ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ. «Πήγαν για μαλλί και βγήκαν… κουρεμένοι. Ο λόγος για δύο Ελληνοαμερικάνους, οι οποίοι στα μέσα της «χρυσής» δεκαετίας του 2000, θέλησαν να επενδύσουν σε ακίνητα σε Πάτρα και Λευκάδα, βλέποντας την μεγάλη ανάπτυξη της κτηματαγοράς», ήταν ο πρόλογος του ρεπορτάζ του Σωτήρη Παπανδρέου που δημοσιεύτηκε στις 15 Ιουλίου 2020 στην εφημερίδα «Πελοπόννησος» και στην ιστοσελίδα http://www.pelop.gr/.
Μελετώντας το προσεκτικά θεωρήσαμε ελάχιστο χρέος να επικοινωνήσουμε με τον εκλεκτό συνάδελφο προκειμένου να έρθουμε σε επαφή με τους ομογενείς και τους δικηγόρους στην Ελλάδα και να καταγράψουμε τις απόψεις τους και τα αισθήματά τους.
Η προσπάθεια δεν καρποφόρησε διότι στην πολυσέλιδη απόφαση της Εισαγγελίας δεν αποκαλύπτονται τα ονόματα των εναγόντων (των ομογενών) λόγω προστασίας των προσωπικών δεδομένων.
Μην έχοντας άλλη επιλογή ζητήσαμε την άδεια του αρθρογράφου για την αναδημοσίευσή του προκειμένου να δώσουμε το έναυσμα στους ομογενείς επενδυτές, είτε σε φίλους των να επικοινωνήσουν μαζί μας προκειμένου να καταγράψουμε τον Γολγοθά τους που ξεκίνησε στα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, όταν αποφάσισαν να επενδύσουν στην γενέτειρα.
Παραθέτουμε το πλήρες κείμενο του εκλεκτού συναδέλφου Σωτήρη Παπανδρέου:
Πάτρα: Πήγαν για επένδυση και βγήκαν κουρεμένοι – Ηθελαν ακίνητα δύο Ελληνοαμερικάνοι
Πήγαν για μαλλί και βγήκαν… κουρεμένοι. Ο λόγος για δύο Ελληνοαμερικάνους, οι οποίοι στα μέσα της «χρυσής» δεκαετίας του 2000, θέλησαν να επενδύσουν σε ακίνητα σε Πάτρα και Λευκάδα, βλέποντας την μεγάλη ανάπτυξη της κτηματαγοράς.
Oμως, τους πρόλαβε η οικονομική κρίση και βλέποντας την εμπορική αξία των ακινήτων που είχαν αγοράσει με τραπεζικά δάνεια εκατομμυρίων ευρώ, να εξανεμίζεται, αποφάσισαν να κάνουν τους… αμερικάνους. Κατήγγειλαν στις αρχές ότι έπεσαν θύματα απάτης και μήνυσαν τους ανθρώπους, με τους οποίους συνεργάστηκαν για την επένδυση.
Πρόκειται για μια υπόθεση που ξεκαθάρισε πριν από λίγες ημέρες, μετά από δέκα χρόνια ερευνών, με την σχετική μηνυτήρια αναφορά να τίθεται τελικά στο αρχείο από τον αρμόδιο εισαγγελέα, αφού κρίθηκε ότι, οι εγκαλούμενοι πρώην συνεργάτες των ομογενών, ήταν πλήρως εξουσιοδοτημένοι, για τις αγοραπωλησίες που έγιναν.
Οσο για τους ομογενείς επενδυτές; Τρέχουν τώρα να πληρώσουν μαζί με τα δάνεια και τον επιπλέον φόρο μεταβίβασης που είχαν αποφύγει, όταν δήλωναν πλασματικά ποσά αγοραπωλησίας στην εφορία. Το κωμικοτραγικό της υπόθεσης, είναι ότι, τον φορολογικό έλεγχο προκάλεσαν οι ίδιοι, με καταγγελία τους, στις φορολογικές αρχές.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Το κουβάρι αυτής της απίστευτης ιστορίας, αρχίζει να ξετυλίγεται στην Πάτρα τον Ιούνιο του 2006, όταν δύο Ελληνοαμερικανοί κάτοικοι Καλιφόρνιας, αποφάσισαν να επενδύσουν σε ακίνητα στην περιοχή της Δυτικής Ελλάδας.
Για τον σκοπό αυτό, εξουσιοδότησαν έναν πατρινό δικηγόρο, ενώ συνεργάστηκαν και με τεχνική εταιρεία που διέθετε ακίνητα, για να κάνουν τις σχετικές αγορές, σε Αραχωβίτικα και Λευκάδα, με τραπεζικό δανεισμό συνολικής αξίας 9 εκατ. ευρώ.
Οι ομογενείς εξουσιοδότησαν πλήρως τον δικηγόρο για να διεκπεραιώσει όλες τις διαδικασίες για τον τραπεζικό δανεισμό, τις αγοραπωλησίες και τα συμβόλαια και όλα έγιναν κανονικά όπως είχαν συμφωνηθεί.
Όμως, δύο περίπου χρόνια μετά την κατάρτιση των δανειακών συμβάσεων και των αγοραπωλητηρίων συμβολαίων στην Ελλάδα (τέλη 2008 με αρχές του έτους 2009), ξεκίνησε η ύφεση και η οικονομική κρίση, με κύριο χαρακτηριστικό την κατακόρυφη πτώση των εμπορικών τιμών των ακινήτων σε ποσοστό 50% – 80%.
Οι δύο ομογενείς, ως μεσίτες ασφαλιστικών προϊόντων και ακινήτων στην Αμερική, αντιλαμβανόμενοι, την επερχόμενη υποτίμηση των επενδύσεων τους σε ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα και στην προσπάθεια τους να απεμπλακούν από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων, που ανέλαβαν με τα στεγαστικά δάνεια, αμφισβήτησαν την εγκυρότητα των τραπεζικών συναλλαγών που πραγματοποιήθηκαν από τους εγκαλούμενους, κατ΄εντολή τους.
Επιπλέον, κατέθεσαν μηνυτήρια αναφορά σε βάρος τους, για κακουργηματική απιστία και απάτη, καθώς και για παράνομη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
ΣΤΟ ΑΡΧΕΙΟ
Ο εισαγγελέας που χειρίστηκε την υπόθεση, μετά από χρόνια ερευνών, απέρριψε τελικά τις κατηγορίες και έκρινε ότι, οι εγκαλούντες δεν υπέστησαν καμία οικονομική ζημιά, δεδομένου ότι, αφενός μεν, ουδεμία επένδυση προσωπικών κεφαλαίων πραγματοποίησαν για την αγορά των επίδικων ακινήτων (πήραν δάνεια) και αφετέρου γιατί, διατηρούν μέχρι και σήμερα στην κυριότητα τους τα επίδικα ακίνητα.
Οι δε διαδικασίες αγοραπωλησίας και κατάρτισης συμβολαίων, έγιναν στο πλαίσιο των εξουσιοδοτήσεων που είχαν υπογράψει οι δύο ομογενείς. Συγκεκριμένα, ο πατρινός δικηγόρος, λειτουργούσε ως πληρεξούσιος τους και αποκλειστικά εντός των ορίων της πληρεξουσιότητας που του είχαν χορηγήσει οι ίδιοι.
ΘΑ ΠΛΗΡΩΣΟΥΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΦΟΡΙΑ
Το ενδιαφέρον είναι ότι, οι εγκαλούντες, καλούνται τώρα να καταβάλλουν στις φορολογικές αρχές και τους επιπλέον αναλογούντες φόρους και πρόστιμα, λόγω της μη αναγραφής του πραγματικού τιμήματος αγοραπωλησίας στα συμβόλαια αγοράς, κάτι που προκάλεσαν οι ίδιοι με καταγγελία τους προς την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων του υπουργείου Οικονομικών.
Συγκεκριμένα, οι ομογενείς το 2009 προέβησαν στην υποβολή αναφοράς-καταγγελίας προς την Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.EE) του Υπουργείου Οικονομικών, για υποτιθέμενη απάτη σε βάρος τους, από την εταιρεία που τους πούλησε τα ακίνητα. Από τον έλεγχο που έγινε στα βιβλία των καταγγελλόμενων, προέκυψε, ότι στα συμβόλαια μεταβίβασης ακινήτων, καταχωρήθηκαν οι αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και όχι το πραγματικό τίμημα που έλαβε ο εργολάβος, πρακτική που συνηθιζόταν την προηγούμενη δεκαετία, για καταβολή μειωμένου φόρου.
Για τον λόγο αυτό καταλογίστηκαν παραβάσεις για σύνταξη και καταχώριση ανακριβών συμβολαίων. Για την διαφορά που προέκυψε στο τίμημα, καταλογίσθηκε και εις βάρος των εγκαλούντων (αγοραστών) συμπληρωματικός φόρος μεταβίβασης με τον υπολογισμό της επιπλέον αξίας κάθε ακινήτου.
Συνεπώς, η μηνυτήρια αναφορά, απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιμη καθ’ όσον δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ενοχής εις βάρος των εγκαλουμένων.