού επέτρεψε να καταργηθεί η ιστορική παραδοσιακή ελληνική ταυτότητα).
Τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, δεν δείχνουν την ελληνική ευπρέπεια. Ούτε την εκπαιδευτική αίγλη όπως πχ τα τουρκικά. Αρκετά μετατράπηκαν σε εμπορικές επιχειρήσεις. Καμιά απόδοση σε εθνικό όφελος δεν παρέχεται από εκείνους που πριμοδοτήθηκαν και σπούδασαν στην Ελλάδα. Απεναντίας καταρτίστηκαν για να πολεμήσουν καλύτερα τον Ελληνισμό, ή να ενισχύσουν τον ανθελληνισμό.
Ανύπαρκτα αποτυπώματα
Η Ελλάδα δεν έχει στην Αλβανία καμιά υποδομή και έργο που θα φέρει στην ιστορία του μέλλοντος την ελληνική σφραγίδα. (Η Ιταλία και ως καταχτητής, άφησε δρόμους, κτίρια, ηλεκτρικές υποδομές, νοοτροπίες, μάλιστα και ιδεολογήματα, αρχές και πρακτικές στα οποία αναφέρεται και σήμερα η Αλβανία)
Η Ελλάδα δεν έχει κανέναν μόνιμο και μακρόχρονο ανασταλτικό μηχανισμό στον αλβανικό ανθελληνισμό και στην επικράτηση και άνθιση του Ελληνισμού στην Αλβανία. (Με υπαλλήλους ρουτίνας και νοοτροπία αρπακόλλα δεν καταφέρεται αυτό!)
Η εξωτερική πολιτική της Αθήνας στην Αλβανία, δεν αποτελεί συνέχεια, αλλά, τις περισσότερες φορές, ορίζεται εξαρχής από την αλλαγή κυβέρνησης (κατά την ιδεολογία και τα συμφέροντα της στιγμής) και από το πρόσωπο του πρέσβη στα Τίρανα.
Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς ότι το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας λειτουργεί χωρίς μνήμη. Τα τηλεγραφήματα και όλη διπλωματική δράση που συμπληρώνει τα δέκα χρόνια καταλήγει στο αρχείο. Και σκέψου τον Έλληνα γραφειοκράτη του ΥΠΕΞ να ανατρέξει στο αρχείο για να βρει τα νήματα των εξελίξεων. !!
*Ο Παναγιώτης Μπάρκας είναι πρόεδρος του Τμήματος Ελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού του Πανεπιστημίου Αργυροκάστρου, δημοσιογράφος και πρώην βουλευτής.